Με μεγάλη έκπληξη και θλίψη είδα και διάβασα μια ανοιχτή επιστολή που μου απεύθυναν ορισμένα έγκριτα μέλη της παροικίας μας. Και το λέω αυτό, γιατί σε καμία περίπτωση αυτά για τα οποία με κατηγορούν δεν ελέχθησαν. Και για του λόγου το αληθές, παραθέτω εδώ ακριβή απομαγνητοφώνηση των λεχθέντων μου κατά τη συνέντευξη που παραχώρησα στο φίλο, Γιάννη Κόκκωνα.
«Προσπαθούν να δημιουργήσουν διχασμό; Μου είπαν (το όνομα του ατόμου στη διάθεσή σας) ότι πλησιάζουν τις παλιές οικογένειες εδώ, οι οποίες μπορεί να αγαπάνε την κοινότητα αλλά δεν έχουν καμία ανάμειξη οι άνθρωποι, έτσι; Και τους στρατολογούν σε μία ομάδα και τι θα γίνει τώρα; Από τη μία θα είναι οι παλιές οικογένειες και από την άλλη εμείς και θα υπάρχει σύγκρουση; Αυτά δεν είναι ωραία πράγματα».
Όπως, λοιπόν, είναι εμφανές, πουθενά δεν ακούγεται «επιστροφή παλαιών οικογενειών από τον τάφο», «πού βρίσκονται αυτές οι οικογένειες;», «τι έχουν κάνει για την ΕΚΜΜ με τη μη συμμετοχή τους στις διάφορες επιτροπές της ΕΚΜΜ;».
Και εφόσον αυτά δεν ακούγονται στη συνέντευξη, πώς αποτέλεσαν το λόγο και την αιτία δημοσίευσης της τόσο προσβλητικής προς το άτομο μου ανοιχτής επιστολής; Και πώς κατάληξαν οι υπογράφοντες την επιστολή (πολλοί εκ των οποίων είναι φίλοι, μας συνδέουν οικογενειακοί δεσμοί ή έχουμε επαγγελματικά συνεργαστεί) στον αφορισμό ότι «πρέπει να ντρέπομαι για τον απαξιωτικό τρόπο και την ασέβεια με την οποίαν τους αντιμετώπισα»;
Ιδιαίτερα όταν ένας εκ των υπογραφόντων, ήταν ο πρώτος που μου τηλεφώνησε με το πέρας της εκπομπής να με συγχαρεί και να εκφράσει την ικανοποίησή του «ότι επιτέλους κάποιος έπρεπε να τα πει».
Πολύ φοβάμαι ότι οι περισσότεροι από τους υπογράφοντες δεν έχουν οι ίδιοι γνώση περί του περιεχομένου της συνέντευξης. Προφανώς, κάποιος τους μετέφερε τα σχόλια, μαζί με την απαραίτητη «σάλτσα» και με έντεχνη διαστρέβλωση, με σκοπό να δεχθούν να προσυπογράψουν την προσβλητική προς εμένα επιστολή.
Καταλαβαίνω ότι αρχίζει μια νέα κοινοτική-πολιτική ομάδα στην Κοινότητά μας, και πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό είναι δημοκρατικό δικαίωμά τους.
Είναι πλέον ολοφάνερο κάτι που αρχικά παρουσιάστηκε ως ομάδα εργασίας εκσυγχρονισμού της Κοινότητας, εξελίχθηκε σε κοινοτική-πολιτική κίνηση και τίποτα το μεμπτό εδώ. Πάντα υποστήριζα, ότι αν πράγματι ο κ. Σύρρος και οι περί αυτόν είχαν σχέδια για θεμελιώδεις αλλαγές στη δομή της ΕΚΜΜ, έπρεπε να το πράξουν μέσω εκλογικής διαδικασίας και όχι να πιέζουν εκβιαστικά τη σημερινή διοίκηση.
Τη στιγμή της συνέντευξης δε γνώριζα ότι οι υπογράφοντες αποτελούν μέλη της κίνησης Σύρρου, με εξαίρεση δύο εξ αυτών.
Το άτομο που μου ανέφερε ότι πλησιάζουν άτομα των παλαιών οικογενειών, με ενημέρωσε ακόμη και για τα άτομα που αποτελούσαν την ομάδα τους και τα οποία θα συντάξουν το σχέδιο «αποκέντρωσης», όπως το ονόμασε.
Με τη μακροχρόνια πείρα μου και γνώση, εύλογο ήταν να εκφράσω την απορία μου, πώς ήταν δυνατόν τα συγκεκριμένα άτομα που ανέφερε να εκπονήσουν το οποιοδήποτε διοικητικό σχέδιο για έναν οργανισμό που δε γνωρίζουν και δεν έχουν εκ των έσω ιδία γνώση.
Αν μου είχε αναφέρει ότι συστήνουν κοινοτική-πολιτική ομάδα με πρόγραμμα τις αλλαγές που επιθυμούν, φυσικά δε θα είχα ουδεμία αντίρρηση, γιατί αντίθετα με τους κριτές μου, πιστεύω στη δημοκρατία και την εκλογική διαδικασία.
Αγαπητοί φίλοι της ανοιχτής επιστολής, με έχετε κατάφωρα αδικήσει. Με κατηγορείτε άδικα και με καλείτε να ντρέπομαι για κάτι που δεν έχω κάνει.
Δεν πειράζει, όμως. Δε σας κρατώ κακία, γιατί πρώτον, δεν είναι του χαρακτήρα μου και δεύτερον, γιατί πιστεύω ότι πέσατε θύματα παραπληροφόρησης. Κι εγώ στη θέση σας, αν φίλος μου είχε αναφέρει ότι κάποιος λέει ότι «με ξέθαψαν από τον τάφο», μπορεί να είχα κι εγώ παρεξηγηθεί.
Δε θα έβαζα, όμως, την υπογραφή μου έτσι αβασάνιστα σε ένα κείμενο. Θα έπαιρνα στο τηλέφωνο το άτομο που υποθετικά με είχε προσβάλει και θα ζητούσα εξηγήσεις. Δεν το κάνατε όμως. Αρκεστήκατε, πολύ πιθανόν, σε ό,τι κάποιος άλλος σας είπε και με αδικήσατε και με θίξατε. Κι ας με γνωρίζετε από χρόνια κι ας ξέρετε το ποιόν του χαρακτήρα μου.
Τέλος πάντων. Αυτά έχει η πολιτική υποθέτω. Εκείνο όμως που αρνούμαι να αποδεχτώ, είναι η ανέντιμη αντιπαράθεση, η αντιπαράθεση που δε βασίζεται στο ήθος και την ειλικρίνεια. Ποτέ δεν το έκανα στην, πάνω από σαράντα χρόνια, παροικιακή μου πορεία και δεν πρόκειται να το κάνω τώρα.
Το αφήνω σε εκείνους που αποφάσισαν τα πολιτικά παιχνίδια του πραγματικού πολιτικού κόσμου να τα εισαγάγουν στην κοινοτική μας ζωή, μαζί με μια μεγάλη δόση ναρκισσισμού.
Κατά τ’ άλλα, οι φόβοι μου για διχασμό φαίνεται ότι πλέον επιβεβαιώθηκαν.
Ας όψονται οι υπεύθυνοι.
ΥΓ. Και προς αποφυγή κάθε παρεξήγησης, ο θαυμασμός μου και η εκτίμησή μου προς όλους εκείνους που έκτισαν και υπηρέτησαν την Κοινότητά μας είναι τεράστιος. Μαζί με απέραντη ευγνωμοσύνη για το έργο και την αφοσίωσή τους στη μεγάλη υπόθεση του Ελληνισμού της Διασποράς.