ΕΛΛΗΝΟΡΩΣΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ: Από την Επανάσταση στην Ουκρανία

Γράφει ο Βασίλης Στοϊλόπουλος*
© slpress.gr

Οι διακρατικές σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας διέρχονται σήμερα τη χειρότερη φάση τους από συστάσεως του ελληνικού κράτους, μηδέ εξαιρουμένου του Ψυχρού Πολέμου. Στην περίπτωση της Κύπρου, έχουμε στροφή και στις σχέσεις της Μεγαλόνησου με τη Μόσχα, οι οποίες ήταν εγκάρδιες στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.

Ενδεικτικό του κλίματος, η πρόσφατη ανακοίνωση από το Κρεμλίνο, ότι Ελλάδα και Κύπρος είναι μεταξύ των 47 χωρών που «εφαρμόζουν πολιτικές που προωθούν καταστροφικές νεοφιλελεύθερες ιδεολογικές στάσεις, οι οποίες αντιβαίνουν στις παραδοσιακές ρωσικές πνευματικές και ηθικές αξίες». Την ίδια στιγμή, Έλληνες ευρωβουλευτές υποστήριξαν το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, που ζητά να αρθούν όλοι οι περιορισμοί που αφορούν την Ουκρανία στη χρήση των νατοϊκών όπλων που έχει προμηθευτεί, ακόμα και των περιορισμών που αφορούν πλήγματα βαθιά στο εσωτερικό της ρωσικής επικράτειας, προκαλώντας οργισμένες αντιδράσεις στη Μόσχα. Το ψήφισμα υποστήριξαν έξι ευρωβουλευτές της ΝΔ και δύο του ΠΑΣΟΚ.  Να υπενθυμίσουμε, πως ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει πει σε παλαιότερη συνέντευξη του, ότι «είμαστε σε πόλεμο με τη Ρωσία».

Θυμόμαστε πως η – σχεδόν προαναγγελθείσα από σοβαρούς πολιτικούς αναλυτές και διπλωμάτες – επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, προκάλεσε (και προκαλεί ακόμα, δύο έτη μετά την έναρξη της) και μια σφοδρή, ενίοτε στα όρια της ευτέλειας αντιπαράθεση, με προσβλητικούς χαρακτηρισμούς και λεκτικές ακρότητες, ιδιαίτερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ υποστηρικτών της Ουκρανίας και αυτών της Ρωσίας. Η αντιπαράθεση επεκτάθηκε και για τις ιστορικές σχέσεις μεταξύ των δύο ομόδοξων κρατών, φτάνοντας μέχρι την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και ακόμα στα «Ορλωφικά» και τη Μεγάλη Αικατερίνη!

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

Είναι γεγονός, ότι μετά την εθνεγερσία του 1821 και τη δημιουργία του «κουτσουρεμένου» κι ερειπωμένου ελληνικού κρατιδίου, καμιά από τις τρεις «Προστάτιδες Δυνάμεις» (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) δεν αποσκοπούσε στην ύπαρξη μιας ισχυρής και ανεξάρτητης Ελλάδας. Για τον απλούστατο λόγο, ότι σε αντίθετη περίπτωση, θα εξέλειπε και ο λόγος της «προστασίας», όπως θα ήταν με μια ντε φάκτο πολιτικά-οικονομικά-στρατιωτικά ανίσχυρη Ελλάδα, η οποία είχε και το επιπλέον μειονέκτημα να συνορεύει μ’ ένα «Μεγάλο Ασθενή», την Οθωμανική Αυτοκρατορία (βλέπε και «Ανατολικό Ζήτημα»).

Ενδεικτική της κατάστασης, η ύπαρξη ως γνωστών των τριών κομμάτων με τα ονόματα των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής (Aγγλικό, Γαλλικό, Ρωσικό). Από τότε όμως δημιουργήθηκαν και οι πραγματικότητες της εξάρτησης, της ξενοδουλείας και της υποτέλειας, στοιχεία των οποίων γίνονται ακόμα και σήμερα αντιληπτά στον πολιτικό κόσμο της Ελλάδας. Για τις δύο πρώτες δεκαετίες της οθωνικής βασιλείας, καμιά από τις «Προστάτιδες Δυνάμεις» δεν κατάφερε να επιβληθεί πλήρως, όσο και αν οι πρεσβείες τους ραδιουργούσαν αδιάλειπτα κι ελεύθερα στο νεοσύστατο και καταχρεωμένο (βλ. αγγλικά δάνεια) κρατίδιο, έχοντας η κάθε μια σταθερή επιδίωξη το δικό της απόλυτο έλεγχο της οθωνικής κρατικής πολιτικής.

Μετά όμως από τον ατυχή για την τσαρική Ρωσία, Κριμαϊκό Πόλεμο (1854-56), και οριστικά πλέον μετά την ενθρόνιση το 1864 του Δανού πρίγκιπα Ουίλιαμ, μετέπειτα Έλληνα βασιλιά Γεώργιο Α’, καθοριστική παρεμβατική δύναμη στα πολιτικά τεκταινόμενα στην Ελλάδα απέμεινε η Αγγλία (μέχρι που το 1947 την αντικατέστησαν, εν μέσω εμφυλίου, οι ΗΠΑ). Γεγονός που επισφραγίστηκε στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, με τη συστηματική προώθηση του ρωσικού μεγαλοϊδεατισμού και του Πανσλαβισμού.

OΙ ΕΛΛΗΝΟΡΩΣΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ

Έκτοτε, η Ρωσία δε θεώρησε ποτέ, ακόμα και στη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου (1947-49), ότι είχε σοβαρές ελπίδες αποφασιστικού και αποκλειστικού ρόλου «προστασίας» στην Ελλάδα. Γεγονός που γνώριζε πάντα η ρωσική ηγεσία, αν και ποτέ δεν έπαψε τις παρεμβάσεις της στα εσωτερικά της Ελλάδας. Ακόμη και με τη δημιουργία φιλορωσικών οργανώσεων και ελεγχόμενων ΜΜΕ, με μακροπρόθεσμο γεωπολιτικό στόχο την αποδυνάμωση της ελληνικής εξάρτησης, στο πλαίσιο του καραμανλικού δόγματος «ανήκωμεν εις την Δύσιν».

Βασική παράμετρος για την επίτευξη στενότερων ελληνορωσικών σχέσεων, ήταν πάντα και η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία. Στο πλαίσιο αυτό η Ρωσία, λειτουργώντας ως ισχυρή δύναμη με γνώμονα το εθνικό της συμφέρον, δε δίστασε ενίοτε να στραφεί κατά της Ελλάδας, υποστηρίζοντας σε ορισμένες χρονικές περιόδους όχι μόνο τους ομόδοξους της Σλάβους στη χερσόνησο του Αίμου (π.χ. Μακεδονικό), αλλά και τους αλλόδοξους Τούρκους (π.χ. Μικρασιατική Καταστροφή).

Αυτή η πρακτική όμως της Ρωσίας δεν την εμπόδιζε, όσο το επέτρεπε και η διεθνής συγκυρία, να διατηρεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα φιλικές σχέσεις και με την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία, κάτι που αποτυπώθηκε και σε ψηφοφορίες στον ΟΗΕ ή στο Κυπριακό.

Η περίοδος διακυβέρνησης της χώρας από τον Κώστα Καραμανλή (2004-2009) θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ήταν ίσως αυτή με τις στενότερες σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας, τουλάχιστον μεταπολεμικά. Με την ανάληψη της εξουσίας από τον Γιώργο Παπανδρέου, οι σχέσεις αυτές υποβαθμίστηκαν, αρχής γενομένης με την απόρριψη για «περιβαλλοντικούς λόγους» του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης. Ενώ οι όποιες προσπάθειες ελληνορωσικής προσέγγισης επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μάλλον δεν πρέπει να χαρακτηριστούν ως σοβαρές, αν αναλογιστεί κανείς μάλιστα και τις γνωστές «πιρουέτες» Κοτζιά και τις εκατέρωθεν αποπομπές διπλωματών.

Σοβαρότατη πραγματικότητα, όμως, είναι η σημερινή στενή σχέση Ρωσίας-Τουρκίας, δύο αναθεωρητικών δηλαδή δυνάμεων, που θα πρέπει να μας ανησυχούν σφόδρα και που θα πρέπει ν΄ αντιμετωπιστεί προφανώς με πιο «ευέλικτους» διπλωματικούς χειρισμούς από τις πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις, πως «εμείς είμαστε δεδομένοι» (σαν να πρόκειται δηλαδή για αρχηγό του Αγγλικού Κόμματος της μετεπαναστατικής περιόδου και όχι πρωθυπουργό σε γεωπολιτικά ρευστούς καιρούς, με εθνοτικές αντιπαλότητες και επικίνδυνης μετάβασης διεθνώς, όπως οι σημερινοί).

Να σημειωθεί, πως η Τουρκία είναι εκτός της λίστας των χωρών που προαναφέραμε, όπως επίσης η Ουγγαρία και η Σλοβακία, χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ οι δύο τελευταίες.

Και το ερώτημα που μένει είναι, πως θα έχουν διαμορφωθεί οι ελληνορωσικές σχέσεις, όταν κάποια στιγμή τελειώσει ο καταστροφικός πόλεμος αντιπροσώπων στην Ουκρανία, σε περίοδο νέου Ψυχρού Πολέμου. Το πιθανότερο είναι να κινούνται σε πολύ ψυχρά κλίματα. Κι αυτό δεν προμηνύει κάτι καλό για τη χώρα μας, όσο και αν επενδύει σχεδόν τυφλά στην αμέριστη στήριξη των νατοϊκών συμμάχων της, απέναντι στην καραδοκούσα επεκτατική Τουρκία.

*Ο Βασίλης Στοϊλόπουλος έχει πτυχίο Γεωλογίας από το Πανεπιστήμιο του Μονάχου και μεταπτυχιακό στην Οργάνωση Επιχειρήσεων και τον Προγραμματισμό. Επίσης, μεταπτυχιακό με θέμα «Τεχνολογίες προστασίας περιβάλλοντος» από το Πολυτεχνείο Μονάχου

Exit mobile version