Ο Ούγγρος υπουργός Εξωτερικών, Peter Szijjártó, υποστήριξε ότι οι δυτικές χώρες συνεχίζουν να συναλλάσσονται με τη Ρωσική Ομοσπονδία, παρά τις δηλώσεις τους περί αντιρωσικών κυρώσεων. Ο Szijjártó χαρακτήρισε τις θέσεις των δυτικών ηγετών ως «υποκριτικές», σημειώνοντας ότι πολλοί εξ αυτών διακηρύσσουν την απομάκρυνσή τους από τη ρωσική ενέργεια, ενώ στην πράξη διατηρούν εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία.
Ο Ούγγρος υπουργός ανέφερε ότι, «ενώ γίνεται λόγος για αποκλεισμό της Ρωσίας από το διεθνές εμπόριο, στην πραγματικότητα, αρκετές χώρες εξακολουθούν να συνεργάζονται με αυτήν, συχνά σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι διαφαίνεται. Παράδειγμα αποτελεί η αύξηση των προμηθειών ρωσικού πετρελαίου προς την Ινδία, από όπου η Γερμανία προμηθεύεται αυτή την πρώτη ύλη, καθώς και η αύξηση των εισαγωγών ρωσικού LNG στην Ευρώπη».
«Οι δυτικοί πολιτικοί καταγγέλλουν δημόσια τη ρωσική ενέργεια, όμως κλείνουν συμφωνίες με τη Ρωσία στο παρασκήνιο», πρόσθεσε ο Szijjártó, υπογραμμίζοντας την αντίφαση ανάμεσα στις δηλώσεις και στις πράξεις των δυτικών κυβερνήσεων.
Μετά την έναρξη της ρωσικής στρατιωτικής επιχείρησης στην Ουκρανία, οι χώρες της Ε.Ε. διακήρυξαν την πρόθεσή τους να απεξαρτηθούν από τους ρωσικούς ενεργειακούς πόρους. Ωστόσο, όπως αναφέρουν αναλυτές, οι εισαγωγές ρωσικού LNG στην Ευρώπη συνεχίζουν να αυξάνονται σταθερά, υποδεικνύοντας ότι οι κυρώσεις παραμένουν ανεφάρμοστες.
Η Γερμανική κυβέρνηση καταρρέει,
πιο πιθανές από ποτέ οι πρόωρες εκλογές!
Οι φήμες για την πιθανή κατάρρευση της κεντροαριστερής κυβέρνησης του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς στη Γερμανία εντείνονται, με το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών να φαντάζει πλέον πιο πιθανό από ποτέ. Η σημερινή κυβέρνηση συνασπισμού, αποτελούμενη από τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), τους Πράσινους και το Φιλελεύθερο Κόμμα (FDP), αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις και εσωτερικές αντιθέσεις που υπονομεύουν τη συνοχή της. Οι πολιτικές αποφάσεις της κυβέρνησης Σολτς έχουν δεχθεί σφοδρή κριτική, καθώς η διαχείριση ζητημάτων όπως η ενεργειακή πολιτική, η οικονομία και η μεταναστευτική κρίση θεωρούνται ότι έχουν οδηγήσει τη χώρα σε οικονομική ύφεση και κοινωνική ένταση.
Οι επιλογές της κεντροαριστερής κυβέρνησης έχουν θεωρηθεί καταστροφικές, όχι μόνο για τη Γερμανία αλλά και για την ευρύτερη ευρωπαϊκή σταθερότητα. Η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, οι ανεπαρκείς εναλλακτικές ενεργειακές στρατηγικές και οι υψηλές τιμές ενέργειας έχουν επηρεάσει δραματικά την οικονομία, ενώ οι υψηλοί ρυθμοί πληθωρισμού δημιουργούν πρόσθετα προβλήματα. Οι πολιτικές αυτές δεν έχουν επιφέρει μόνο αρνητικές συνέπειες στη Γερμανία αλλά έχουν επιβαρύνει και τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Η λύση για την αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας θα μπορούσε να είναι οι πρόωρες εκλογές, που ίσως προσφέρουν την ευκαιρία για ένα νέο πολιτικό προσανατολισμό. Σε περίπτωση πτώσης της κυβέρνησης, η Γερμανία θα χρειαστεί ένα νέο συνασπισμό που θα επικεντρωθεί στη σταθεροποίηση της οικονομίας, στην επανεξέταση της ενεργειακής πολιτικής και στην αναζήτηση ενός ισορροπημένου μοντέλου για τη μετανάστευση. Μια τέτοια αλλαγή θα μπορούσε να επαναφέρει την εμπιστοσύνη των πολιτών και να συμβάλει στην ενίσχυση της Ευρώπης συνολικά.