Θα ανακοινώσει στοχευμένα μέτρα στήριξης για την κοινωνία, δίχως να διακινδυνεύσει το μέλλον, κρατώντας δυνάμεις για το δύσκολο χειμώνα που έρχεται και θα στείλει μήνυμα αισιοδοξίας στους πολίτες, ότι η χώρα θα ξεπεράσει και αυτή την κρίση | Με λογική οι παροχές, ώστε να υπάρχουν πάντα πολεμοφόδια για το δύσκολο χειμώνα που έρχεται
Μία δύσκολη εξίσωση έχει να επιλύσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε ό,τι αφορά την ομιλία του στη ΔΕΘ στις 10 Σεπτεμβρίου. Και αυτό, διότι οι προσδοκίες και οι ανάγκες της κοινωνίας από την κρίση κινούνται κατά τη λαϊκή ρήση «δώσε και σε μένα μπάρμπα». Όμως, όπως πολλάκις έχει τονίσει σε όλες τις συσκέψεις ο πρωθυπουργός, «αυτό δεν είναι σοβαρή πολιτική».
Ρεπορτάζ: Μιχάλης Κωτσάκος
© Η ΑΠΟΨΗ
Ο πρωθυπουργός, σε καμία των περιπτώσεων δεν επιθυμεί να κινηθεί στη ΔΕΘ φορώντας τη στολή του Άγιου Βασίλη, όπως αναφέρεται σε πολλά παραταξιακά ΜΜΕ, τα οποία προαναγγέλλουν παρεμβάσεις για τα πάντα. Φυσικά, κι αυτοί στηρίζονται στα αυξημένα έσοδα που υπάρχουν από τον τουρισμό, αλλά και από την πολύ υψηλή εισπραξιμότητα των φόρων.
Τουναντίον, όπως τονίζουν πηγές του Μαξίμου, ο πρωθυπουργός, αφενός μεν δε θέλει σε καμία των περιπτώσεων να προκαλέσει ζημιά στην ελληνική οικονομία, αφετέρου δε, αντιλαμβάνεται πως οι όποιες παρεμβάσεις πρέπει να είναι λελογισμένες για να υπάρχουν αντοχές, καθώς ο χειμώνας προς τις εκλογές αναμένεται πολύ βαρύς.
Στη Θεσσαλονίκη (η ΔΕΘ είναι από 10 έως 18 Σεπτεμβρίου) ο κ. Μητσοτάκης θα ανέλθει έχοντας δύο στόχους. Ο ένας θα είναι να παρουσιάσει τον οδικό χάρτη για την ελληνική οικονομία το επόμενο έτος. Ένας οδικός χάρτης, ο οποίος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Τουναντίον, έχει πολλές ανηφοριές, κακοτράχαλα σημεία και χρήζει πολύ σωστό σχεδιασμό. Ο δεύτερος στόχος τού πρωθυπουργού κατά την ομιλία του στη ΔΕΘ είναι να δώσει το στίγμα, ότι με αυτόν οι πολίτες πρέπει να νιώθουν ασφάλεια ότι θα οδηγήσει το σκάφος σε απάνεμο λιμάνι. Και όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά πηγές του Μαξίμου «αν το επιτύχει θα έχει κάνει το σημαντικότερο βήμα για να επιτύχει το στόχο του, που είναι η επανεκλογή του στις επόμενες εθνικές εκλογές». Εκλογές, που εάν δε συμβεί κάτι απρόοπτο, προσδιορίζονται περί το Πάσχα του 2023.
Αναμφίβολα, τα διευρυμένα έσοδα που ξεπερνούν ακόμη και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις προσφέρουν ένα σημαντικό μαξιλαράκι ασφαλείας, όμως την ίδια ώρα αυξάνονται και οι ανάγκες της κοινωνίας για στήριξη των εισοδημάτων τους. Και φυσικά δε μιλάμε μόνο για τους ευάλωτους, αλλά και τα νοικοκυριά, που ανήκουν στη λεγόμενη μεσαία τάξη (και αποτέλεσαν τον πυλώνα για να ανέλθει στην εξουσία ο κ. Μητσοτάκης), δυσκολεύονται να βγάλουν το μήνα. Και σε όλα αυτά πρέπει να υπολογιστούν και οι τιμές διεθνώς του φυσικού αερίου, καθώς το ενεργειακό ράλι αυξάνει και το ποσό που θα χρειαστεί να καλυφθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Η ΑΠΕΙΛΗ ΤΗΣ ΥΦΕΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΒΕΒΑΙΟ 2023
Όσο και αν τα έσοδα του Ιουλίου είναι αρκετά πάνω από τις προβλέψεις, δίνουν ανάσα στον προϋπολογισμό και επιτρέπουν κάποια νέα μέτρα στήριξης, οι αβεβαιότητες για το μέλλον είναι τόσο μεγάλες, που μπορεί να τινάξουν κάθε σχεδιασμό στον αέρα. Τα δυσμενή σενάρια, που περιλαμβάνουν διατήρηση υψηλών τιμών ενέργειας και ύφεση στην Ευρώπη, είναι πολύ πιθανά. Κυβερνητικές πηγές εκτιμούν πλέον, ότι οι κεντρικές τράπεζες θα επιλέξουν συνειδητά την ύφεση, έναντι του πληθωρισμού. Και όπως λένε χαρακτηριστικά, η ύφεση στην Ευρώπη, αργά ή γρήγορα, θα αγγίξει και την ελληνική οικονομία, έστω και αν αυτή προς το παρόν διασώζεται χάρη στον τουρισμό.
Στο βαρύ αυτό σκηνικό, η κυβέρνηση καλείται να επιδείξει δημοσιονομική σύνεση και να επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα τον επόμενο χρόνο, ελπίζοντας να εξασφαλίσει τον επόμενο μεγάλο στόχο της, την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας. Στο οικονομικό επιτελείο υποστηρίζουν, ότι «κρατούν πολεμοφόδια για την αντιμετώπιση πιθανής επιδείνωσης». Όμως, αυτά πρέπει να είναι πολλά.
Αρκεί να αναφερθεί ότι στο πρόγραμμα σταθερότητας του περασμένου Απριλίου δεν έχει συμπεριληφθεί στήριξη για τους λογαριασμούς ρεύματος, που είναι βέβαιο ότι θα χρειαστεί. Αυτή τη στιγμή στο υπουργείο Οικονομικών υπολογίζουν μια δαπάνη 200-300 εκατ. το μήνα για τη στήριξη των λογαριασμών, κάτι που αν συνεχιστεί το 2023 θα εξαφανίσει το προβλεπόμενο πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του 2023. Το αν θα αλλάξει ο στόχος αυτός του 2023, όπως και του 2022 για πρωτογενές έλλειμμα 2% του ΑΕΠ, μένει να φανεί τους προσεχείς δύο μήνες, οπότε και θα κατατεθούν ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός για φέτος και το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2023. Προς το παρόν, στο οικονομικό επιτελείο ξορκίζουν αυτή την πιθανότητα, αλλά η αβεβαιότητα είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορεί να αποκλεισθεί τίποτα.
Συμπερασματικά, οι τελικές αποφάσεις για το πώς θα κινηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ θα ληφθούν στο τέλος Αυγούστου, ή ακόμη και τις πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου, όταν ο Χρήστος Σταϊκούρας θα παρουσιάσει στον πρωθυπουργό τα ακριβή στοιχεία. Το βέβαιο είναι ότι ο πρωθυπουργός δε θα ανέβει στην Θεσσαλονίκη με άδεια χέρια.
ΠΟΙΑ ΜΕΤΡΑ ΕΧΟΥΝ «ΚΛΕΙΔΩΣΕΙ»
ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ
Με βάση το σχεδιασμό του Μαξίμου και του οικονομικού επιτελείου θα πρέπει να δούμε τα μέτρα που έχουν ήδη «κλειδώσει» και απλά θα περιμένουμε το χρόνο υλοποίησης τους. Στο πρώτο πακέτο, οι πολίτες μπορούν να περιμένουν:
-Νέα επιταγή ακρίβειας διότι ο πληθωρισμός αν και μειώθηκε στο 11,6% τον Ιούλιο, παραμένει εφιάλτης.
-Νέο κύκλο Fuel Pass για το τελευταίο τρίμηνο του έτους, εκτός κι αν οι τιμές των καυσίμων κάνουν ελεύθερη πτώση.
-Αναδρομικά στους συνταξιούχους που δικαιώθηκαν με την απόφαση του ΣτΕ για τις περικοπές σε επικουρικές και δώρα για το επίμαχο 11μηνο Ιουνίου 2015 – Μαΐου 2016.
-Κάλυψη με όποιο δημοσιονομικό κόστος του μεγαλύτερου μέρους των επιβαρύνσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας από το άλμα των τιμών του φυσικού αερίου.
Φυσικά θα πρέπει να τονιστεί, ότι κάποια μέτρα έχουν ήδη ανακοινωθεί και θα ξεκινήσουν να τρέχουν από το 2023. Αυτά είναι:
-Η κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για όλους, με την απαλλαγή από τη μνημονιακή βάσανο τόσο των δημοσίων υπαλλήλων όσο και των συνταξιούχων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
-Αύξηση των συντάξεων για όσους δεν έχουν προσωπική διαφορά κατά τουλάχιστον 6%.
-Νέα αύξηση του κατώτατου μισθού σε τουλάχιστον 751 ευρώ.
-«Λίφτινγκ» στο τέλος επιτηδεύματος, το οποίο παρά τα όσα έχουν ακουστεί, δεν προκύπτει να καταργείται ή να μειώνεται οριζόντια για το επόμενο έτος.