Η ακτινογραφία της γκρίζας ζώνης • Οι αντίθετες αναγνώσεις Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ για την προέλευση και την κατεύθυνση που θα πάρει η δεξαμενή των αναποφάσιστων
Με το βλέµµα στους αναποφάσιστους που κινούνται σταθερά σε ποσοστό σαφώς άνω του 10% του εκλογικού σώματος και θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την έκβαση της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης, καταστρώνουν τη στρατηγική τους η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ, με το Μέγαρο Μαξίμου να εστιάζει πρωτίστως στον «επαναπατρισμό» των ψηφοφόρων που αποστασιοποιήθηκαν από το κυβερνών κόμμα μετά την εθνική τραγωδία των Τεμπών.
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: ΚΩΣΤΗΣ Π. ΠΑΠΑΔΙΟΧΟΣ
ΠΗΓΗ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Παράλληλα, ερώτημα αποτελεί πώς θα συμπεριφερθούν εκλογικά οι «δεξιόστροφοι» ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ μετά το «απαγορευτικό» που έβαλε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ο Νίκος Ανδρουλάκης στην προοπτική συνεργασίας με τη Ν.Δ. με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το θολό τοπίο που δημιουργήθηκε αναφορικά με το πολιτικό πρόσωπο που θα μπορούσε να αναλάβει την πρωθυπουργία.
Ακόμη και εντός της Ν.Δ. η ανάλυση για το πώς θα κινηθούν τελικώς οι αναποφάσιστοι δεν είναι ενιαία: Μεγάλη μερίδα στελεχών εκτιμά, πως καθώς η συναισθηματική φόρτιση από το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα υποχωρεί και έρχονται στο προσκήνιο τα διλήμματα των εκλογών, είναι θέμα των επόμενων δύο – τριών εβδομάδων η επιστροφή τής μεγάλης μάζας των «γαλάζιων» ψηφοφόρων που εμφανίζονται στην παρούσα φάση αποστασιοποιημένοι. Στον αντίποδα, άλλα στελέχη, ακόμη και εντός του Μεγάρου Μαξίμου, αναφέρουν πως η επανασυσπείρωση της Ν.Δ. ίσως αποδειχθεί εγχείρημα δυσκολότερο του αναμενόμενου.
Όπως λέγεται, μια μερίδα ψηφοφόρων επέλεξε το 2019 τη Ν.Δ. και τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως πρωθυπουργό με βάση, εκτός των άλλων, την εξαγγελία για αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού και ως εκ τούτου ίσως δεν επιστρέψει στο κυβερνών κόμμα στην τελική ευθεία προς τις πρώτες εκλογές της 21ης Μαΐου. Σημειώνεται πως σύμφωνα με τελευταία έρευνα (Metron Analysis για το Mega) το 25% των ψηφοφόρων που κινούνται στη λεγόμενη γκρίζα ζώνη το 2019 είχε ψηφίσει Ν.Δ. έναντι μόλις 6% που είχε επιλέξει ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, αντίστοιχα.
Την εκτίμηση ότι οι ανωτέρω ψηφοφόροι δε θα επιστρέψουν στο κυβερνών κόμμα διατυπώνουν και στελέχη της Κουμουνδούρου, επικαλούμενα δικές της ποιοτικές έρευνες. Οι ίδιες πηγές αναγνωρίζουν, πάντως, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταγράφει κέρδη μετά την τραγωδία των Τεμπών. Οι ίδιοι ελπίζουν σε ένα «αντικυβερνητικό ρεύμα» που όπως υποστηρίζουν μπορεί να εκδηλωθεί «πάνω από την κάλπη».
Δεύτερο βαρόμετρο για την έκβαση της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης μπορεί να αποτελέσει η συμπεριφορά των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ μετά την «υψηλού ρίσκου» κίνηση του Νίκου Ανδρουλάκη να αναφερθεί στο πρόσωπο του επόμενου πρωθυπουργού, χωρίς να τον κατονομάσει, προκαλώντας μπαράζ επιθέσεων από Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη μετωπική αντιπαράθεση με το συνυποψήφιό του για την ηγεσία, Ανδρέα Λοβέρδο. Στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη σημειώνουν πως μεσοπρόθεσμα η κίνηση του κ. Ανδρουλάκη ενδεχομένως θα αποδειχθεί ευεργετική, καθώς μπορεί να ενοποιήσει την εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ που εμφανίζεται τριχοτομημένη μεταξύ εκείνων που θέλουν συνεργασία με τη Ν.Δ., όσων επιθυμούν προσέγγιση με τον ΣΥΡΙΖΑ και αυτών που προκρίνουν την αυτόνομη πορεία του κόμματος. Στον αντίποδα, όμως, μπορεί να οδηγήσει μια κρίσιμη μερίδα ψηφοφόρων του προς τη Ν.Δ., και μάλιστα από την πρώτη αναμέτρηση της απλής αναλογικής, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη την επίτευξη του διακηρυγμένου στόχου για ισχυρό διψήφιο ποσοστό. Με άλλα λόγια εκφράζονται φόβοι, ότι το ΠΑΣΟΚ θα υποστεί την «πίεση» που ανέμενε στην τελική ευθεία προς τις δεύτερες εκλογές ήδη στην πορεία προς την κάλπη της 21ης Μαΐου.
Ο ΣΤΟΧΟΣ
Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα αλλά και τις υφιστάμενες δημοσκοπήσεις, στο Μέγαρο Μαξίμου επικρατεί αισιοδοξία ότι στις πρώτες εκλογές η Ν.Δ. είναι σε θέση να κινηθεί σε ποσοστό περίπου 33%-34%, το οποίο θεωρείται ικανοποιητικό εφαλτήριο για την επίτευξη του στόχου της αυτοδυναμίας στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, που τοποθετείται στις 2 Ιουλίου και θα διεξαχθεί με το νέο εκλογικό νόμο. Οι ίδιες πηγές χαρακτηρίζουν τις «επαναληπτικές» εκλογές μονόδρομο, καθώς προεξοφλούν πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δεύτερο κόμμα με ποσοστό που μπορεί να προσεγγίσει (αλλά δεν πρόκειται να υπερβεί) το 30%, ενώ μένει να αποδειχθούν οι αντοχές του ΠΑΣΟΚ στην πίεση που αναμένεται να δεχθεί από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα.
Τέλος, «κλειδιά» για την τελική έκβαση της επερχόμενης διπλής εκλογικής αναμέτρησης αναμένεται να αποδειχθούν και:
• Το ύψος και η σύνθεση της αποχής. Από τις τρέχουσες έρευνες της κοινής γνώμης δεν προκύπτει πως μετά την τραγωδία των Τεμπών οι πολίτες στρέφουν την πλάτη στην εκλογική διαδικασία. Όμως οι δεύτερες εκλογές θα διεξαχθούν στις 2 Ιουλίου, δηλαδή «βαθιά» στην καλοκαιρινή περίοδο, με πολλούς –κυρίως νέους– που απασχολούνται στον τουρισμό να βρίσκονται μακριά από τον τόπο κατοικίας τους και να είναι δύσκολο να ψηφίσουν.
• Ο αριθμός των κομμάτων που θα εκπροσωπηθούν στο Κοινοβούλιο μετά τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Εάν η επόμενη Βουλή είναι τελικώς επτακομματική, με την παρουσία δηλαδή του ΜέΡΑ 25 και του μορφώματος Κασιδιάρη – εάν από τον Άρειο Πάγο επιτραπεί η συμμετοχή του στις εκλογές – ο πήχης της αυτοδυναμίας θα ανέβει πολύ ψηλά, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη την επίτευξη του στόχου της αυτοδυναμίας.
• Τα διλήµµατα που θα κυριαρχήσουν και η «σύγκριση» των τετραετιών Μητσοτάκη και Τσίπρα. Ο πρωθυπουργός προτάσσει το επιχείρημα ότι η χώρα χρειάζεται αυτοδύναμη κυβέρνηση προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος της αστάθειας, ενώ ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ το σχηματισμό κυβέρνησης από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, παρότι δεν είναι σαφές εάν υπάρχουν «διαθέσιμοι» οι απαιτούμενοι κυβερνητικοί εταίροι –ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ25– και ποιο θα είναι το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Παράλληλα, οι επερχόμενες εκλογές έχουν την ιδιαιτερότητα ότι θα «μονομαχήσουν» οι κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας που έχουν διατελέσει αμφότεροι πρωθυπουργοί και ως εκ τούτου τα πεπραγμένα τους μπορούν να συγκριθούν.
ΤΟ ΣΤΙΓΜΑ: Η Ν.Δ. βρίσκεται σε αναζήτηση κεντρικού συνθήματος, που θα επιθυμεί να εκφράζει την «Αλλαγή», λέξη η οποία προηγείται σε όλες τις μετρήσεις που έχουν γίνει. Η εξίσωση δεν είναι εύκολη, καθώς πρόκειται για τη νυν κυβέρνηση που επιδιώκει ανανέωση εντολής.
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ: Εκτός απροόπτου, ο Ακης Σκέρτσος θα είναι ο επόμενος εκπρόσωπος της κυβέρνησης, με το επιτελείο του Μαξίμου να αναζητεί και ένα «πιο» κομματικό στέλεχος που θα αποτελέσει το κεντρικό δίδυμο. Ο Παύλος Μαρινάκης, γραμματέας της Ν.Δ., με πολλές «ώρες πτήσης» ήδη στο ενεργητικό του, είναι ο επικρατέστερος.
Ο ΠΗΧΗΣ: Σε μία από τις τελευταίες συσκέψεις στο Μαξίμου εκφράστηκε η πεποίθηση πως το 34% είναι ένας ιδανικός και ταυτόχρονα εφικτός στόχος για τη Ν.Δ. Η πραγματικότητα είναι πως και με 33%, στη Ν.Δ. θα είναι ευχαριστημένοι και έτοιμοι να δώσουν τη μάχη της αυτοδυναμίας στον επαναληπτικό δεύτερο γύρο.