Ο Καναδάς Καταργεί Όλα τα Ομοσπονδιακά Εμπόδια
και Δημιουργεί Μια Ενιαία Οικονομία
Σε μια εξέλιξη που χαρακτηρίζεται από πολλούς ως η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση της καναδικής εσωτερικής αγοράς εδώ και δεκαετίες, η Υπουργός Εσωτερικού Εμπορίου, Chrystia Freeland, ανακοίνωσε την πλήρη κατάργηση όλων των ομοσπονδιακών εμποδίων στο διαπεριφερειακό εμπόριο. Η κίνηση αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της φιλοδοξίας της κυβέρνησης του Πρωθυπουργού Mark Carney να δημιουργήσει «μία καναδική οικονομία από τις δεκατρείς», υπερβαίνοντας δεκαετίες κατακερματισμένων κανονισμών που επιβάρυναν την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη.
Σύμφωνα με το δελτίο Tύπου που εκδόθηκε τη Δευτέρα 30 Ιουνίου, η κυβέρνηση της Οτάβας κατάργησε τις 53 τελευταίες εξαιρέσεις στη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου του Καναδά (CFTA), οι οποίες αφορούσαν κυρίως τομείς όπως οι κρατικές προμήθειες, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, η ανάπτυξη εμπορικών εκτάσεων, οι μεταφορές και ακόμη και προγράμματα διαστημικής τεχνολογίας.
Ορισμένες από αυτές τις εξαιρέσεις είχαν διατηρηθεί μέχρι πρότινος για λόγους εθνικής ασφάλειας, ωστόσο με την ψήφιση του νέου νόμου «One Canadian Economy Act» (Νόμος για Μια Καναδική Οικονομία), η κυβέρνηση προχώρησε με ταχύτητα στην οριστική τους άρση, τιμώντας τη δέσμευση του Carney να επιτύχει αυτό το ιστορικό ορόσημο πριν από την Ημέρα του Καναδά, την 1η Ιουλίου.
«Η απομάκρυνση όλων των ομοσπονδιακών εξαιρέσεων δεν είναι απλώς συμβολική. Είναι μια χειροπιαστή πράξη ενότητας που μειώνει τη γραφειοκρατία, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα και φέρνει τον Καναδά πιο κοντά στην πλήρη αξιοποίηση του εγχώριου δυναμικού του», δήλωσε η Freeland. Και πρόσθεσε: «Οι επιχειρήσεις θα έχουν πλέον λιγότερα εμπόδια να ξεπεράσουν για να προσφέρουν προϊόντα και υπηρεσίες από τη μία άκρη της χώρας στην άλλη».
Η σχετική νομοθεσία (Bill C-5) πέρασε σχεδόν ομόφωνα από τη Βουλή των Κοινοτήτων στις 20 Ιουνίου και εγκρίθηκε από τη Γερουσία την προηγούμενη εβδομάδα. Η στήριξη της πρωτοβουλίας αυτής υπήρξε σχεδόν καθολική, αποδεικνύοντας πως η ανάγκη εσωτερικής ενοποίησης υπερβαίνει τις κομματικές γραμμές και αντανακλά μια κοινή επιθυμία για οικονομική πρόοδο και ανθεκτικότητα.
Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία. Ο Καναδάς αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις στην παγκόσμια σκηνή: από την εμπορική αποσταθεροποίηση που προκαλεί η πολιτική του Αμερικανού Προέδρου Donald Trump, μέχρι τις δυσκολίες πρόσβασης σε αγορές του εξωτερικού. Η απάντηση του Καναδά; Να επενδύσει στο ίδιο του το εσωτερικό, να χτίσει μια ισχυρή και χωρίς τριβές εσωτερική αγορά, ικανή να αντέξει τους κραδασμούς από έξω.
Παρά τις ομοσπονδιακές πρωτοβουλίες, οι προκλήσεις δεν έχουν ακόμη εξαλειφθεί πλήρως. Σε επαρχιακό επίπεδο, συνεχίζουν να υφίστανται εμπόδια: από γεωγραφικούς περιορισμούς στην πώληση αγαθών και διαφορές σε κανονισμούς και πρότυπα, μέχρι δυσκολίες στην κινητικότητα εργατικού δυναμικού. Ορισμένες επαρχίες έχουν ήδη υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας για τη μείωση αυτών των φραγμών, αλλά η πρόοδος είναι άνιση.
Η Επιτροπή Εσωτερικού Εμπορίου, που αποτελείται από υπουργούς και πρωθυπουργούς όλων των επαρχιών και περιοχών, πρόκειται να συνεδριάσει στις 8 Ιουλίου. Εκεί αναμένεται να παρουσιαστούν λεπτομερώς τα βήματα που έχει πραγματοποιήσει κάθε επαρχία για να ευθυγραμμιστεί με το πνεύμα της ενιαίας καναδικής αγοράς.
Σε πρόσφατη συνέντευξη της, η Freeland παραδέχτηκε πως οι οικονομολόγοι διαφωνούν ως προς το ακριβές μέγεθος του οικονομικού οφέλους από μια ενιαία εγχώρια αγορά. Ωστόσο, σημείωσε χαρακτηριστικά: «Μπορεί να μη γνωρίζουμε το ακριβές ποσό, αλλά όλοι συμφωνούν ότι είναι κάτι καλό. Θα ενδυναμώσει την οικονομία μας και θα μας κάνει πλουσιότερους, ιδιαίτερα τώρα που οι επιχειρήσεις μας αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξαγωγή προϊόντων προς τις ΗΠΑ».
Η κατάργηση των ομοσπονδιακών φραγμών αποτελεί ένα μεγάλο πολιτικό και οικονομικό στοίχημα για τον Καναδά. Αν συνοδευτεί από ουσιαστική δέσμευση των επαρχιών και περιοχών, θα μπορούσε να σημάνει μια νέα εποχή για την εσωτερική ανάπτυξη, την καινοτομία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ο δρόμος προς μια ενοποιημένη, ανθεκτική και αυτάρκη καναδική οικονομία φαίνεται πλέον ανοιχτός – και ο Καναδάς δηλώνει αποφασισμένος να τον διαβεί.