Όπως αναμενόταν, ο νέος υπουργός Εξωτερικών Γεραπετρίτης, θα μεταβεί στην Άγκυρα για συνομιλίες (5/9) με τον επίσης νέο Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν. Ουσιαστικά πρόκειται για το εναρκτήριο λάκτισμα της διμερούς διαπραγμάτευσης, που είχε δρομολογηθεί πριν τις εκλογές στις δύο χώρες, με αμερικανική-γερμανική παρέμβαση και η οποία επισήμως συμφωνήθηκε στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο Βίλνιους τον Ιούλιο. Εξ ου και η δημόσια αντιπαράθεση με κέντρο το δίλημμα «ναι ή όχι στη Χάγη».
Γράφει ο Σταύρος Λυγερός*
© slpress.gr
Δεν πρέπει να αναμένουμε κάτι εντυπωσιακό, αφού ως πρώτη συνάντηση θα είναι εκ των πραγμάτων συνάντηση γνωριμίας και μία συζήτηση για τον τρόπο διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων. Σύμφωνα, όμως, με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η πρόθεση και των δύο πλευρών είναι – τώρα που τελείωσαν οι διακοπές – οι διαπραγματεύσεις να διεξαχθούν με ταχύ ρυθμό, ώστε τους επόμενους μήνες να έχει ξεκαθαρίσει η εικόνα.
Υποτίθεται ότι στόχος είναι η υπογραφή συνυποσχετικού, με σκοπό οι δύο χώρες να παραπέμψουν τη διαφορά τους για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ στο Διεθνές Δικαστήριο. Και το ερώτημα που διχάζει την ελληνική δημόσια σφαίρα είναι, εάν η παραπομπή εξυπηρετεί ή όχι το εθνικό συμφέρον, το «ναι ή όχι στη Χάγη». Εάν κάποιος τρίτος άσχετος διάβαζε – άκουγε τις σχετικές δηλώσεις και αντιπαραθέσεις Ελλήνων πολιτικών, δημοσιογράφων και ακαδημαϊκών, θα νόμιζε ότι η Άγκυρα έχει προτείνει την παραπομπή και η Αθήνα συζητάει εάν θα την αποδεχθεί ή όχι! Προφανώς, πρόκειται για ψευδή εικόνα, την οποία φιλοτεχνεί και αναπαράγει το εγχώριο πολιτικό και μιντιακό σύστημα.
Το ερώτημα εάν η Ελλάδα πρέπει ή όχι να πάει στη Χάγη είναι απολύτως παραπλανητικό. Το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι «ναι ή όχι στη Χάγη», αλλά το «με ποιους όρους θα γίνει η παραπομπή στη Χάγη». Και για να μην αφήσω καμία αμφιβολία, ξεκαθαρίζω ότι προσωπικά συμφωνώ απολύτως με την παραπομπή, υπό την προϋπόθεση ότι το συνυποσχετικό θα ζητάει από το Διεθνές Δικαστήριο να οριοθετήσει ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα χωρίς όρους και με βάση το ισχύον διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, το οποίο έχουν υπογράψει όλες οι χώρες του κόσμου εκτός της Τουρκίας και 1-2 ακόμα. Κι αν απαιτείται συνυποσχετικό, απαιτείται επειδή η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου.
ΤΑ «ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ»
Τί είναι αυτό που έχει μέχρι τώρα εμποδίσει την παραπομπή στη Χάγη; Την εμποδίζουν οι όροι που θέτει η Άγκυρα: Απαιτεί να παραπεμφθούν στη Χάγη όχι μόνο η νομική διαφορά για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, αλλά το σύνολο των τουρκικών μονομερών επεκτατικών διεκδικήσεων, μεταξύ αυτών και τις περιβόητες «γκρίζες ζώνες» και την απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Χρησιμοποιεί, μάλιστα, τον όρο «παρεμπίπτοντα ζητήματα».
Ας σημειωθεί, ότι η Ελλάδα δηλώνει (τουλάχιστον μέχρι τώρα) ότι δεν είναι διατεθειμένη να θέσει στην κρίση ξένων δικαστών, οι οποίοι υπόκεινται και σε πολιτικές επιρροές, δύο ζωτικής εθνικής σημασίας θέματα.
Το πρώτο είναι, εάν οι 156 νησίδες (και κατοικημένα νησιά, όπως οι Οινούσσες, Φούρνοι, Αγαθονήσι), που η Άγκυρα παλαιότερα χαρακτήριζε «γκρίζες ζώνες» και τώρα τις θεωρεί «τουρκικές νησίδες υπό ελληνική κατοχή», θα παραμείνουν στην ελληνική επικράτεια ή θα παραδοθούν στην Τουρκία! Είναι προφανές, πως από την παραπομπή στη Χάγη των «γκρίζων ζωνών», η Ελλάδα έχει μόνο να χάσει, ενώ η Τουρκία μόνο να κερδίσει, αφού στο τραπέζι προς «μοιρασιά» είναι μόνο ελληνικές νησίδες. Γι’ αυτό και η Ελλάδα έχει εξαιρέσει από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου τα ζητήματα εθνικής κυριαρχίας.
Το δεύτερο εθνικής σημασίας θέμα είναι, εάν τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου θα αποστρατιωτικοποιηθούν. Εάν, όμως, αποστρατιωτικοποιηθούν (ολοσχερώς ή μερικώς), θα καταστούν απολύτως ευάλωτα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα συνολικά να μετατραπεί σε όμηρο της Άγκυρας. Γι’ αυτό και η Αθήνα έχει εξαιρέσει από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου τα ζητήματα άμυνας.
Η ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΗΣ ΧΑΓΗΣ
Η Τουρκία είναι υπό όρους διατεθειμένη προσωρινά, να μην επιμείνει στις δύο παραπάνω απαιτήσεις της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι διατεθειμένη να τις εγκαταλείψει, όπως έχει επισήμως δηλώσει στις διερευνητικές εντολές. Οι όροι για να τις θέσει σε δεύτερο πλάνο είναι το συνυποσχετικό, που θα διαπραγματευθεί με την Ελλάδα για την παραπομπή στη Χάγη, να υποδεικνύει στο Διεθνές Δικαστήριο τον τρόπο που θα οριοθετήσει υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ.
Πιο συγκεκριμένα, όπως αποδεικνύεται από τα πρακτικά των παλαιότερων διερευνητικών επαφών, οι δύο πλευρές διαπραγματεύονταν όχι μόνο το δίκαιο και τη μέθοδο με βάση τα οποία θα οριοθετήσει το Διεθνές Δικαστήριο, αλλά ουσιαστικά και το χάρτη της οριοθέτησης. Με άλλα λόγια, οι Τούρκοι ζητούν η οριοθέτηση να γίνει από τις δύο χώρες στο πλαίσιο των διμερών διαπραγματεύσεων και το αποτέλεσμα να υποβληθεί στο Διεθνές Δικαστήριο για να βάλει απλώς τη σφραγίδα του!
Η κυβέρνηση έχει ανάγκη τη σφραγίδα της Χάγης, ουσιαστικά για να περάσει την όποια συμφωνία στην ελληνική κοινή γνώμη, αφού θα ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να εναντιωθεί στη διεθνή νομιμότητα(!), ενώ στην πραγματικότητα θα είναι η κυβέρνηση που θα έχει προσυμφωνήσει με την Άγκυρα πως θα οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Ας σημειωθεί ότι το Δικαστήριο δεν έχει πρόβλημα εάν οι δύο πλευρές συμφωνούν.
ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ
«ΝΑΙ ή ΟΧΙ ΣΤΗ ΧΑΓΗ»
Στο σημείο αυτό θα αναρωτηθεί ο καλόπιστος αναγνώστης: Γιατί είναι κακό να συμφωνήσουν οι δύο κυβερνήσεις στο πως θα οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Θεωρητικά δεν είναι καθόλου κακό. Όπως, όμως, έχει ξεκάθαρα φανεί από τις μέχρι τώρα ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις, για να συνυπογράψει συνυποσχετικό η Άγκυρα θέτει ως όρο το συνυποσχετικό να παρακάμπτει τα δικαιώματα, τα οποία παρέχει το διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας στην Ελλάδα στο ζήτημα της ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας!
Με τα παραπάνω απέδειξα τον αρχικό ισχυρισμό μου, ότι το δίλημμα «ναι ή όχι στη Χάγη» είναι απολύτως παραπλανητικό.
Εάν η Τουρκία δεχθεί ένα συνυποσχετικό, το οποίο να ζητάει από το Διεθνές Δικαστήριο να οριοθετήσει με βάση το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και βεβαίως χωρίς να παρεμβάλει εδαφικές διεκδικήσεις σε νησιά, τότε η Ελλάδα δεν έχει κανένα μα κανένα πρόβλημα, ακόμα κι αν το Διεθνές Δικαστήριο δεν εφαρμόσει παντού την αρχή της μέσης γραμμής.
Αλλάζουν, όμως, ριζικά τα πράγματα, εάν η όποια κυβέρνηση χρησιμοποιήσει τη Χάγη σαν όχημα για να περιβάλει με μανδύα «διεθνούς νομιμότητας» εθνικές υποχωρήσεις που θα έχει κάνει(;) πριν την προσφυγή υπό το κράτος της τουρκικής (και αμερικανικής;) πίεσης. Η Ελλάδα δεν έχει κανένα λόγο να πάει στη Χάγη, έχοντας εκ των προτέρων παραιτηθεί μέσω του συνυποσχετικού από νόμιμα δικαιώματά της.
Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι «ναι ή όχι στη Χάγη», αλλά οι όροι παραπομπής.
ΕΞΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΥΦΕΣΗΣ
Αν η Τουρκία θεωρεί ότι αδικείται από το σημερινό εδαφικό καθεστώς και πιστεύει ότι το Αιγαίο είναι μία ειδική θάλασσα, για την οποία πρέπει να μην ισχύσουν οι γενικοί κανόνες του Δικαίου της Θάλασσας, ας αναγνωρίσει και αυτή τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου και ας παραπέμψει τις διεκδικήσεις της εκεί. Μέχρι τότε είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε με τον κακό γείτονα και να τον χειριζόμαστε όσο καλύτερα μπορούμε.
Δυστυχώς, η κυβέρνηση Μητσοτάκη –και όχι μόνο– φαίνεται πως ψάχνει τρόπο να εξαγοράσει με εθνικές παραχωρήσεις την ύφεση στο ελληνοτουρκικό μέτωπο. Όποιος, λοιπόν, υποστηρίζει την εξαγορά, ας το πει ξεκάθαρα στη δημόσια σφαίρα, αναλαμβάνοντας και την ευθύνη. Όλα τα άλλα και κυρίως το «ναι ή όχι στη Χάγη» είναι προφάσεις εν αμαρτίαις και τρόποι της εγχώριας πολιτικής και μιντιακής «ελίτ» να απεκδυθεί των εθνικών ευθυνών της.
Και βεβαίως να υπογραμμισθεί, πως ακόμα κι αν κάνουμε βαρύτατες εθνικές υποχωρήσεις η όποια ύφεση θα είναι προσωρινή. Η Άγκυρα έχει ξεκαθαρίσει (πρακτικά διερευνητικών επαφών) πως δεν πρόκειται να παραιτηθεί από καμία από τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της («γκρίζες ζώνες», αποστρατιωτικοποίηση κ.λπ.). Μπορεί να τις βάλει για λίγο στο ράφι για να κατοχυρώσει τα όποια κέρδη της στην υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και στη συνέχεια να επανέλθει στις γνωστές πρακτικές της…
*Ο Σταύρος Λυγερός έχει εργασθεί σε εφημερίδες (για 23 χρόνια στην Καθημερινή), ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Σήμερα είναι πολιτικός-διπλωματικός σχολιαστής στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN και διευθυντής του ιστότοπου SLpress.gr. Συγγραφέας 16 βιβλίων. Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973.