Είναι πρόδηλο ότι η κοινή λογική εν Ελλάδι πνέει τα λοίσθια και η Πατρίδα μας έχει περιαχθεί εις βέβαιον κρημνόν, καθότι οι Κρατικοί Θεσμοί έχουν αντικατασταθεί καθ’ ολοκληρίαν από τη στυγνή κομματοκρατία, εξ αυτού λοιπόν του λόγου, ουδείς εκ των θεσμικών αρμοδίων, καίτοι προβλέπεται, εις τη νομοθεσία, δεν αντιλαμβάνεται την ύπαρξη αυτόχρημα κατάφωρης παραβιάσεως θεμελιωδών ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων εξ αφορμής της πανδημίας.
Χαράλαμπος Β. Κατσιβαρδάς
[Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω]
Η πανδημία, ισοπέδωσε παν ψήγμα νομικού πολιτισμού, κλυδωνίζοντας εκ βάθρων και εκ θεμελίων την κοινοβουλευτική Δημοκρατία, η οποία απεδείχθη ευάλωτη προς τις βουλές της εκάστοτε εκτελεστικής εξουσίας, η οποία, ένεκεν της εκάστοτε ισχυρής πλειοψηφίας, δύναται ανενδοίαστα να αυθαιρετήσει, ψηφίζοντας νόμους οι οποίοι πέραν από αντικειμενικά άδικοι και ενδεχομένως και καταδήλως ανήθικοι, εναντιώνονται ευθέως και πασιδήλως κατά της Συνταγματικής εννόμου τάξεως.
Η κατάλυση της διάκρισης των εξουσιών και η αποψίλωση επί τη πράξει του άρθρου 26 του Συντάγματος ανάγεται ακριβώς εις το γεγονός, ότι η δικαστική εξουσία έχει καθυποταχθεί πλήρως και εξανδραποδισμένη ούσα, αποφαίνεται αναφανδόν υπέρ της Κρατικής εξουσίας ανεξαρτήτως της εννοίας του αντικειμενικώς δίκαιο, εν σχέσει προς το δίκαιο του ισχυρού ήτοι εν προκειμένω των υπέρ-εθνικών διευθυντηρίων, ή εν άλλοις λόγοις, των ιθυνόντων νοών.
Ως εκ τούτου, βάσει των ανωτέρω, ομιλούμε δια ένα καθημαγμένο ωσεί δοτό κράτος, το οποίο απαρτίζεται εκ της θεσμικής ελίτ, ήτοι μία ορισμένης και αυστηρώς περίκλειστης ομάδας-κάστας-αρχόντων, οι οποίοι, ελεγχόμενοι απολύτως και αυστηρώς υπό συγκεκριμένους στεγανούς μηχανισμούς, επιβάλλουν τις άνωθεν εντολές, καίτοι αυτές προσκρούουν εμφανώς και σφόδρα προς το δημόσιο συμφέρον.
Ο διαχωρισμός έθνους και κράτους, συνιστά μία επαγγελλόμενη ευχή προς τον απανταχού Ελληνισμό, ούτως ώστε να διαρρηχθεί λυσιτελώς ο γόρδιος αυτός στενός δεσμός, ήτοι ο επαχθής εναγκαλισμός του πολιτισμού, της ιστορίας και εν γένει της Ιερότητας του Ελληνισμού με το ξενόδουλο και υποτελές ελλαδικό κράτος των ελληνοφώνων.
Ανεξαρτήτως της ως άνω κατάστασης, στο παρόν Κράτος ο Ελληνισμός θα συρρικνώνεται και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών θα απόλλυνται καθότι η Ελλάς κηδεμονεύεται από αλλότριες ανθελληνικές δυνάμεις, οι οποίες επιδρούν άμεσα εις τη λειτουργία των κρατικών μηχανισμών εξουσίας.
Ειδικότερον, η Δικαιοσύνη δεν απονέμεται ανεξάρτητα, ιδίως διά ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος, τούτο δε το λέγω, ουχί να θίξω συλλήβδην τη Δικαιοσύνη, αλλά μία μερίδα δικαστών.
Εις το σημείον τούτο, δράττομαι της ευκαιρίας να καταδείξω μετ’ εμφάσεως τη χρόνια σοβούσα παθογένεια, η οποία ενδημεί εις το Ελλαδικό Κράτος, όπου η Δικαιοσύνη ουδόλως τολμά να υποστηρίξει με σθένος το αντικειμενικό Δίκαιο, αλλά εθελοτυφλεί περί αυτού, επιλέγοντας εκκωφαντικά, διά της τεθλασμένης νομιμοφάνειας, την οδό της συνθηκολόγησης και της αμελλητί στοίχισης προς την εκασταχού κυβερνητική πολιτική ως ένδειξη απολύτου συμμορφώσεως, με την επιβαλλόμενη καθεστηκυία τάξη.
Eξ αυτού του λόγου, ιδίως έχει επινοηθεί η αόριστη αξιολογική έννοια δημόσια υγεία, δημόσιο συμφέρον, ούτως ώστε η δικαστική εξουσία να χρησιμοποιεί και να ερμηνεύει αυθαίρετα και κατά το δοκούν τις έννοιες αυτές.
Το αυτό συνέβη με την πανδημία, συνεπεία της οποίας και ένεκεν ταύτης, ανεστάλησαν επί μακρόν θεμελιώδη τυπικά ισοδύναμα και Συνταγματικά ισόκυρα δικαιώματα των πολιτών, και δη επί μακρόν, ωσεί να έχουμε περιέλθει εις κατάσταση πολιορκίας, διότι η εξαιρετικά επείγουσα και έκτακτη κατάσταση, η οποία δικαιολογεί τη βραχεία παρέκκλιση από τις Συνταγματικές επιταγές, ελέγχεται υπό της περίπυστης αρχής της αναλογικότητας, ως προς το χρονικό διάστημα επιβολής, διότι δεν πρέπει να μεταβάλλει το θεμέλιο της πολιτικής εξουσίας.
Η κόλουρη εν τοις πράγμασι ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, τιτρώσκει το κύρος της Δημοκρατίας, όταν η Δικαιοσύνη η ίδια αναγνωρίζει την κατάλυση του δικαιώματος της εργασίας, χάριν της δημόσιας υγείας, δηλαδή να πλήττεται ο πυρήνας ενός κορυφαίου δικαιώματος διά του οποίου διασφαλίζεται η αξιοπρεπή διαβίωση του πολίτη, με αποτέλεσμα το κατ’ ευφημισμό Κράτος Δικαίου, η δήθεν Χρηστή Διοίκηση, να εκδικούνται τους πολίτες οι οποίοι εξέφρασαν ελευθέρως και δη επιστημονικώς μία διαφορετική άποψη, με συνέπεια να ευρίσκονται μετέωροι και επί μακρόν εις ένα ανεξιχνίαστο εργασιακό καθεστώς άνευ ουδεμίας προοπτικής αλλά και άνευ ορισμένης μνείας ή σχεδιασμού, δια την επιστροφή των ανθρώπων αυτών εις την εργασία της.
Ως εκ τούτου συνάγεται αιτιωδώς εκ των ως άνω, ότι εάν η δικαιοσύνη αποφάσιζε παντελώς ανεξάρτητα, ιδίως δια τέτοια είδους ζητήματα τα οποία εδράζονται σε ισχυρά εξωεθνικά παράκεντρα, καθόσον αφορά για τη Συνταγματικότητα λόγω χάριν των αναστολών εργασίας προς τους μη εμβολιασμένους, εάν δυνητικώς, υποτιθέσθω, η Δικαιοσύνη εξέδιδε μία απόφαση η οποία θα έκρινε ότι η επιβολή του υποχρεωτικού εμβολιασμού καθίσταται τεκμηριωμένα μη Συνταγματικά επιτρεπτή, θα ανατρεπόταν άρδην η κυβέρνηση, εξ αυτού του λόγου και το σύστημα μεριμνά εκ των προτέρων να υποτάξει την ιεραρχία των δικαστών τους οποίους διορίζει η εκάστοτε κυβέρνηση δυνάμει του άρθρου 90 του Συντάγματος, προκειμένου να ελέγχει την κατάσταση.
Τα εύθραυστα όρια μεταξύ Δικαιοσύνης και Πολιτικής, εν Ελλάδι, δεν τηρούνται, με αποτέλεσμα να έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη του κόσμου εις τη Δικαιοσύνη, η οποία σύμφωνα με τα ως άνω, αποκλειστικά δια μείζονες υποθέσεις, τηρεί σιγή ιχθύος ή αποφασίζει με γνώμονα όχι το πραγματικό δημόσιο συμφέρον, αλλά τις άνωθεν «αλάθητες» υποδείξεις της εκάστοτε εξουσίας.
Εν κατακλείδι, το Ελλαδικό Κράτος πυορροεί και όζει, κείται εις την κλίνη του προκρούστη και επιδιώκει να εξυπηρετήσει πιστά τους παγκοσμιοποιητές, δια του επιμελώς προαγόμενου ιδεολογήματος του εθνομηδενισμού. Επιλείψει γαρ μεν διηγούμενον ο χρόνος, το γε νυν έχον, απαιτεί σύνεση και εγρήγορση, ενόψει των μελλουμένων.