Γράφει ο
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ*
Οι ειδήσεις που εκπορεύονται από την ουκρανική πλευρά αλλά και από δυτικές πηγές ποικίλης αξιοπιστίας είναι θριαμβευτικές. Η κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα όμως στις δύο χώρες, όπως και στο πεδίο του πολέμου, δε συνηγορεί με τη θριαμβολογία.
Με τη δηλωμένη «ανοχή» της Δύσης στη χρήση στρατηγικών όπλων από την Ουκρανία, ενάντια σε στρατιωτικές υποδομές βαθιά στο εσωτερικό της Ρωσίας, επιτεύχθηκαν καταλυτικά πλήγματα στη ρωσική στρατιωτική μηχανή. Το κτύπημα της 20ης Σεπτεμβρίου σε ρωσική αποθήκη πυρομαχικών εκτιμάται, από τους ίδιους δυτικούς κύκλους, ότι κατέστρεψε 30.000 τόνους πυρομαχικών (η ατομική βόμβα στη Χιροσίμα ισοδυναμούσε με 16.000 τόνους εκρηκτικών), δηλαδή το ισοδύναμο 750.000 οβίδων πυροβολικού, δηλαδή δύο με τρεις μήνες κατανάλωσης του ρωσικού πυροβολικού.
Σε συνδυασμό με τα ανάλογα κτυπήματα σε άλλους αποθηκευτικούς χώρους ο ρωσικός στρατός, εκτιμάται, ότι σε μερικές ημέρες θα βρεθεί χωρίς πυρομαχικά στα μέτωπα του πολέμου. Οι δε όποιες επιτυχίες έχει ως τώρα πετύχει με κόπο και αίμα θα ακυρωθούν. Το δε τελικό πλήγμα στη Ρωσία εξαρτάται πλέον από το ύψος και το είδος της βοήθειας που η Δύση θα δώσει στις δυνάμεις του Κιέβου.
Το ύψος και το είδος αυτής της βοήθειας παραμένει ζητούμενο. Η Δύση επιδεικνύει μια κάποια αυτοσυγκράτηση, λαμβάνοντας υπόψη και τις πυρηνικές απειλές της Μόσχας. Σε αυτό το σημείο έχει ανοίξει μια άλλη συζήτηση. Ολοένα και περισσότεροι –ανώνυμοι συνήθως– πολιτικοί ή στρατιωτικοί αξιωματούχοι στη Δύση, υποστηρίζουν ότι οι ρωσικές απειλές είναι απλώς «μπλόφα» και ότι, ως τώρα, πλείστες όσες «κόκκινες γραμμές» της Μόσχας έχουν παραβιαστεί χωρίς συνέπειες.
Το άμεσο συμπέρασμα αυτών των «διαπιστώσεων» είναι ότι το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορούν να εμπλακούν πιο ενεργά στον πόλεμο, χωρίς να ανησυχούν για πυρηνικούς κινδύνους. Κάτι τέτοιο – μια απαγόρευση πτήσεων λόγου χάρη πάνω από την Ουκρανία που θα συμπεριλάμβανε κάθε είδους βλήματα – θα τοποθετούσε τη Ρωσία σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Θα υποχρεωνόταν έτσι να διαπραγματευθεί με τους όρους της Δύσης – του Κιέβου.
Η αισιόδοξη όσο και φιλοπόλεμη διάθεση που επικρατεί στο Κίεβο, στις δυτικές πρωτεύουσες ή στο Ευρωκοινοβούλιο, αποτελεί αντεστραμμένη εικόνα ως προς την κατάσταση στα πεδία των μαχών. Στο μέτωπο του Κουρσκ, σε ρωσικό έδαφος, όπου εξακολουθούν να εμπλέκονται σημαντικές και αξιόμαχες δυνάμεις του ουκρανικού στρατού, οι Ρώσοι ανακατέλαβαν 260 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή το 25% όσων είχαν καταλάβει οι Ουκρανοί με τον αρχικό αιφνιδιασμό.
Στη ζώνη του Ντονμπάς, η ρωσική προέλαση δείχνει εμφανή σημεία προόδου. Τις τρεις τελευταίες εβδομάδες, ο ρωσικός στρατός κατέλαβε 73 τετραγωνικά χιλιόμετρα την πρώτη εβδομάδα, 109 τη δεύτερη και 125 την τρίτη. Πριν από ένα χρόνο, όταν ξεκίνησε η τρέχουσα ρωσική επίθεση, οι ημερήσιοι πρόοδοι των ρωσικών δυνάμεων ήταν αμελητέες, μόλις 1 ως 1,5 τετραγωνικά χιλιόμετρα κατά μέσο όρο. Σήμερα, ο ίδιος δείκτης έχει ανέβει στα 15 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Επιπλέον, έχουν ολοκληρωθεί σημαντικοί στρατηγικοί στόχοι. Η μεγάλη πόλη του Ντονέτσκ έχει απαλλαγεί από τον κίνδυνο των καθημερινών βομβαρδισμών, καθώς το μέτωπο έχει μεταφερθεί 25-30 χιλιόμετρα μακριά από αυτήν.
ΡΩΣΙΚΗ ΥΠΕΡΟΧΗ
Πέρα από τις εξελίξεις στο μέτωπο, η συνολική εικόνα της Ρωσίας παρουσιάζεται διαρκώς βελτιούμενη και οπωσδήποτε πολύ μακριά από τις δυσοίωνες εκτιμήσεις της Δύσης. Οι τελευταίες βασίστηκαν στη δυναμική των πολυδιαφημισμένων «κυρώσεων» οι οποίες όμως αποδείχθηκαν απρόσμενα άσφαιρες. Το 2023 το ΑΕΠ της χώρας ενισχύθηκε κατά 3,6% (σε σταθερές τιμές 2021) ενώ, «κατά κεφαλή» έφτασε τα 40.000 δολάρια – 10% περισσότερο από το αντίστοιχο της Ελλάδας.
Το σημαντικό στοιχείο είναι ότι το 33% του ΑΕΠ προέρχεται από τη βιομηχανική παραγωγή (έναντι 16% της Ελλάδας), γεγονός που επιτρέπει στη Ρωσία να συντηρεί ένα θετικό ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών: Το 2023 οι εξαγωγές έφτασαν τα 465,4 δισ. δολάρια ενώ οι εισαγωγές στα 378,6. Οι εμπορικοί εταίροι μόνο άλλαξαν, όχι σε όφελος της Ευρώπης – οι βασικοί πλέον είναι η Κίνα και η Ινδία. Το δε ποσοστό του πληθυσμού κάτω από το όριο της φτώχειας έπεσε στο 11% (έναντι 18% -26% κατά την ΕΛΣΤΑΤ – της Ελλάδας). Η ανεργία, ειδικά στις μεγάλες πόλεις, τείνει να εξαφανιστεί.
Η δε βελτίωση των όρων ζωής και των υποδομών είναι εντυπωσιακή. Στη Μόσχα η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών ενισχύθηκε κατά 8% το 2023 (εδώ δε χωρά σύγκριση με την Ελλάδα!). Στην ίδια πόλη, το ίδιο έτος, άνοιξαν τις πύλες τους 14 νέοι σταθμοί του μετρό, ενώ τέθηκαν σε λειτουργία δύο νέες γραμμές προαστιακού σιδηροδρόμου με 74 σταθμούς συνολικά. Δεν πρόκειται για δείκτες μιας οικονομίας και μιας κοινωνίας που βρίσκονται σε απόγνωση!
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
Επιστρέφοντας στα πεδία των μαχών, η αποτελεσματικότητα των μονάδων του ρωσικού στρατού μάλλον υπερέχει της αντίστοιχης των αντιπάλων του. Με βάση τον αριθμό των μεγάλων μονάδων που εμπλέκονται στο μέτωπο του Κουρσκ, οι Ρώσοι είναι αριθμητικά υπέρτεροι των Ουκρανών, ίσως σε σημαντικό βαθμό. Χαρακτηριστική δε είναι η περίπτωση του πληρώματος του αεροπλανοφόρου «Ναύαρχος Κουζνέτσοφ», το οποίο βρίσκεται σε μακρόχρονη επισκευή. Το πλήρωμα του πλοίου, οργανωμένο σε τάγμα, διακρίθηκε στις μάχες στην περιοχή του Ντονμπάς, παρά το γεγονός ότι δεν πρόκειται για στρατεύματα κρούσης. Το δε κύμα των εθελοντών παρέμεινε σταθερό, με τη σημαντική αύξηση των μισθών και των πριμ, επιτρέποντας την αύξηση της συνολικής δύναμης του ρωσικού στρατού.
Ο κοινωνικός αντίκτυπος του πολέμου δε φαίνεται ικανός να προκαλέσει πολιτικές πιέσεις, πολύ δε περισσότερο εξελίξεις. Οι απώλειες μεγαλώνουν, καθώς ο χρόνος περνά, με βάση όμως τη γενική εικόνα του πολέμου δε φθάνουν στα επίπεδα που θέλουν οι προπαγανδιστικές εκτιμήσεις. Στις πλέον σημαντικές επιχειρήσεις εμπλέκεται δύναμη τάγματος, στις τρέχουσες καθημερινές εμπλέκονται λόχοι, διμοιρίες ή ακόμα μικρότερες ομάδες στρατιωτών.
Η τρέχουσα εικόνα των μαχών χαρακτηρίζεται ως «τσίμπημα καρφίτσας», δεν έχουμε μπροστά μας επικές συγκρούσεις. Η ανωτερότητα της άμυνας απέναντι στην επίθεση έχει επιβάλει αυτόν τον τρόπο πολέμου. Μόλις τους τελευταίους μήνες βλέπουμε τις επιθετικές πρωτοβουλίες των Ρώσων να κινούνται σε κλασικά πρότυπα, με τη δημιουργία λαβίδων γύρω από τους επιθυμητούς στόχους. Και εδώ όμως οι λαβίδες έχουν τακτικό χαρακτήρα, κλείνουν υπερβολικά γρήγορα και δεν επιδιώκουν σημαντικά – πολύ δε περισσότερο στρατηγικά – αποτελέσματα. Μόνο στους χάρτες των διαφόρων bloggers βλέπουμε τόξα μεγάλων ελιγμών, εμπνευσμένα ίσως από τα war games του διαδικτύου. Φυσικά τα σενάρια αυτά διαψεύδονται ευθύς αμέσως στο πραγματικό πεδίο.
ΥΠΟ ΠΙΕΣΗ ΤΟ ΚΙΕΒΟ
Η κοινωνική πίεση ασκείται κυρίως στην κυβέρνηση του Κιέβου. Ο λόγος εδώ είναι η προσφυγή σε υποχρεωτική στράτευση σε σαφώς μεγαλύτερη κλίμακα απ’ ότι στο απέναντι στρατόπεδο. Η απροθυμία μεγάλου ποσοστού Ουκρανών να εμπλακούν στον πόλεμο, αυτό αποδεικνύεται από τα εκατομμύρια των προσφύγων στα γειτονικά κράτη.
Το δε γεγονός ότι οι νεαροί πρόσφυγες που φεύγουν για να αποφύγουν τον πόλεμο προέρχονται από τα μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα, προσθέτουν στη δυσαρέσκεια των υπολοίπων – όσων δεν έχουν τα οικονομικά μέσα να φύγουν. Στη Ρωσία περίπου ένα εκατομμύριο άτομα έφυγαν στην αρχή του πολέμου για να μη ζήσουν μέσα σε αυτόν. Έχουν ήδη επιστρέψει οι περισσότεροι – πάνω ίσως από 500.000. Η Ρωσία έχει δουλειές και πολλές «ευκαιρίες». Η δε «φυσιολογική» καθημερινή ζωή στην Ουκρανία υπονομεύεται από τα προβλήματα στο δίκτυο ηλεκτροδότησης της χώρας.
Με τα παραπάνω δεδομένα, είναι αμφίβολο εάν η αισιοδοξία στο Κίεβο και στις δυτικές πρωτεύουσες έχει πραγματικό υπόβαθρο. Η δε διαπίστωση αυτή μάλλον δεν οδηγεί προς το τέλος του πολέμου. Έχουμε γράψει στις εδώ αναρτήσεις παλαιότερα, ότι μια μεγάλη δύναμη ξεχωρίζει καθώς έχει την πολυτέλεια να χάνει πολέμους και να εξακολουθεί να είναι μεγάλη.
Φυσικά όμως αυτό έχει προϋποθέσεις ή και ημερομηνία λήξης. Μια μεγάλη δύναμη έχει την παραπάνω πολυτέλεια όταν μεσουρανεί η ισχύς της ή όταν ανέρχεται. Της έρχεται πολύ άσχημα όταν χάνει πολέμους σε εποχές εξασθένισης ή αμφισβήτησης της κυριαρχίας της. Οι ηγέτες της Δύσης έχουν πολλές φορές βεβαιώσει ότι δεν μπορούν να επιτρέψουν την ήττα της Ουκρανίας. Τι θα κάνουν όταν αυτό συμβεί;
*Ο Γιώργος Μαργαρίτης διδάσκει από το 1985 σύγχρονη ιστορία. Αρχικά στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (1985-2004) και μετέπειτα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης όπου, από το 2004, υπηρετεί ως Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών.