Τις τελευταίες ημέρες είναι σε εξέλιξη επιθετική επιχείρηση μεγάλης κλίμακας του αζέρικου στρατού εναντίον του Αρτσάχ, που είναι γνωστό ως Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Δε θα μπούμε σε λεπτομέρειες για τα πολιτικο-διπλωματικά αυτού του θέματος, γιατί το άρθρο αυτό δεν έχει αυτόν το σκοπό.
Γράφει ο Σάββας Καλεντερίδης*
Το αδιαμφισβήτητο είναι, ότι η περιοχή του Αρτσάχ, είναι κυριολεκτικά προαιώνια κοιτίδα των Αρμενίων, όπου, μάλιστα, υπάρχει και ένα κάστρο με το όνομα Τιγρανακέρτ, το οποίο έχτισε ο Τιγράνης Β΄(140-55 π.Χ.), πιο γνωστός ως Τιγράνης ο Μέγας, βασιλιάς της Αρμενίας, υπό την ηγεσία του οποίου η Αρμενία έγινε για ένα μικρό χρονικό διάστημα, το ισχυρότερο κράτος στα ανατολικά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Το ενδιαφέρον για μας τους Έλληνες είναι, ότι στην υπόθεση αυτή έχει ενεργή εμπλοκή η Τουρκία, η οποία άνοιξε το μέτωπο αυτό μόλις λίγες εβδομάδες μετά την προσχηματική της υποχώρηση από το μέτωπο της ανατολικής Μεσογείου, με τον απόσυρση του ερευνητικού σκάφους «Oruc Reis».
Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός, ότι η Τουρκία έχει στόχο την κατάληψη του Αρτσάχ από το στρατό των Αζέρων, στον οποίο η Τουρκία παρέχει κάθε είδους υποστήριξη, των ισλαμιστών μισθοφόρων της Συρίας συμπεριλαμβανομένων.
Όμως, για το σκοπό που γράφεται αυτό το άρθρο, η κατάληψη της περιοχής του Αρτσάχ αυτή καθ’ αυτήν δεν είναι το ενδιαφέρον του πράγματος, αλλά τα σχέδιά της για την εξάλειψη από την περιοχή των Αρμενίων, κάτι που κάνει κατά την προσφιλή της τακτική σε όλες τις περιοχές που καταλαμβάνει η Τουρκία και τον τελευταίο χρόνο.
Πρόσφατα το έκανε στο Αφρίν και στη ζώνη Σερεκάνιγε-Γκίρε Σπι, στη Β. Συρία, απ’ όπου εκδίωξε ή εξολόθρευσε τους Κούρδους, διαπράττοντας μια σύγχρονη γενοκτονία.
Στο παρελθόν το έκανε στην Κύπρο, στα Κατεχόμενα, και πριν από έναν αιώνα το έκανε εναντίον των χριστιανικών λαών της Ανατολίας – Ελλήνων, Αρμενίων, Ασσυρίων.
Τα τελευταία χρόνια το κάνει εναντίον των Κούρδων της Τουρκίας, όπου διαπράττει μια πολιτική γενοκτονία, φυλακίζοντας προέδρους κομμάτων, βουλευτές, δημάρχους και χιλιάδες στελέχη του Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών (HDP).
Γενοκτονία λοιπόν και πάλι, αυτή τη φορά στους Αρμενίους του Αρτσάχ, πολύ απλά γιατί η διεθνής κοινότητα δεν πίεσε ποτέ την Τουρκία να αποδεχτεί την πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα, αυτή εναντίον των χριστιανών της Ανατολίας.
Νιώθει δικαιωμένος ο Ερντογάν για την αποτρόπαια πράξη της γενοκτονίας, γι’ αυτό συνεχίζει το βάρβαρο έργο του στα μέτωπα που προαναφέραμε. Νιώθει δικαιωμένος, γιατί το ελληνικό κράτος δεν έθεσε ποτέ ως προϋπόθεση εξομάλυνσης των σχέσεων της Ελλάδας με την Τουρκία την αναγνώριση της Γενοκτονίας.
Νιώθει δικαιωμένος, γιατί η ελληνική κυβέρνηση δε βρήκε να πει ούτε μια λέξη συμπάθειας προς τους Αρμενίους του Αρτσάχ για την εμφανή απειλή που κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους, να υποστούν γενοκτονία. Αντιλαμβανόμαστε την ιδιαιτερότητα της περίπτωσης Αρτσάχ και τους κινδύνους που υπάρχουν για τα Κατεχόμενα και το ψευδοκράτος, παρότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις. Όμως, το ζήτημα της απειλής για διάπραξη νέας γενοκτονίας, με υπενθύμιση της γενοκτονίας που υπέστησαν οι Αρμένιοι μαζί με τους Έλληνες και τους Ασσύριους έναν αιώνα πριν, θα έπρεπε να τονιστεί, ακριβώς για να μη νιώθει δικαιωμένος ο Ερντογάν.
Γιατί ό,τι δεν έκανε η ελληνική κυβέρνηση, είχε την πολιτική ευφυΐα και εντιμότητα απέναντι στην ιστορία να το πράξει η κυβέρνηση της Αρμενίας, ο πρωθυπουργός της οποίας έγραφε σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης την Πέμπτη 1 Οκτωβρίου: «Γιατί επέστρεψε η Τουρκία στο Νότιο Καύκασο 100 χρόνια αργότερα; Για να συνεχίσει την αρμενική γενοκτονία. Για την Τουρκία, ωστόσο, η συνέχιση μιας γενοκτονικής πολιτικής δεν είναι μόνο ένα μέσο εφαρμογής της αρμενοφοβίας, αλλά και μια απλή εμπεδωμένη πρακτική».
Νιώθει δικαιωμένος ο Ερντογάν, λοιπόν, γιατί εκτός από τα λάθη των κυβερνήσεων, εμείς, οι απλοί πολίτες, οι λαοί που υπεστήκαμε γενοκτονία, δεν ενωθήκαμε με μια κοινή στρατηγική, για να αφυπνίσουμε και να κινητοποιήσουμε τη διεθνή κοινότητα.
Δυστυχώς, η στάση της κυβέρνησης απέναντι στο επιχειρούμενο έγκλημα της συνέχισης της Γενοκτονίας των Αρμενίων επηρέασε τους πολίτες στην Ελλάδα.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την έλλειψη κοινής στρατηγικής και ενότητας, φάνηκε την Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020 στην πλατεία Συντάγματος, όπου οι Αρμένιοι της Ελλάδος έκαναν εκδήλωση διαμαρτυρίας για την επίθεση στο Αρτσάχ.
Αρκετοί Αρμένιοι και ελάχιστοι Έλληνες, πλήρης απουσία του λεγόμενου οργανωμένου μικρασιατικού και ποντιακού χώρου. Μπορεί τις ευθύνες να τις έχουν οι διοργανωτές, όμως η πραγματικότητα ήταν θλιβερή.
Τουναντίον, στην Κύπρο, η κυβέρνηση της οποίας έκανε μια στιβαρή και ιστορικά δίκαιη ανακοίνωση για την επίθεση στο Αρτσάχ, είδαμε και περισσότερο κόσμο, κυρίως νεολαία, αλλά και ένα σύνθημα, που έδειξε ότι ο λαός μπορεί να δείχνει το δρόμο στις κυβερνήσεις.
Ένα σύνθημα που μας έδωσε ελπίδα: «Κύπρος, Πόντος, Αρμενία – Όχι άλλη Γενοκτονία» βροντοφώναξαν Αρμένιοι και Έλληνες στη διχοτομημένη και όχι «διχασμένη» Λευκωσία.
Ας ελπίσουμε, ελληνική κυβέρνηση και πολίτες να έλαβαν το μήνυμα.
*Ο Σάββας Καλεντερίδης (Βέργη Σερρών, 1960) είναι Έλληνας αξιωματικός εν αποστρατεία, πρώην πράκτορας της ΕΥΠ και μετέπειτα συγγραφέας και γεωστρατηγικός αναλυτής, γνωστός για τη συμμετοχή του στην υπόθεση Οτζαλάν.