Γράφει ο
ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΜΙΧΑΣ*
Πολύ δεν ασχοληθήκαμε με αυτή την περιβόητη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο; Και τι έγινε που βρέθηκαν οι δύο ηγέτες; Οι Μητσοτάκης-Ερντογάν συναντήθηκαν στο περιθώριο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη. Έστω ότι δεν είχαν συναντηθεί. Τι ακριβώς θα είχε αλλάξει επί της ουσίας;
Αν είχαν συναντηθεί σε κάποιον διάδρομο του κτιρίου και είχαν πει στα όρθια μερικές κουβέντες, δε θα είχε αλλάξει τίποτε επί της ουσίας. Ο Μητσοτάκης, μάλιστα, έκανε φιλοφρόνηση στον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, για τη μπλε γραβάτα του. Τελικά, μας μένει για μια ακόμη φορά το “καλό κλίμα”, όπως μεταδίδουν διπλωματικές πηγές. Εκεί ήταν οι υπουργοί Εξωτερικών, Γεραπετρίτης και Φιντάν και οι επικεφαλής των διπλωματικών τους γραφείων, Άννα Μαρία Μπούρα και Ακίφ Τσαγατάι Κιλίτς. Εδώ που τα λέμε όμως, το κλίμα στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικό, αφού στην παρούσα διπλωματική συγκυρία, οι Τούρκοι επιχειρούν εξόφθαλμα να προσεγγίσουν ξανά με τις ΗΠΑ και τη Δύση γενικότερα.
Λίγο η ταλαιπωρία από τις κυρώσεις, λίγο οι ρωσικές επιδόσεις στο μέτωπο της Ουκρανίας, πολύ η κρίση στη Μέση Ανατολή, υποχρεώνει την Άγκυρα να ελίσσεται. Οι υψηλοί τόνοι κατά της Ελλάδας στην παρούσα συγκυρία είναι μάλλον περιττοί, αφού η ελληνική πλευρά φροντίζει να εξυπηρετεί την τουρκική πολιτική, με φαινομενικά ανώδυνες υποχωρήσεις, όπως συνέβη στην Κάσο. Όταν ο Ερντογάν έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα κερδίζει πόντους, δεν έχει συμφέρον να αλλάξει τακτική.
Μερικές φορές οι παρατηρητές μπαίνουν στον πειρασμό να συμπεράνουν, ότι οι Έλληνες γνήσια πιστεύουν πως κάτι μπορεί να αλλάξει κι ότι μπορεί κάποια στιγμή με ευέλικτη πολιτική να καταλήξουμε σε μια συμφωνία με την Τουρκία. Με την εν λόγω ψευδαίσθηση συντάσσεται και η καταφανής επιθυμία της πολιτικής ελίτ της χώρας να απεμπλακεί από τις εξοπλιστικές δαπάνες, συνδέοντάς τις αποκλειστικά με την Τουρκία! Δεν τις θεωρεί δηλαδή εγγενές και αναπόφευκτο χαρακτηριστικό των σύγχρονων διεθνών σχέσεων. Κι ας έχει πάρει όλος ο κόσμος φωτιά… και δεν είναι μόνο αυτό.
Η ελληνική πολιτική ελίτ συμπεριφέρεται λες και έχει απέναντι κάποια χώρα που σταμάτησε να διεκδικεί, λόγω των συμφωνιών που υπέγραψε. Λες και το δίδυμο Γαλλία-Γερμανία, έχει αντιστοίχιση με το δίδυμο Ελλάδα-Τουρκία! Δεν πρόκειται για παλαιούς εχθρούς που τα βρήκαν, ένα επιχείρημα που τόσο συχνά χρησιμοποιείται για να στηρίξει το αφήγημα της διμερούς εξομάλυνσης. Και ποιος δε θα ήθελε εξομάλυνση, εάν αυτή γινόταν με βάση το διεθνές δίκαιο και όχι με την απειλή άσκησης στρατιωτικής βίας, όπως κάνει η Άγκυρα.
ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ: Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΛΙΤ
Είναι οι ίδιοι Έλληνες πολιτικοί που συνεχώς μνημονεύουν τον δήθεν καταλυτικό διεθνή ρόλο της χώρας μας – πάντα υπό τη δική τους ηγεσία, όχι των αντιπάλων τους! Λες και υπάρχει τόσο απρόθυμη στα θέματα άμυνας χώρα στον πλανήτη που να παίζει διεθνή ρόλο! Μια χώρα δηλαδή, που σε κάθε ευκαιρία να διαβιβάζει το μήνυμα, ότι δεν κατανοεί τα βασικά των διεθνών σχέσεων από καταβολής κόσμου. Με τέτοιες θολές αντιλήψεις για το διεθνές περιβάλλον, στο οποίο κινείται και καλείται να επιβιώσει η Ελλάδα, δεν αποτελεί έκπληξη η δυσανάλογη με την πραγματικότητα σημασία που δίνει η Αθήνα σε συναντήσεις, όπως αυτή με τον Ερντογάν. Είναι αμφίβολο εάν η κυβέρνηση Μητσοτάκη (και όχι μόνο) κατανοεί επαρκώς, ότι η μοναδική χρησιμότητα της ύφεσης στα ελληνοτουρκικά είναι για να αξιοποιηθεί ο χρόνος, ώστε η Ελλάδα να εμφανιστεί πιο έτοιμη στον επόμενο γύρο της έντασης.
Ακόμα κι αν υποθέσει κανείς ότι με κάποιον μαγικό τρόπο δε θα έρθει ποτέ, σίγουρα δε θα είναι το αποτέλεσμα… επιφοίτησης των Τούρκων, αλλά διότι αυτό θα υπαγορεύει το συμφέρον τους. Θα έπρεπε, όμως, να αφήνονται λιγότερα στην τύχη. Να γίνει επιτέλους αντιληπτό ότι χώρες όπως η Τουρκία αντιλαμβάνονται μόνο τη γλώσσα της ισχύος. Καταλαβαίνουν και προσαρμόζονται αναλόγως, όταν ο αντίπαλός τους αρνείται αποτελεσματικά και αποφασιστικά τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, επί του πεδίου.
Προς το παρόν, οι Τούρκοι βολεύονται από την ύφεση. Εξ’ ου και η ρητορική τους διά χειλέων Ερντογάν: «Θέλουμε να δούμε το Αιγαίο Πέλαγος και την Ανατολική Μεσόγειο ως μια περιοχή σταθερότητας και ευημερίας, όπου τα νόμιμα συμφέροντα όλων των ενδιαφερομένων μερών γίνονται σεβαστά. Είναι προς το κοινό συμφέρον ολόκληρης της περιοχής να αναπτυχθεί συνεργασία, ιδίως όσον αφορά την οριοθέτηση των θαλάσσιων δικαιοδοσιών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, την ελευθερία και την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και του θαλάσσιου εμπορίου».
Πόσο όμορφα λόγια! θα μπορούσαν να εκπροσωπούν δήλωση της ελληνικής πλευράς! Έχει και ενδιαφέρουσες… κωδικές αναφορές: Νόμιμα συμφέροντα! Κοινό συμφέρον! Συνεργασία! Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο! Αναρωτιέται ο καλόπιστος παρατηρητής: Πώς είναι δυνατόν τα προβλήματα να μη βρίσκουν λύση; Εάν δεν του το πει όμως η Αθήνα, ποιος θα του το πει; Λίγη ώρα πριν συναντήσει τον Μητσοτάκη, ο Ερντογάν ζήτησε από την έδρα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ την αναγνώριση του ψευδοκράτους!
ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ-ΕΡΝΤΟΓΑΝ
Πώς να συζητήσεις ορθολογικά και δημιουργικά; Όλα με ένα θέατρο μοιάζουν. Και δεν είναι μόνο αυτό. Η Τουρκία έχει τη δική της, διακριτή και πολύ βολική για την ίδια, ερμηνεία του διεθνούς δικαίου. Και δε συναινεί στο να αφήσει ένα διεθνές δικαστήριο να αποφανθεί αυτό τι στην ευχή εννοεί και τι όχι το διεθνές δίκαιο, π.χ. αν τα νησιά δικαιούνται θαλασσίων ζωνών και πόσο. Διεθνής νομολογία υπάρχει πλούσια, με τους δικαστές να έχουν χρησιμοποιήσει πολλαπλά κριτήρια. Κάπου θα δικαιωθείς και κάπου όχι. Έτσι, όμως, ίσως βρεθεί μια λύση…
Η Τουρκία, που επιδιώκει να κερδίσει τα πάντα δια της ισχύος, επιχειρεί να νοθεύσει τη διαδικασία, θέτοντας ζητήματα αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας! Και κάπως έτσι η διαδικασία βραχυκυκλώνεται. Τούτων λεχθέντων, πόσο αφελής ακούγεται η στόχευση της Αθήνας για την επιβεβαίωση της βούλησης για τη διατήρηση των ήρεμων νερών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, τη συνέχιση του πολιτικού διάλογου και το σύνηθες επιδόρπιο περί «ήπιας διπλωματίας, πολιτικού διαλόγου, θετικής ατζέντας, μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης»! Και άντε πάλι σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας.
Σε δουλειά να βρισκόμαστε δηλαδή. Όλα αυτά, όμως, βοηθούν την Άγκυρα να παριστάνει το “καλό παιδί”. Ας φροντίσουμε και εμείς να μην περιοριστούμε αποκλειστικά και μόνο στο να αποτρέπουμε την ένταση. Δηλαδή, αυτό να μη γίνεται αυτοσκοπός. Καλή η ηρεμία, αρκεί να χρησιμοποιείται για την οικοδόμηση ικανοτήτων που θα επιβάλλουν στην πράξη την ηρεμία, υπονομεύοντας την ικανότητα της Τουρκίας να τη διαταράξει, όπως η ιστορία μας δείχνει ότι κάνει.
*Ο Ζαχαρίας Μίχας είναι συνιδρυτής και διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ/ISDA). Διαθέτει μεταπτυχιακό τίτλο στις Στρατηγικές Σπουδές (MSc.Econ in Strategic Studies) από το τμήμα Διεθνούς Πολιτικής του Πανεπιστημίου της Ουαλίας. Το πρώτο του πτυχίο είναι από το τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Ειδικεύεται σε θέματα στρατηγικής, πληροφοριών και ασχολείται με ζητήματα διεθνούς ασφαλείας.