Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έγινε η απαρχή ενός πολέμου, ο οποίος φαινόταν από την αρχή ότι θα είναι μακρύς. Η συστράτευση της Δύσης στο πλευρό της Ουκρανίας είχε ένα βασικό στόχο. Την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και κυρίως του δικαιώματος μιας ανεξάρτητης χώρας στην καρδιά της Ευρώπης, να αποφασίζει ελευθέρα για τις τύχες της.
Νίκος Μελέτης*
© Liberal.gr
Ο πόλεμος αυτός εξελίχθηκε σε έναν αγώνα της Δύσης για να αποκρουστεί ένας επικίνδυνος ιστορικός αναθεωρητισμός, σε έναν αγώνα της δημοκρατίας εναντίον του αυταρχισμού, της φιλελεύθερης κοινωνίας απέναντι στο σκοταδιστικό οπισθοδρομισμό.
Στο πλευρό της Ουκρανίας βρέθηκαν όχι μόνο οι κυβερνήσεις αλλά και οι λαοί της Ευρώπης, που έχουν πληρώσει ακριβά το τίμημα ιστορικών τυχοδιωκτισμών στη διάρκεια του 20ου αιώνα.
Όμως, η μάχη της Ουκρανίας, εξελίσσεται εντελώς διαφορετικά. Οι ΗΠΑ και οι στενοί σύμμαχοι τους στην Ευρώπη, Βρετανία, Βαλτικές χώρες, Πολωνία, θεωρούν ότι μπορεί στις στέπες της Ουκρανίας να παρθεί η ρεβάνς, για το γεγονός ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος άφησε τη Σοβιετική Ένωση δυνατή και κυρίαρχη στη μισή σχεδόν Ευρώπη, επιβάλλοντας σε μεγάλο μέρος της Ηπείρου μας ένα καθεστώς που κράτησε δεκαετίες πίσω τις χώρες και τους λαούς του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Γεννήθηκε ο πειρασμός να χρησιμοποιηθεί η ρωσική επιθετικότητα εναντίον της Ουκρανίας προκειμένου να γυρίσει δια της βίας η Ρωσία πίσω στα σύνορα της, να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια επιρροής πέραν των συνόρων της και κυρίως, να βγει έξω από το παγκόσμιο παιγνίδι, όπου η μεγάλη αναδυόμενη απειλή είναι η Κίνα.
Και σε αυτό το παιγνίδι, βασικός συντελεστής είναι η αποδυνάμωση και αποκαθήλωση του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Δυσάρεστη διαπίστωση των μηνών του Πολέμου είναι, ότι τελικά η Δύση δεν είναι όλος ο κόσμος, ούτε ο κόσμος όλος είναι η Δύση. Και αυτό φάνηκε από τις λίγες άλλες χώρες που ακολούθησαν το ΝΑΤΟ και την ΕΕ…
Η Δύση είναι προφανές, ότι δεν προτίθεται να προσφέρει τους εξοπλισμούς, που θα μπορούσαν ίσως να ενισχύσουν την Ουκρανία, ώστε να αντιπαρατεθεί σε μια ευθεία πολεμική σύγκρουση με τη Ρωσία, γνωρίζοντας ότι τότε θα μπορούσε να εγκλωβισθεί σε μια απευθείας αναμέτρηση ΝΑΤΟ – Ρωσίας με καταστροφικές συνέπειες για όλους.
Και έτσι επιλέγει να συντηρεί την Ουκρανία, ώστε να αμύνεται όσο μπορεί και χωρίς να έχει πια δυνατότητα να επιδιώξει δια των όπλων την απελευθέρωση των εδαφών που έχει καταλάβει η Ρωσία στην Ανατολική και Νότια Ουκρανία, διαμορφώνοντας τετελεσμένα επί του εδάφους.
Και έτσι διαμορφώνεται ένα σκηνικό διαρκούς σύγκρουσης, που δε θα έχει τελικό καθαρό νικητή.
Ούτε η Ρωσία θα μπορέσει να καταλάβει σημαντικά περισσότερα εδάφη της Ουκρανίας, όπως ίσως επιθυμούσε, αλλά ούτε η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει το χαμένο έδαφος.
Όμως, η σύγκρουση αυτή πλέον παίρνει άλλες διαστάσεις, καθώς η προσπάθεια της Δύσης με την καθοδήγηση των ΗΠΑ και την απουσία ισχυρής ευρωπαϊκής ηγεσίας, να τιθασεύσει και καθυποτάξει τη Ρωσία μέσω των κυρώσεων, απειλεί όχι μόνο την απονομιμοποίηση εντός των ευρωπαϊκών κοινωνιών της στήριξης που προσφέρεται στην Ουκρανία, αλλά και με μια βαθιά διαλυτική κρίση στο εσωτερικό της Ευρώπης, που θα αποσυνθέσει ακόμη περισσότερο το ιδιαίτερα ευαίσθητο και ευάλωτο σε πιέσεις ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η αγριότητα της ρωσικής επίθεσης και, η με απροκάλυπτο τρόπο, επίδειξη του επεκτατικού αναθεωρητισμού της Ρωσίας, οδήγησε ακόμη και τις πιο ανοικτές, στις σχέσεις με τη Ρωσία, ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, να συνταχθούν με τη σκληρή γραμμή.
Και τώρα πλέον η Ε.Ε. βρίσκεται αντιμετώπιση με την πιο βαθιά ίσως κρίση των τελευταίων δεκαετιών, καθώς ο πληθωρισμός, η επερχόμενη ύφεση, τα θηριώδη ελλείμματα και κυρίως ο τρόμος του ενεργειακού μπλακ άουτ, έρχονται να προστεθούν στα τεράστια βάρη που προκάλεσε η πανδημία.
Οι κοινωνικές εκρήξεις δε βρίσκονται μακριά, για κοινωνίες που βλέπουν τα τελευταία χρόνια να συρρικνώνεται η ευημερία που χαρακτήριζε την Ευρώπη, με μια Γηραιά Ήπειρο που χάνει το τρένο της παγκοσμιοποίησης, που μένει πίσω στην τεχνολογική επανάσταση, στην έρευνα, στην καινοτομία, και πλέον δεν μπορεί όχι απλώς να διατηρήσει το κοινωνικό κράτος αλλά θα δυσκολευθεί να ανταποκριθεί σε βασικές ανάγκες των πολιτών της.
Το κλίμα γίνεται ακόμη πιο βαρύ, καθώς η πανδημία είναι κάτι που ήρθε από το άγνωστο, αλλά η επερχόμενη κρίση είναι αποτέλεσμα λανθασμένων εκτιμήσεων των ευρωπαϊκών ηγεσιών, για την αποτελεσματικότητα και τις παράπλευρες συνέπειες της τυφλής σύγκρουσης, μέσω των κυρώσεων με τη Μόσχα.
Η προοπτική συμβιβασμού με την επίτευξη εκεχειρίας και την έναρξη διαπραγματεύσεων για την τύχη των περιοχών που έχουν καταληφθεί από τη Ρωσία, φαίνεται μακριά. Και απομακρύνεται όλο και περισσότερο, καθώς η Ουκρανική ηγεσία θεωρεί ότι δεν πρέπει να χάσει την ευκαιρία, για μια μέχρι τέλους αντιπαράθεση με τη Ρωσία, και φυσικά δεν μπορεί να υποχωρήσει όταν η Δύση στέκεται στο πλευρό της, στηρίζοντας τους όρους που θέτει.
Και από την άλλη πλευρά, και η Μόσχα όσο συνεχίζει να αιμοδοτείται και από την ίδια την Ευρώπη αλλά και από τις νέες αγορές των υδρογονανθράκων της, μπαίνει στον πειρασμό για μια σε βάθος χρόνου αντιπαράθεση με την Ευρώπη, έναν αγώνα για το ποιος θα γονατίσει πρώτος. Και αυτή είναι η πιο επικίνδυνη φάση, στην οποία έχουμε ήδη εισέλθει.
Πιστεύει κανείς όμως, ότι ακόμη κι αν ο Πούτιν ανατραπεί, η Ρωσία θα εξαφανισθεί από το προσκήνιο; Ότι ξαφνικά θα εξευρωπαϊστεί και θα μετατραπεί σε μια χώρα «συστημική»; Ότι θα τιθασευτεί ο ρωσικός εθνικισμός; Ή πιστεύει κανείς, ότι μπορεί να υπάρξει ασφάλεια και ευημερία στην Ευρώπη, χωρίς να υπάρξει μια καθαρή σχέση με τη Ρωσία;
Οι φωνές της λογικής έχουν υποχωρήσει (εάν υπήρχαν βεβαίως τέτοιες φωνές στη Μόσχα), η αντιπαράθεση θα συνεχιστεί με ολέθριες συνέπειες, τις οποίες πληρώνουν οι Ουκρανοί πολίτες, οι Ευρωπαίοι αλλά και οι Ρώσοι πολίτες αλλά και εκατομμύρια άνθρωποι σε φτωχές κυρίως χώρες, που κινδυνεύουν από την πείνα.
Το δίλημμα πλέον, μεταξύ του κινδύνου της αποδοχής τελικά του ρωσικού επεκτατισμού και της Ειρήνης, με επίτευξης νέας ισορροπίας με τη Ρωσία, γίνεται οδυνηρό. Με την Ευρώπη να χάνει σταδιακά και τα ελάχιστα πατήματα που είχε, ώστε πραγματικά να αποτελεί μια παγκόσμια δύναμη και οικονομική και πολιτική και την παγκόσμια αποσταθεροποίηση να αποτελεί τη νέα κανονικότητα.
Και ο πόλεμος της Ουκρανίας δείχνει να μετατρέπεται πια σε έναν πόλεμο που χάνει το νόημα του και όλο περισσότερο μοιάζει με έναν πόλεμο που τελικά δε θα κερδηθεί.
*Ο Νίκος Μελέτης γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά το 1962. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών της Νομικής Σχολής Αθηνών. Άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος το 1987. Από το 1990 καλύπτει το διπλωματικό ρεπορτάζ, αρχικά στην ΕΡΤ και κατόπιν και στην εφημερίδα «Έθνος». Αρθρογραφεί στο liberal.gr.