Σε προηγούμενο άρθρο, είχαμε αναφερθεί στο πόσο αναγκαίος για την ίδια την επιβίωση της χώρας, είναι ο απόλυτος ελληνικός έλεγχος του Αιγαίου. Αυτή η θέση χαρακτηρίστηκε από κάποιους, όπως θα περίμενε κανείς, μαξιμαλιστική, ουτοπική και φυσικά εθνικιστική! Όμως δεν είναι τίποτα παραπάνω, από την παραδοχή της πραγματικότητας. Η Ελλάδα δε θέλει να κυριαρχήσει στο Αιγαίο για κανέναν άλλον λόγο, παρά μόνο γιατί το Αιγαίο αποτελεί κομμάτι της επικράτειάς της.
Κώστας Γρίβας*
© slpress.gr
Αυτήν την απλή αλήθεια, την επιβεβαίωση της οποίας μάς δίνει αβίαστα μια ματιά στο χάρτη, μας την κρύβει από τα μάτια μας μια συντονισμένη επίθεση πληροφοριακού πολέμου που διεξάγει εδώ και χρόνια η Άγκυρα εναντίον της πατρίδας μας, με όχημα ένα πολυπλόκαμο και πολυεπίπεδο δίκτυο Ελλήνων διαμορφωτών γνώμης. Το γεγονός ότι αντικειμενικά λειτουργούν σαν φερέφωνα των τουρκικών απόψεων, δε σημαίνει υποχρεωτικά ότι είναι όργανα της Άγκυρας. Σε κάποιες περιπτώσεις, αρκεί και η ιδεολογική τύφλωση.
Αυτοί οι δημοσιολόγοι, λοιπόν, προσπαθούν με κάθε τρόπο να επιβάλουν στον ελληνικό λαό την αντίληψη ότι υπάρχουν δύο χώρες, η Ελλάδα και η Τουρκία, και ανάμεσά τους βρίσκεται μια θάλασσα, το Αιγαίο. Το οποίο, φυσικά, χάρη καλής γειτονίας, πρέπει να το μοιράσουν «δίκαια». Η άποψη αυτή θα είχε νόημα, αν το Αιγαίο ήταν μια κενή θάλασσα. Δεν είναι όμως. Αντιθέτως, είναι γεμάτο νησιά. Και τα νησιά αυτά είναι ελληνικά. Τόσο απλά.
Το Αιγαίο είναι γεμάτο νησιά, τα νησιά αυτά κατοικούνται, εδώ και χιλιάδες χρόνια, από ελληνικές κοινότητες, και με βάση τούς θεμελιώδεις κανόνες του διεθνούς δικαίου, έχουν πλήρη δικαιώματα όπως τα ηπειρωτικά εδάφη. Το δε περιβόητο ψευδο-επιχείρημα για τη μεγάλη ακτογραμμή της Τουρκίας, η οποία υποτίθεται ότι της προσφέρει δικαιώματα στο Αιγαίο, θα είχε νόημα, μόνο αν απέναντι από τις τουρκικές ακτές υπήρχε ανοικτή θάλασσα.
Όμως, ακριβώς έξω από τις ακτές της Μικράς Ασίας βρίσκεται μια ενιαία και αδιαίρετη αλυσίδα ελληνικών νησιών, που ξεκινά από τη Σαμοθράκη και φθάνει στο Καστελόριζο. Κι αυτό προέκυψε, επειδή ιστορικά και οι μικρασιατικές ακτές κατοικούνταν από Έλληνες. Η σημερινή συνοριακή γραμμή είναι αποτέλεσμα των εξελίξεων στο πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα (Βαλκανικοί Πόλεμοι και Μικρασιατική Καταστροφή).
Με βάση, λοιπόν, τη Συνθήκη της Λοζάνης του 1923 και των Παρισίων του 1947 (για τα Δωδεκάνησα), τα όποια τουρκικά δικαιώματα φθάνουν μέχρι εκεί που συναντούν την ελληνική νησιώτικη αλυσίδα με τα νόμιμα δικαιώματά της σε θαλάσσιες ζώνες.
Δηλαδή, αν υπήρχε απέναντι από τις ακτές της Μικράς Ασίας μια χερσόνησος, η Τουρκία θα δικαιούνταν να διεκδικεί τις θάλασσες βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά από αυτήν, προβάλλοντας το μήκος της ακτογραμμής της; Προφανώς όχι. Πολλώ δε μάλλον, που πίσω από την αλυσίδα νησιών του ανατολικού Αιγαίου δεν υπάρχει ανοικτή θάλασσα, αλλά ένα πλέγμα αρχιπελαγικών δομών και μεμονωμένα ελληνικά κατοικημένα νησιά.
ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟ
Το Αιγαίο λοιπόν, δεν είναι ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, είναι στο συντριπτικό μέρος του μέσα στην Ελλάδα. Δεν είναι ούτε «η θάλασσα που μας ενώνει», ούτε «η θάλασσα που μας χωρίζει». Δεν είναι τυπική θάλασσα. Είναι πρωτίστως «θαλάσσιο έδαφος». Για την ακρίβεια, το Αιγαίο αποτελείται από ελληνικά εδάφη με τη θάλασσα που τα περιβάλλει. Και φυσικά είναι νομικά και εθνικά απαράδεκτο να συζητάμε, για το αν τα ελληνικά νησιά θα έχουν χωρικά ύδατα μικρότερα των 12 ναυτικών μιλίων. Και είναι απαράδεκτο νομικά, επειδή είναι σε πλήρη αντίθεση με το διεθνές δίκαιο και τη διεθνή πρακτική.
Χωρικά ύδατα 12 ναυτικών μιλίων αναγνωρίστηκαν ακόμη και σε μεμονωμένα, ακατοίκητα νησιά, που βρίσκονταν σε μεγάλες αποστάσεις από τον κύριο κορμό των χωρών τους, δίπλα σε άλλες χώρες. Σε αρχιπελαγικές δε δομές, όπως αυτές του Αιγαίου, τα δώδεκα ναυτικά μίλια είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία για να υπάρχει ενότητα των νησιών. Παρεμπιπτόντως, η συζήτηση για το αν τα ελληνικά νησιά θα έχουν χωρικά ύδατα 12 ναυτικών μιλίων, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, δε θα υπήρχε, αν για παράδειγμα η ελληνική επικράτεια περιοριζόταν μόνο στα νησιά του Αιγαίου, η ηπειρωτική Ελλάδα δεν υπήρχε και στη θέση της ήταν ανοικτή θάλασσα.
Σε αυτήν την περίπτωση, η Ελλάδα θα ήταν μια νησιωτική αρχιπελαγική χώρα και όλες οι αιτιάσεις της Τουρκίας για μειωμένα χωρικά ύδατα και για ανυπαρξία υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ δε θα υπήρχαν, ή τουλάχιστον δε θα υπήρχαν ως «λογικές» τουρκικές αξιώσεις, όπως προσπαθεί να μας πείσει η εγχώρια διακομματική προέκταση (με την έννοια που προσδιορίσαμε παραπάνω) της τουρκικής προπαγανδιστικής μηχανής.
Τα 12 ναυτικά μίλια, η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα των νησιών του Αιγαίου, θα ήταν αυτονόητα σε αυτήν την υποτιθέμενη μισή Ελλάδα που θα περιλάμβανε μόνο τα νησιά του Αιγαίου. Όμως, οι θιασώτες της τουρκικής «αλήθειας», προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει, γιατί η Ελλάδα δεν είναι μόνο τα νησιά του Αιγαίου αλλά και η ηπειρωτική Ελλάδα. Με άλλα λόγια, με κάποιον παράδοξο τρόπο, κατανοητό μόνον σε αυτούς, επειδή η Ελλάδα δεν περιορίζεται στα νησιά του Αιγαίου, αλλά έχει και ηπειρωτικό κομμάτι, τα δικαιώματα των νησιών μειώνονται μέχρις εξαφανίσεως!
ΗΤΤΑ Ο ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ ΜΕ ΤΟΥΡΚΙΑ
Επιπροσθέτως, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι τυχόν «συμβιβασμός» με την Τουρκία, που θα συνεπάγεται την αποδοχή από πλευράς της Ελλάδας ότι τα νησιά δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα με την ηπειρωτική ακτή, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός από την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα. Είναι αδιανόητο για νησιωτικές χώρες, όπως είναι η Βρετανία, η Ινδονησία, η Ιαπωνία ή οι Φιλιππίνες, ή χώρες που έχουν αρχιπελαγικές δομές μακριά από τον ηπειρωτικό κορμό, όπως η Ισπανία, να δεχθούν κάτι τέτοιο ως γενικό κανόνα.
Δεν μπορούν καν να το αντιμετωπίσουν ως «ειδική περίπτωση», όπως το πλασάρει η Άγκυρα, γιατί η Ελλάδα έχει ξεκάθαρα και απόλυτα δίκιο, ενώ η Τουρκία ξεκάθαρα και απόλυτα άδικο, όσο διευρυμένη και αυθαίρετη ανάγνωση του διεθνούς δικαίου και αν κάνει κανείς. Θα αντιμετωπίσουν, λοιπόν, ολόκληρη την Ελλάδα ως ειδική περίπτωση. Η Ελλάδα θα αντιμετωπιστεί ως κάτι λιγότερο από χώρα. Θα θέσει αυτοβούλως τον εαυτό της εκτός του διεθνούς δικαίου και έτσι αυτομάτως θα υποβαθμιστεί στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας. Θα γίνει ένα θολό γεωπολιτικό σχήμα, ασήμαντο και θνησιγενές.
Όσοι λοιπόν προωθούν, συζητάνε και αποδέχονται «συμβιβασμό» με την Τουρκία, για «Πρέσπες του Αιγαίου» ή για «διζωνικό, δικοινοτικό Αιγαίο», όπως εμπνευσμένα είχε γράψει ο Μάριος Πουλικκάς στο «Φιλελεύθερο», θα πρέπει να έχουν υπόψη τους, ότι τυχόν παρόμοια εξέλιξη δε θα σημάνει απλώς εθνική ήττα, ταπείνωση και ακρωτηριασμό. Θα αποτελέσει και ένα συντριπτικό και πιθανώς θανατηφόρο πλήγμα στην υπόσταση της χώρας εν συνόλω.