Μετά από 15 χρόνια ουσιαστικής απραξίας στην ενίσχυση των Ενόπλων μας Δυνάμεων (ΕΔ) με νέα οπλικά συστήματα, εκσυγχρονισμό μέσης ζωής των παλαιών και κυρίως με συντήρηση και αξιοποίηση των υπαρχόντων, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανήγγειλε το Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου στη Θεσσαλονίκη ένα έκτακτο εξοπλιστικό πρόγραμμα. Σκοπός του προγράμματος, είναι να αυξήσει τα επόμενα χρόνια τις επιχειρησιακές δυνατότητες των τριών Κλάδων των ΕΔ για να αποκατασταθεί η αποτρεπτική τους ισχύς.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Λουκόπουλος
Στην παρούσα Κυβέρνηση «έπεσε ο κλήρος» να διαχειριστεί άκρως οξυμένο πλέον, το λόγω λανθασμένων πολιτικών προηγουμένων κυβερνήσεων, διαρκώς διογκούμενο πρόβλημα της τουρκικής απειλής. Για να πούμε όμως την αλήθεια, και η ίδια για αρκετούς μήνες της διακυβέρνησης της, υποτίμησε αυτόν τον σοβαρό κίνδυνο ασφαλείας και δυστυχώς έχασε πολύτιμο χρόνο. Τώρα πλέον τρέχουμε και δε… φθάνουμε! Σε καμία όμως περίπτωση, από μόνη της η αναγγελία του εξοπλιστικού προγράμματος που αφορά 3-4 τουλάχιστον χρόνια μετά, συνιστά… αποτροπή, όπως κάποιοι «υπεραισιόδοξοι» νομίζουν!
Φθάσαμε να αντιμετωπίζουμε την επιθετική Τουρκία με γερασμένες φρεγάτες και χαμηλές επιχειρησιακές διαθεσιμότητες των κυρίων μέσων των ΕΔ και γι αυτό υπάρχουν σημαντικές διαχρονικές ευθύνες. Δεν υπάρχει όμως καμία αμφιβολία, ότι οι διοικήσεις και το προσωπικό των ΕΔ θα εκτελέσουν με επαγγελματισμό και αυταπάρνηση το καθήκον τους προς την Πατρίδα με ότι διαθέτουν και το απέδειξαν περίτρανα όλους αυτούς τους μήνες της κρίσης.
Ο εξοπλισμός των Ενόπλων Δυνάμεων με οπλικά συστήματα και η ομαλή τεχνική υποστήριξη τους για διατήρηση τους σε υψηλή επιχειρησιακή διαθεσιμότητα, στηρίζεται πάνω σε μακροχρόνιες διαδικασίες, που καθορίζονται από τον Εθνικό Αμυντικό Σχεδιασμό και το Σύστημα Προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτός λοιπόν ο μακροπρόθεσμος, από πλευράς θεσμικών διαδικασιών, μηχανισμός για τη διατήρηση των ΕΔ σε υψηλή επιχειρησιακή κατάσταση, διακόπηκε στην κυριολεξία. Σε όλα αυτά, είχαμε και ένα «δύσκολο» νόμο περί προμηθειών (Ν3978 – Νόμος Βενιζέλου) που μπορεί να στόχευε στη διαφάνεια αλλά εξελίχθηκε σε ένα νόμο περί… μη προμηθειών. Ευτυχώς, επιτέλους, είναι υπό αναθεώρηση.
Τα Μνημόνια και η δημοσιονομική προσαρμογή δε μπορεί να είναι η αποκλειστική δικαιολογία για την εγκληματική παραμέληση της Εθνικής Άμυνας. Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκε μία εικονική πραγματικότητα με εκείνο το απίθανο αλλά… βολικό που διακήρυτταν συχνά – πυκνά πολιτικοί και δυστυχώς και ανώτατοι στρατιωτικοί, ότι «η κρίση δεν επηρεάζει την επιχειρησιακή ικανότητα των ΕΔ».
Πως μπορούσε όμως να γίνει αυτό, όταν οι μειώσεις στις αμυντικές δαπάνες έφθασαν το 48%, διπλάσιου μεγέθους δηλαδή της συνολικής απώλειας του ΑΕΠ (25%). Οι ελάχιστες πιστώσεις που διατέθηκαν χρησιμοποιήθηκαν αποσπασματικά και σε κάποια περίπτωση σε αμφιλεγόμενο κατά πολλούς από πλευράς κόστους / αποτελεσματικότητας πρόγραμμα, με αποτέλεσμα να «στεγνώσει το ταμείο» και να μη διατίθενται πιστώσεις ακόμα και για τη συντήρηση. Στους εξοπλισμούς δεν πατάς το κουμπί και διά μαγείας τούς αποκτάς, ούτε υπάρχει «σούπερ μάρκετ εξοπλισμών» για να πας και να ψωνίσεις ότι χρειάζεται. Ας μη γελιόμαστε, ακόμα και σε άμεση προμήθεια όπως αυτή των 18 Rafale, απαιτείται χρόνος για την πλήρη επιχειρησιακή αξιοποίηση τους (τακτική εκπαίδευση, εκπαίδευση τεχνικού προσωπικού, δημιουργία υποδομής συντηρήσεως κ.λπ.) πριν βγουν για πολεμική αποστολή. Επίσης, το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των 85 από τα 154 F16, που… ταλανιζόταν για 5-6 χρόνια και υπεγράφη με δραματική καθυστέρηση το 2018 επί Κυβερνήσεως Τσίπρα-Καμμένου, θα ολοκληρωθεί το 2027.
Η Αμυντική Σχεδίαση και το Σύστημα Προμηθειών των ΕΔ είναι ένα κλειστό σύστημα, στο οποίο κανείς δε μπορεί και δεν πρέπει να κάνει ότι αυτός… νομίζει. Οι όποιες παρεκκλίσεις από τις προβλέψεις του μπορεί να στοιχειοθετήσουν και το αδίκημα της απιστίας. Εύλογο είναι το ερώτημα, πως αποφασίζουμε για το τι χρειαζόμαστε! Σε πολύ γενικές γραμμές, με βάση θεσμικά κείμενα που έχουν εγκριθεί από το ΚΥΣΕΑ ως κυβερνητικό συλλογικό όργανο, διεξάγεται μία πολυδιάστατη και πολυεπίπεδη διαδικασία με επιτροπές εμπειρογνωμόνων. Μέσω αυτής της διαδικασίας, τα Γενικά Επιτελεία των Κλάδων των ΕΔ καταλήγουν στα οπλικά συστήματα και στις δυνατότητες που απαιτούνται, προκειμένου να υλοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα επιχειρησιακά σχέδια που εξουδετερώνουν την απειλή και υποστηρίζουν τα εθνικά συμφέροντα και τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής.
Η υλοποίηση της προμήθειας των οπλικών συστημάτων γίνεται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και όχι από τα Γενικά Επιτελεία, με τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Επενδύσεων και Εξοπλισμών (ΓΔΑΕΕ). Αυτή διεξάγει τις αξιολογήσεις σε τεχνικό, επιχειρησιακό, τεχνικό και οικονομικό επίπεδο και κατόπιν γίνονται οι τελικές εισηγήσεις στον Υπουργό, ο οποίος θα είναι ο εισηγητής στο ΚΥΣΕΑ που έχει την ευθύνη απόφασης. Ευνόητο είναι ότι τα μείζονα εξοπλιστικά προγράμματα υψηλού κόστους, αποτελούν ταυτόχρονα και ένα καλό εργαλείο εξωτερικής πολιτικής και προωθήσεως εθνικών συμφερόντων και γι αυτό δικαιολογούνται και οι αποφάσεις σε Πρωθυπουργικό επίπεδο, που όμως πάντα πρέπει να καλύπτονται θεσμικά.
Πέρα όμως από την 15ετή απραξία, και στην ανυπαρξία στην ουσία Στρατηγικής και στους εξοπλισμούς, τα Γενικά Επιτελεία γνωρίζοντας πλήρως τις επιχειρησιακές ανάγκες των Κλάδων είχαν και φυσικά έχουν έτοιμες τις σχετικές μελέτες, με ποια οπλικά συστήματα καλύπτονται αυτές. Και γι αυτό, σε πολύ σύντομο χρόνο ο Α/ΓΕΕΘΑ έδωσε στην Κυβέρνηση το πλαίσιο των «δυνατοτήτων» που πρέπει να αποκτηθούν.
Αυτή όμως που δεν είναι έτοιμη, είναι η Κρατική Αμυντική Βιομηχανία, καθ’ όσον όχι μόνο δεν υπήρξε μία συνεκτική στρατηγική για να αναπτυχθεί σωστά και να μπορέσει να ζήσει αλλά δυστυχώς αντιμετωπίστηκε από όλα τα κόμματα εξουσίας μυωπικά, χωρίς ενόραση και για μικροπολιτικά οφέλη. Είναι όντως μία ευκαιρία για την επανεκκίνηση της. Η βασική προϋπόθεση, για να μπορέσει η χώρα μας να εξασφαλίζει πέρα από μία συμφέρουσα τιμή πρόσκτησης και όρους επωφελούς συμμετοχής της Αμυντικής μας Βιομηχανίας, είναι η υλοποίηση της προμήθειας να γίνεται με διεθνή διαγωνισμό και όχι με διακυβερνητικές συμφωνίες.
Κανένα εξοπλιστικό πρόγραμμα στον κόσμο από μόνο του δε συνιστά αποτροπή στην περίοδο που αναγγέλλεται. Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι το αναγγελθέν πολύ γενικό (πλην των 18 Α/Φ Rafal) εξοπλιστικό πρόγραμμα, είναι το ελάχιστα απαραίτητο στο πλαίσιο των οικονομικών δυνατοτήτων της πατρίδας μας αλλά υψίστης προτεραιότητας είναι η αύξηση της επιχειρησιακή διαθεσιμότητας αυτών που έχουμε. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι όλα θα λειτουργήσουν εξαιρετικά και χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις και με απόλυτη τήρηση των προβλεπόμενων θεσμικών διαδικασιών, ώστε να καταλήξουμε σε βέλτιστες και συμφέρουσες λύσεις από πλευράς κόστους / αποτελεσματικότητας, και στις οποίες να περιλαμβάνεται υποχρεωτικά μία αποτελεσματική ακολουθούσα υποστήριξη (follow on support). Το υστέρημα του ελληνικού λαού πρέπει «να πιάσει τόπο»!