Το να προβλέπει κάποιος με κατηγορηματικότητα το χρόνο που θα στηθούν πρόωρα κάλπες είναι παρακινδυνευμένο, για τον απλό λόγο ότι η οριστική απόφαση λαμβάνεται πάντα στο «παρά ένα». Μέχρι τότε πολλές είναι οι εισηγήσεις και ζυμώσεις και συχνά ο πρωθυπουργός έχει πάρει μία κατ’ αρχήν απόφαση, αλλά – επαναλαμβάνω – η οριστική λαμβάνεται λίγο πριν λήξει η συνταγματική προθεσμία για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Κι αυτό, επειδή μπορεί εν τω μεταξύ να συμβεί κάτι απρόβλεπτο, που να αλλάξει μερικώς ή και ριζικά τον αρχικό σχεδιασμό. Με αυτή την αίρεση εκτιμώ ότι θα γίνουν εκλογές Μάιο.
Σταύρος Λυγερός*
© slpress.gr
Την πρόβλεψη έχω κάνει από το 2021. Η επίσημη κυβερνητική ρητορική για εξάντληση της τετραετίας δε στέκει πολιτικά. Ο βασικός λόγος είναι το κύμα ακρίβειας, που παροξύνει την προβληματική οικονομική κατάσταση νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Σ’ αυτό πρέπει να προστεθούν ο «πρωταθλητισμός» της Ελλάδας σε αριθμό νεκρών από τον κορωνοϊό και το πλήγμα που υπέστη η κυβέρνηση από τον αποτυχημένο χειρισμό της πρόσφατης κακοκαιρίας «Ελπίς».
Όλα τα παραπάνω ροκανίζουν το δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ, παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ, εξ αντιδιαστολής, σταθεροποιεί κατά το δυνατόν την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Και τη σταθεροποιεί, επειδή το κόμμα του Τσίπρα, ως αξιωματική αντιπολίτευση, δεν είναι ελκυστική εναλλακτική λύση για τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της ΝΔ. Αυτό, βεβαίως, ισχύει, όσο οι ψηφοφόροι συγκρίνουν συμπολίτευση – αξιωματική αντιπολίτευση και τους αρχηγούς τους.
Όπως μας διδάσκει η πολιτική ιστορία, εάν η φθορά μίας κυβέρνησης υπερβεί ένα όριο, ενεργοποιείται το σύνδρομο της αρνητικής ψήφου, κυριαρχεί δηλαδή το «να φύγουν αυτοί». Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, αλλά και η εμπειρική πολιτική – εκλογική εκτίμηση, δεν είμαστε ακόμα εκεί. Υπάρχει, ωστόσο, ένας παράγοντας που επιταχύνει απειλητικά τη δυναμική πολιτικής φθοράς του κυβερνώντος κόμματος. Κι αυτός ο παράγοντας είναι η επιταχυνόμενη – λόγω εκτίναξης των τιμών – οικονομική δυσπραγία της μεγάλης πλειονότητας των μικρομεσαίων στρωμάτων, που συγκροτούν τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας.
ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ
Αν και ο κορωνοϊός καλπάζει, έχει πάψει πλέον να επικαλύπτει τα οικονομικά προβλήματα. Το κλίμα εκτάκτου ανάγκης που δικαιολογημένα επικράτησε λόγω πανδημίας, διαμόρφωσε το προηγούμενο διάστημα μία αντίστοιχη ψυχολογία στους πολίτες, η οποία μπορεί να αποδοθεί με το «μπόρα είναι θα περάσει». Εκτός του ότι η μπόρα δε λέει να περάσει, η μικρομεσαία θάλασσα πλήττεται κι από την μπόρα της ακρίβειας.
Κάποιοι «γαλάζιοι» έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους στα κονδύλια από το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης που θα αρχίσουν προσεχώς να ρέουν, δημιουργώντας μία θετική δυναμική στην ελληνική οικονομία με αντιστοίχως θετικές πολιτικές επιπτώσεις για την κυβέρνηση. Το συμπέρασμά τους είναι ότι ο Μητσοτάκης δεν έχει πίεση να στήσει κάλπες το 2022. Αυτό που παραβλέπουν είναι ότι ακόμα κι αν οι πόροι αυτοί εισρεύσουν, ο όποιος θετικός αντίκτυπός τους δε θα φθάσει στην τσέπη των μικρομεσαίων και σίγουρα όχι γρήγορα.
Υπάρχει, ωστόσο, και μία άλλη παράμετρος. Τώρα που οι Ευρωπαίοι αρχίζουν να θεωρούν ότι η πανδημία βρίσκεται σε αποδρομή, το Βερολίνο κατά πάσα πιθανότητα θα επαναφέρει την Ευρωζώνη και ειδικότερα την υπερχρεωμένη Ελλάδα στις προ κορωνοϊού αυστηρές δημοσιονομικές ράγες. Αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι δεν είναι πολιτικά φρόνιμο για τον Μητσοτάκη να αφήσει τις εκλογές για τη λήξη της τετραετίας.
ΤΟ «ΓΑΛΑΖΙΟ» ΠΡΟΒΑΔΙΣΜΑ
Στο Μαξίμου εξέτασαν και το σενάριο πρόωρων εκλογών το φθινόπωρο, αλλά δύο είναι οι λόγοι που δε συγκεντρώνει την προτίμηση του πρωθυπουργικού επιτελείου. Ο πρώτος είναι ο προαναφερθείς, το γεγονός δηλαδή ότι η ακρίβεια απειλεί το δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ με ταχεία συρρίκνωση. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το καλοκαίρι καιροφυλακτεί η «παράφρων μεταβλητή» εκτεταμένων καταστροφικών πυρκαγιών, όπως συνέβη το 2021, αλλά και σε προηγούμενα χρόνια.
Από την άλλη πλευρά, βεβαίως, το φθινόπωρο έχει πάντα το πλεονέκτημα ότι έχει μεσολαβήσει η τουριστική περίοδος, η οποία δίνει πάντα μία μεγάλη ανάσα στην οικονομία και κατ’ επέκταση στην κοινωνία. Το Μάιο – Ιούνιο ο τουρισμός δεν έχει ακόμα δώσει τους καρπούς του, αλλά όλοι τούς αναμένουν και η σχεδόν σίγουρη προσδοκία δημιουργεί εξίσου θετικό κλίμα για να στηθούν κάλπες.
Εκτός των παραπάνω, υπάρχει και η παράμετρος των ελληνοτουρκικών. Η παρόξυνση της τουρκικής επιθετικότητας δεν μπορεί να παραβλέπεται από το Μαξίμου, παρότι δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος για το μέχρι που μπορεί να φθάσει ο Ερντογάν. Ειδικά σε μία συγκυρία, όπου δεσπόζει η ουκρανική κρίση, η οποία ενδέχεται να εκληφθεί από την Άγκυρα σαν «παράθυρο ευκαιρίας» για τη δημιουργία ενός επεκτατικού τετελεσμένου σε βάρος της Ελλάδας. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρω τη διασταυρωμένη πληροφορία, ότι οι Αμερικανοί όχι μόνο θεωρούν πιθανή μία τέτοια εξέλιξη, αλλά και φροντίζουν να στείλουν σχετικά μηνύματα.
Ο Μητσοτάκης δεν είναι πολιτικά ανόητος να αφήσει το «γαλάζιο» προβάδισμα να συρρικνωθεί πέρα από ένα σημείο. Είναι κοινός τόπος ότι στις πρώτες εκλογές, και επειδή θα γίνουν με απλή αναλογική, το εκλογικό σώμα θα ψηφίσει πιο ελεύθερα, έχοντας συνείδηση πως δε θα κριθεί σ’ αυτή η εξουσία. Αυτό σημαίνει ότι η ΝΔ θα έχει συγκριτικά μεγαλύτερες διαρροές, αφού θα εκφρασθεί ανέξοδα και η δυσαρέσκεια των δικών της ψηφοφόρων.
ΚΙΝΗΤΡΟ ΓΙΑ ΕΚΛΟΓΕΣ ΜΑΪΟ
Το ζητούμενο για τον Μητσοτάκη στις πρώτες εκλογές Μάιο, δεν είναι απλώς το κόμμα του να έλθει πρώτο, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ και το ΜΕΡΑ25 να μη συγκεντρώσουν αθροιστικά 151 έδρες, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα σχηματισμού συμμαχικής κυβέρνησης. Προφανώς, το ΚΙΝΑΛ δεν είναι σίγουρο πως θα συμπράξει με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά είναι προφανές πως ο Μητσοτάκης δε θέλει να εξαρτάται από το τι θα επιλέξει ο Ανδρουλάκης.
Αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι ο πρωθυπουργός έχει και γι’ αυτό το λόγο ισχυρό κίνητρο να κάνει εκλογές Μάιο, ελπίζοντας ότι μέχρι τότε το κόμμα του θα διατηρεί ένα προβάδισμα ασφαλείας 6-8 μονάδων. Αυτός είναι ο λόγος που όλο αυτό το διάστημα επιδίδεται σε προεκλογικού χαρακτήρα παροχές, με σκοπό να διατηρήσει όσο πιο ψηλά γίνεται την εκλογική επιρροή του. Περιττό να υπογραμμίσουμε, ότι κανείς πρωθυπουργός δεν πάει σε πρόωρες εκλογές για να χάσει. Κι αυτός είναι ισχυρός λόγος να μην περιμένει μέχρι το φθινόπωρο.
Ο Μητσοτάκης έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να εισέλθει σε διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης από τη Βουλή που θα προκύψει με την απλή αναλογική. Θα ξαναπάει «κολλητά» σε εκλογές, οπότε η Βουλή θα προκύψει από την εκδοχή της ενισχυμένης αναλογικής που η δική του κυβέρνηση νομοθέτησε. Στο Μαξίμου επιμένουν δημοσίως ότι στόχος τους στις δεύτερες «κολλητές» εκλογές είναι η αυτοδυναμία.
Έχουν επίγνωση, όμως, ότι η αυτοδυναμία είναι από εξαιρετικά δυσπρόσιτη έως αδύνατη. Αυτός είναι και ο λόγος που συζητήθηκε το ενδεχόμενο αναθεώρησης του εκλογικού νόμου της ενισχυμένης αναλογικής, που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη το 2019, με έναν άλλο περισσότερο ενισχυμένης αναλογικής, ώστε να καθιστά πιο πιθανό το στόχο της αυτοδυναμίας. Ας σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι η σχετική δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου, ως απάντηση σε σχετικά δημοσιεύματα, ενώ ερμηνεύθηκε ως διάψευση της πρόθεσης για αλλαγή του εκλογικού νόμου, επουδενί δε συνιστούσε διάψευση. Άρα κι αυτό το ενδεχόμενο παραμένει ανοικτό.
ΤΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΚΙΝΑΛ
Εάν η ΝΔ – όπως εκτιμώ – δεν αποσπάσει αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές (με ενισχυμένη αναλογική), θα προτείνει στο ΚΙΝΑΛ κυβέρνηση συνεργασίας. Ο Ανδρουλάκης δηλώνει απρόθυμος να συγκυβερνήσει με τη ΝΔ και θα επιχειρήσει να υπεκφύγει. Μία γραμμή άμυνας είναι, να προτείνει ως πρωθυπουργό τρίτη προσωπικότητα. Προφανώς, ο Μητσοτάκης θα κάνει ό,τι μπορεί για να το αποφύγει, αλλά ρόλο θα παίξουν και οι άλλες «γαλάζιες» ομάδες.
Σημαντικό ρόλο θα παίξει και το ποσοστό που θα έχει αποσπάσει το ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ στις πρώτες εκλογές με απλή αναλογική. Αν και ο Ανδρουλάκης δεν έχει εκμεταλλευθεί την πολιτική δυναμική που προκάλεσε η εκλογή νέου προέδρου, το ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ μπορεί να λειτουργήσει σαν δεξαμενή υποδοχής δυσαρεστημένων ψηφοφόρων και από τη ΝΔ και από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Εάν, λοιπόν, στις πρώτες εκλογές Μάιο υπερβεί το 15% με ταυτόχρονη μείωση των ποσοστών ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, θα προκύψει νέα δυναμική υπέρ του ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ, η οποία θα επηρεάσει το αποτέλεσμα των δεύτερων εκλογών με ενισχυμένη αναλογική. Εάν το κόμμα του Ανδρουλάκη αναβαθμισθεί εκλογικά, θα αναβαθμισθεί και πολιτικά ως τρίτος πυλώνας, με αποτέλεσμα ο λόγος και οι όροι του να αποκτήσουν πολιτική βαρύτητα γενικά και ειδικά στη διαπραγμάτευση με τον Μητσοτάκη.
Εάν αντιθέτως, το ΚΙΝΑΛ κινηθεί γύρω στο 10%, θα είναι πολιτικά εκβιάσιμο. Ο Μητσοτάκης θα το απειλήσει με τρίτες εκλογές κολλητά, οι οποίες αναπόφευκτα θα μετατραπούν σε μονομαχία ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΙΝΑΛ θα συνθλιβεί, όπως και τα άλλα μικρότερα κόμματα, επειδή η οικονομία θα έχει ταλαιπωρηθεί και ο φόβος της ακυβερνησίας θα προκαλέσει την πιο ακραία πόλωση.
*Ο Σταύρος Λυγερός έχει εργασθεί σε εφημερίδες (για 23 χρόνια στην Καθημερινή), ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Σήμερα είναι πολιτικός-διπλωματικός σχολιαστής στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN και διευθυντής του ιστότοπου SLpress.gr. Συγγραφέας 16 βιβλίων. Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973.