«Τη χρονιά εκείνη, καμιά γυναίκα δεν έπιασε παιδί. Αυτό συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, μέχρι που συμπληρώθηκε γενιά, χωρίς καμιά καινούργια γενιά να ‘ρθει στον κόσμο…»
Δημήτρης Δημητριάδης,
«Πεθαίνω σα χώρα», εκδόσεις ΑΓΡΑ, 1980
Γράφει ο Μάκης Ανδρονόπουλος*
Δύο από τα κρίσιμα προβλήματα της εθνικής μας υπόστασης, το δημογραφικό και το μεταναστευτικό, αγνοούνται παντελώς από τους αναπτυξιακούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης. Γεγονός προκλητικό, καθώς η μοναδικότητα της συγκυρίας των 70 δισ. ευρώ, επιτρέπει την εκπόνηση επιθετικών πολιτικών, για την επίλυσή τους σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Στοιχεία από το 2019 που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ, δείχνουν ότι οι γεννήσεις ξαναμειώθηκαν στις 83.763, ενώ οι θάνατοι ανήλθαν στους 124.965. «Μια μικρή ελληνική πόλη των 41.200 κατοίκων εξαφανίστηκε» έγραψαν οι ιστοσελίδες. «Η Ελλάδα συνεχίζει να συρρικνώνεται πληθυσμιακά ακάθεκτη… Δε θα χρειαστούμε πόλεμο. Τα καταφέρνουμε και μόνοι μας», σχολίαζαν.
Πράγματι, ο Δείκτης Ολικής Γονιμότητας που μετράει την αντικατάσταση των γενεών, στη χώρα μας μειώνεται διαρκώς. Για τις ανεπτυγμένες χώρες το 2,1 θεωρείται ορόσημο. Στην Ελλάδα το 1950 παρά τον πόλεμο, τον εμφύλιο και τη φτώχεια, ο δείκτης ήταν 2,57 και έπεσε σταδιακά στο όριο 2,1 το 1981, για να διολισθήσει στο 1,39 το 1990 και να πέσει πιο χαμηλά, στο 1,23 το 1999. Τη διετία 2008-2009, ο δείκτης ανακάμπτει στο 1,5 για να διολισθήσει στο 1,35 το 2018.
Αυτή τη μείζονα εθνική ανισορροπία δεν αγγίζει η ενδιάμεση έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, ούτε περιλαμβάνεται στις 12 πληγές της οικονομίας (ούτε βέβαια και το μεταναστευτικό) και δεν αντιμετωπίζεται μετωπικά στο «Σχέδιο Ανάπτυξης» της «ομάδας των σοφών». Γιατί; Είναι ζήτημα ματιάς, φιλοσοφίας, πολιτικών επιλογών αν προτιμάτε. Είναι ζητήματα που θα λύσει έμμεσα η ανάπτυξη, θα πουν. Η απόλυτη μεταφυσική στην πιο λαϊκίστικη εκδοχή της, λέω εγώ.
ΓΕΡΑΣΜΕΝΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
Γιατί δεν κάνουμε παιδιά; Μα όταν τα παιδιά μένουν με τους γονείς μέχρι τα 30-35, τι περιμένει κανείς; Με 400 ή 600 ευρώ δεν ανοίγεις ούτε γκαρσονιέρα, όχι σπιτικό. Χωρίς μια εύλογη, σχετική βεβαιότητα για το αύριο, πώς να πάρει ένα ζευγάρι τέτοια απόφαση. Φυσικά, δεν είναι μόνο ο οικονομικός ορίζοντας, είναι η κοινωνική φάση, η τάση, οι σχέσεις κ.ο.κ. Αυτά σαν μια πρώτη προσέγγιση.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο οικονομικό δελτίο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) με τίτλο «Η οικονομική επίπτωση από τη γήρανση του πληθυσμού και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις», διαπιστώνει πως η Ελλάδα έχει ήδη τον πιο γερασμένο πληθυσμό της ΕΕ. Ειδικότερα, οι χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά εξάρτησης των ηλικιωμένων (πάνω από 30%) είναι σήμερα η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Φινλανδία. Ποσοστά εξάρτησης πάνω από το 60% προβλέπεται ότι θα έχουν το 2070 η Ελλάδα, η Ιταλία και η Κύπρος.
Άλλες μελέτες διαπιστώνουν, ότι ο αριθμός των παιδιών σχολικής ηλικίας, ενδέχεται να μειωθεί από 1,6 εκατ. σε 1 εκατ. και ο ενεργός πληθυσμός, δηλαδή όλοι οι πολίτες ηλικίας 20-69 ετών (που δυνητικά θα μπορούσαν να δουλέψουν), να μειωθεί από 7 εκ. το 2015, σε 4,8 – 5,5 εκατ. Ο πληθυσμός των παιδιών σχολικής ηλικίας (από 3 μέχρι 17 ετών) θα μειωθεί από 1,6 εκ. σήμερα σε 1,4 εκ. (αισιόδοξο σενάριο), έως 1 εκ. (απαισιόδοξο σενάριο) το 2050, αφού πρώτα όμως προηγηθεί έντονη διακύμανση τις δεκαετίες που θα μεσολαβήσουν.
Σε μεγάλη έρευνα με τίτλο «Ο πληθυσμός της Ελλάδας υπό διωγμό» που πραγματοποιήθηκε υπό την Δρ Ήρα Έμκε – Πουλοπούλου, μέλους της Ακαδημίας Επιστημόνων της Νέας Υόρκης και αντιπρόεδρου της Ελληνικής Εταιρείας Δημογραφικών Μελετών, επισημαίνεται ότι στη δεκαετία 2001-2011, καταγράφεται μικρή μείωση στους άγαμους και στους έγγαμους. Ότι αυξάνεται σημαντικά ο αριθμός των διαζευγμένων και λιγότερο των χήρων/χηρών, ενώ παρατηρείται μεγάλη αύξηση των μονοπρόσωπων νοικοκυριών, μικρότερη αύξηση των νοικοκυριών 2-3 ατόμων και μείωση των νοικοκυριών 4 ατόμων.
ΜΕΙΩΣΗ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ
Επίσης, είναι εντυπωσιακή η μείωση των πολύτεκνων οικογενειών. Στην έρευνα επισημαίνεται, ότι την περίοδο 2011-2016, οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις κατά 115.479 άτομα (γεννήσεις 692.592, θάνατοι 808.071). Η μικρή αύξηση των γεννήσεων (κατά 1.051 παιδιά), που καταγράφηκε το 2016, οφείλεται κατά 77% σε γεννήσεις από γυναίκες πρόσφυγες.
Η εν λόγω έρευνα υπογραμμίζει ότι «ακόμα κι αν οι γυναίκες αυτές αποκτήσουν περισσότερα παιδιά, θα είναι δύσκολο ο αριθμός των γεννήσεων να ξεπεράσει τον αριθμό των θανάτων. Εξάλλου, θα πρέπει να περάσουν 25-30 χρόνια, ώστε η αύξηση των γεννήσεων να δημιουργήσει τη γενιά που θα ενταχθεί στην αγορά εργασίας και με την απασχόληση και τις εισφορές της στο ασφαλιστικό σύστημα να συμβάλει στη στήριξή του. Μέχρι ν΄ αρχίσει να εργάζεται αυτή η γενιά, θα χρειαστούν επιπλέον δαπάνες ιδιωτικές και δημόσιες για την ανατροφή και την εκπαίδευσή της».
Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες που ανακοινώθηκαν σε ημερίδα με θέμα «Το Δημογραφικό Πρόβλημα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη – Προκλήσεις και Προοπτικές» του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής (Μάιος 2017), το 2050 ο πληθυσμός της χώρας ενδέχεται να συρρικνωθεί στα 8,3 εκατομμύρια. Η μείωση του πληθυσμού εκτιμάται σε 800 χιλ. με 2 εκατ. με αποτέλεσμα ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός να υπολογίζεται ότι θα μειωθεί από 7 εκατ. το 2015 σε 4,8-5,5 εκατ. το 2050.
Με βάση στοιχεία του ΟΗΕ, το 2015 ο νόμιμος πληθυσμός της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων δηλαδή και των νόμιμων αλλοδαπών, ήταν ήδη ο έκτος πιο γερασμένος στον κόσμο. Με άμεσο τρόπο η ΕΛΣΤΑΤ επιβεβαιώνει αυτή τη δραματική τάση, χαρακτηρίζοντας το δημογραφικό σε «Νο1 Εθνικό Ζήτημα». Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, μόνο το διάστημα 2011-2017 ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά 355.000 ανθρώπους.
Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΦΕΡΝΕΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Τα πολιτικά κόμματα πρέπει να συμβάλλουν καταλυτικά στην αντιμετώπιση της δημογραφικής κρίσης, με στόχο την ανατροπή των αρνητικών τάσεων, στην τρέχουσα δεκαετία του 2020. Είναι συνεπώς αναγκαίο, να υιοθετηθεί μια δέσμη σταθερών μέτρων και πολιτικών, με στόχο την αύξηση των γεννήσεων στο 2,5 – 3 ανά γυναίκα.
Χρειαζόμαστε μια ολιστική πολιτική επικεντρωμένη στη μητέρα και στα παιδιά της, στις μονογονεϊκές οικογένειες, που θα τη στηρίξουν όλα τα κόμματα και θα την κατοχυρώσουν, με την πρώτη ευκαιρία, συνταγματικά, ώστε να αποκτήσει μακροπρόθεσμη εγκυρότητα.
Μια νέα δημογραφική πολιτική με την παροχή γενναίων κινήτρων, εκτός από το μεσοπρόθεσμο εμπλουτισμό, μπορεί να συμπεριλάβει και πολιτικές πληθυσμιακού δανεισμού δεδομένων των μεταναστευτικών ροών.
Η δέσμη πολιτικών οφείλει να αντιμετωπίζει και τους τρεις παράγοντες που καθορίζουν το δημογραφικό πρόβλημα, δηλαδή τη γονιμότητα, τη θνησιμότητα και το μεταναστευτικό ισοζύγιο. Δηλαδή, να στηριχθεί η γονιμότητα και ο επαναπατρισμός των 550.000 Ελλήνων που έφυγαν στο εξωτερικό.
Σημειωτέων, ότι η στιβαρή αύξηση του πληθυσμού υπολογίζεται ότι πιέζει προς τα πάνω την ανάπτυξη κατά 2%! Αυτές οι πολιτικές είναι σκόπιμο να συντονίζονται από ένα ευέλικτο υπουργείο Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής. Υπό αυτό το πρίσμα, ίσως είναι σκόπιμη και η ενσωμάτωση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής σε ένα ενιαίο υπουργείο.
*Ο Μάκης Ανδρονόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Διετέλεσε διευθυντής σύνταξης στη «Ναυτεμπορική», στον «Κόσμο του Επενδυτή», στην «Απογευματινή της Κυριακής» και αρχισυντάκτης στο «Κέρδος». Εργάστηκε ως οικονομικός συντάκτης στην «Καθημερινή», το «Έθνος», το «Ποντίκι» και παρουσίασε οικονομικές εκπομπές στα κανάλια ΜΕGA, TEMPO, SevenX. Εργάστηκε, επίσης, στο χώρο της πολιτικής επικοινωνίας.