Οι σύμμαχοι μας Μελόνι-Μερτς-Μακρόν-Στάρμερ εξοπλίζουν την Τουρκία με Drones, Eurofighter και πυραύλους Meteor μέσω διακρατικών συμφωνιών, ενώ ετοιμάζονται να τη βάλουν και στο πρόγραμμα ReArm Europe θεωρώντας την Άγκυρα σημαντική για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια ◙ Χλιαρή, υποτονική έως ανύπαρκτη η αντίδραση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις συναντήσεις μαζί τους
Του Μιχάλη Κωτσάκου
© εφημερίδα «Η ΑΠΟΨΗ»
[iapopsi.gr]
Περισσότερα είναι τα αρνητικά που έφερε στις βαλίτσες του ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Ρώμη και το Βερολίνο, παρά τα θετικά, από το διήμερο ταξίδι του την προηγούμενη εβδομάδα, στις δύο μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Τόσο στη συνάντηση του με τη Τζόρτζια Μελόνι, όσο και με αυτή με τον Φρίντριχ Μερτς, ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν κατάφερε να υψώσει εμπόδιο, τόσο στη συμμετοχή της Τουρκίας στο κολοσσιαίο πρόγραμμα εξοπλισμού της Ευρώπης, όσο και στην πώληση μαχητικών αεροσκαφών και πυραύλων προς την Άγκυρα.
Και στις δύο πρωτεύουσες, ο κ. Μητσοτάκης αντιμετώπισε την ίδια επιχειρηματολογία. Ότι με βάση την απόφαση για τον ευρωπαϊκό μηχανισμό εξοπλισμών μπορούν χώρες που δεν είναι μέλη της Ε.Ε. να μετάσχουν σε αυτόν, μόνο με ιδιώτες και όχι ως κρατική οντότητα. Και η Τουρκία σε αυτή τη συμμαχία ReArm Europe που θα μοιραστούν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ εισέρχεται μέσω της Baykar, της εταιρείας όπλων που ανήκει στο γαμπρό του Ερντογάν, τον Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ.
Ακόμη και οι συμφωνίες που υπέγραψε η Ιταλία με την Τουρκία αφορούν τη συνεργασία της εταιρείας κατασκευής drone Baykar και του ιταλικού αμυντικού κολοσσού Leonardo, καθώς και η εξαγορά από την Baykar της ιταλικής εταιρείας Piaggio. Μιλάμε για δύο κινήσεις που όχι μόνο ενισχύουν την τουρκική αμυντική βιομηχανία, αλλά και αυξάνουν την πιθανότητα πώλησης τουρκικών προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά.
Τι σημαίνουν αυτές οι συμφωνίες; Κάτι πολύ μεγαλύτερο από μία συνεργασία της Ιταλίας με την Τουρκία. Η Ρώμη με τις συγκεκριμένες συμφωνίες άνοιξε την πόρτα στην Τουρκία για να εισπράξει χρήματα από τη συμμαχία ReArm Europe. Κι αυτό επειδή όταν έρθει η ώρα της ψηφοφορίας στην Ε.Ε. δε χρειάζεται ομοφωνία των 27 εταίρων, αλλά απλή πλειοψηφία. Δηλαδή αρκούν οι 14 από τους 27 να ψηφίσουν υπέρ της συμμετοχής χωρών που δεν είναι μέλη της Ε.Ε. Διότι εκτός της Τουρκίας στη συμμαχία ReArm Europe θέλουν να συμμετάσχουν και η Μεγάλη Βρετανία και ο Καναδάς.
Τόσο η Μελόνι, όσο και ο Μέρτς, εξήγησαν στον Έλληνα πρωθυπουργό ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στην εξοπλιστική συμμαχία μετάσχει μέσω ιδιωτικών εταιρειών και όχι ως κρατική οντότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τζόρτζια Μελόνι δεν ασχολήθηκε καν με την αιχμή του κ. Μητσοτάκη σχετικά με τις συμφωνίες που υπέγραψαν Ιταλία και Τουρκία. Συνεργάτες της Ιταλίδας πρωθυπουργού εξηγούσαν, ότι η Ιταλία προχώρησε σε συμφωνίες τις οποίες θεωρεί συμφέρουσες και οι οποίες δεν καταπατούν τα βασικά της συμμαχίας ReArm Europe.
Τουναντίον, η κ. Μελόνι ζήτησε μεγαλύτερη συμμετοχή τις ιταλικής αμυντικής βιομηχανίας στα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα. Υπενθυμίζεται άλλωστε, ότι η Αθήνα συζητά την αγορά δύο συν δύο μεταχειρισμένων ιταλικών φρεγατών REMM κλάσης Bergamini. Δηλαδή δύο άμεσα και δύο σε δεύτερο, αλλά σύντομο, χρόνο, ώστε να ενισχυθεί το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, αναμένοντας τις γαλλικές Belharra.
Στην τελική, το ταξίδι του κ. Μητσοτάκη στη Ρώμη το μόνο που απέφερε, ήταν τις συμφωνίες για ιταλικές επενδύσεις ύψους 360 εκατ. ευρώ στον ελληνικό σιδηρόδρομο, με δέσμευση για αγορά 23 σύγχρονων τρένων, καθώς και για αναβάθμιση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Ιταλίας.
Επί της ουσίας, αυτό που βγήκε από τις συναντήσεις του πρωθυπουργού, η αντίδραση του οποίου θεωρείται από υποτονική έως ανύπαρκτη, είναι ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παίρνει από τους συμμάχους ότι θέλει.
Οι σύμμαχοι μας Μελόνι-Μερτς-Μακρόν-Στάρμερ εξοπλίζουν την Τουρκία με Drones, Eurofighter και πυραύλους Meteor μέσω διακρατικών συμφωνιών, ενώ ετοιμάζονται να τη βάλουν και στο πρόγραμμα ReArm Europe, θεωρώντας την Άγκυρα σημαντική για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια.
Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΙΩΠΗ
Στο Βερολίνο ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε τους κινδύνους από την ένταξη της Τουρκίας στην άμυνα της ΕΕ στον Φρίντριχ Μερτς κατά τη συνάντηση τους στην καγκελαρία. Μάλιστα επέμεινε και στη συνέντευξη, όπου με νόημα τόνισε: «Πρέπει να ενισχύσουμε την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, αλλά για να συμβεί αυτό έχουμε την ευθύνη να επιλέξουμε προσεκτικά τους συνομιλητές μας στο πεδίο αυτό. Θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με την ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική, διαφορετικά θα τίθενται σε κίνδυνο συμφέροντα ασφάλειας των επιμέρους κρατών-μελών, όσο τελικά, όμως, και η αυτονομία και η ίδια η αξιοπιστία της Ευρώπης».
Όμως από την άλλη ο κ. Μερτς, δημοσίως τουλάχιστον, δεν έβαλε φρένο στη συζήτηση για συμμετοχή της Τουρκίας στα αμυντικά προγράμματα της Ε.Ε. Τέλος, με αφορμή το ζήτημα της πώλησης στην Τουρκία μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter Typhoon, πώληση που η προηγούμενη κυβέρνηση Όλαφ Σολτς είχε «παγώσει» με αφορμή τη φυλάκιση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, και που η νυν ηγεσία του Βερολίνου φέρεται έτοιμη να επανεκκινήσει, κατέστη σαφές ότι Αθήνα και Βερολίνο έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με το ρόλο της Άγκυρας, τόσο όσον αφορά στην επανεξοπλισμό της Ευρώπης όσο και σχετικά με την αμυντική αρχιτεκτονική της.
Ο Γερμανός καγκελάριος δεν τοποθετήθηκε επί του ζητήματος, ωστόσο, είναι προφανές, ότι το Βερολίνο δεν προτίθεται να παγώσει ένα επικερδές πρόγραμμα πώλησης στρατιωτικού υλικού σε τρίτη χώρα. Αντιθέτως, φαίνεται ότι η Γερμανία θέλει να μπει ενεργά στο παιχνίδι και των ελληνικών εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Ελληνικές κυβερνητικές πηγές διευκρίνιζαν, όσον αφορά στο ενδεχόμενο συμμετοχής της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας και άμυνας, ότι: «Για να μπορούμε, στο επίπεδο της ΕΕ, να έχουμε αμυντική συνεργασία με τρίτες χώρες, δεν αρκεί μια χώρα να είναι τυπικά υποψήφια προς ένταξη στην Ένωση. Πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις συμμόρφωσης με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, ή να έχει Security and Defense Partership με την ΕΕ – πρέπει να υπάρχουν κανόνες. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε νέες εξαρτήσεις ή να αναπτύξουμε συνεργασίες με παίκτες που δρουν ενάντια στα συμφέροντα της ΕΕ». Όμως όπως φαίνεται, τις ανησυχίες της Αθήνας δεν τις συμμερίζεται το Βερολίνο, παρά το γεγονός ότι Μερτς και Μητσοτάκης βρίσκονται στην ίδια πολιτική οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
Κυρίως όμως, ο Γερμανός καγκελάριος έθεσε ως προτεραιότητα το ζήτημα των επιστροφών προσφύγων που είχαν πάρει άσυλο στην Ελλάδα και σήμερα ζουν στη Γερμανία. «Γνωρίζει ο κ. Μητσοτάκης ότι αυτό το θεωρούμε μεγάλο πρόβλημα. Ότι θεωρούμε πως οι αριθμοί είναι υψηλοί. Θα επιδιώξουμε κοινή λύση», είπε μεταξύ άλλων, ανακοινώνοντας συνομιλίες μεταξύ των αρμόδιων υπουργών των δύο χωρών, δηλαδή του γερμανικού υπουργείου Εσωτερικών και του ελληνικού υπουργείου Μετανάστευσης.
Η γερμανική πλευρά βέβαια θα προσέλθει στη συζήτηση αυτή για να πιέσει για επιστροφή όσο περισσότερων από τους 40.000 πρόσφυγες που ζουν σήμερα στη Γερμανία, έχοντας λάβει καθεστώς ασύλου στην Ελλάδα. Και κυρίως για να αναγκάσει την Αθήνα να εμποδίζει νέες ροές προσφύγων προς τη Γερμανία, είτε μειώνοντας τις χορηγήσεις ασύλου είτε κόβοντας τις άδειες ταξιδιού.
Αυτό όμως ενέχει τον κίνδυνο να συσσωρεύονται, είτε στα ελληνικά νησιά αιτούντες άσυλο, είτε γενικότερα στη χώρα, πρόσφυγες που δε θα έχουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν προς Γερμανία. Άρα χωρίς αποτελεσματικό σύστημα επιστροφών στις χώρες προέλευσης, το γερμανικό αυτό αίτημα αποτελεί «θηλιά» για την ελληνική κυβέρνηση.