Ακόμη και όταν εκτέθηκαν στον ιό SARS-CoV-2 ενδορινικά, άτομα με πιο γρήγορες ή διακριτικές ανοσολογικές αντιδράσεις, δε μολύνθηκαν!
Ερευνητές ανακάλυψαν, γιατί ορισμένοι άνθρωποι παραμένουν ανεπηρέαστοι από τον ιό COVID-19, ακόμη και όταν η ρινική τους κοιλότητα έχει εκτεθεί σε αυτόν. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, αυτοί οι άνθρωποι έχουν πιο γρήγορες και πιο διακριτικές ανοσολογικές αντιδράσεις από αυτούς που αναπτύσσουν συμπτωματικό COVID-19, αναφέρουν με δημοσίευμά τους με ημερομηνία την Τρίτη 25 Ιουνίου οι EPOCH TIMES.
«Αυτά τα ευρήματα ρίχνουν νέο φως στα κρίσιμα πρώιμα γεγονότα, που είτε επιτρέπουν στον ιό να εξελιχθεί είτε γοργά τον καθαρίζουν προτού αναπτυχθούν τα συμπτώματα», είπε σε δήλωση Tύπου ο Δρ Μάρκο Νίκολιτς, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και επίτιμος σύμβουλος πνευμονολογίας στο Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Λονδίνου.
Η μελέτη [1], η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature (Φύση) την Τετάρτη 26/6, ήταν μια μελέτη μοντέλου ελεγχόμενης ανθρώπινης μόλυνσης που διεξήχθη από ερευνητές από όλο το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ολλανδία. Είναι η πρώτη τού είδους της, διότι οι συμμετέχοντες εσκεμμένα εκτέθηκαν στον ιό του COVID-19, τον SARS-CoV-2.
Οι ερευνητές επιστράτευσαν 16 νέους, υγιείς συμμετέχοντες κάτω των 30 ετών για τη μελέτη. Κανείς τους δεν είχε υποκείμενα νοσήματα, ούτε είχε μολυνθεί προηγουμένως από τον ιό, ούτε είχε εμβολιαστεί. Προτού η μελέτη δεχθεί ομότιμη αναθεώρηση, μια προέκδοση έγινε διαθέσιμη στο διαδίκτυο τον Απρίλιο του 2023.
3 ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Τα 16 άτομα αντέδρασαν με διαφορετικό τρόπο στην έκθεσή τους στον ιό και χωρίστηκαν σε ομάδες αναλόγως.
• Η πρώτη ομάδα αποτελούνταν από έξι άτομα που παρουσίασαν συμπτώματα. Οι συγγραφείς της μελέτης τούς κατηγοριοποίησαν ως έχοντες παρατεταμένες λοιμώξεις.
• Τα άτομα της δεύτερης ομάδας ήταν ασυμπτωματικά αλλά βγήκαν θετικοί στον COVID-19 με τη χρήση PCR τεστ. Αυτοί οι συμμετέχοντες κατηγοριοποιήθηκαν ως έχοντες παροδικές λοιμώξεις.
• Η τρίτη ομάδα ατόμων ήταν ασυμπτωματική και επανειλημμένα έβγαινε αρνητική στα PCR τεστ για COVID-19. Οι συγγραφείς επιβεβαίωσαν πως οι συμμετέχοντες αυτοί είχαν μολυνθεί αλλά καθάρισαν τη λοίμωξη τόσο γρήγορα, που αυτές καθορίστηκαν ως ανεπιτυχείς λοιμώξεις.
Η δεύτερη και τρίτη ομάδα, που είχαν ασυμπτωματικό COVID-19, είχαν γρηγορότερες ή πιο διακριτικές ανοσολογικές αντιδράσεις, σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης.
Την πρώτη μέρα, οι συγγραφείς εντόπισαν κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος τα οποία μετανάστευσαν στη μύτη – το σημείο της μόλυνσης – στις ασυμπτωματικές ομάδες.
Ωστόσο, τα άτομα που βγήκαν αρνητικά στον COVID-19 χρησιμοποίησαν λιγότερα είδη κυττάρων ανοσοποιητικού, ενώ η ομάδα που βγήκε θετική στον COVID-19 χρησιμοποίησε όλα τα είδη των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος.
Τα άτομα με παρατεταμένες λοιμώξεις COVID-19, που παρουσίασαν συμπτώματα, είχαν πιο αργές και πιο συστηματικές ανοσολογικές αντιδράσεις. Αυτοί οι συμμετέχοντες είχαν όλων των ειδών τα κύτταρα ανοσοποιητικού συστήματος να πηγαίνουν στη μύτη την πέμπτη μέρα παρά την πρώτη.
ΓΕΝΕΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Άτομα με υψηλή έκφραση συγκεκριμένων γονιδίων, όπως το HLA-DQA2, «είναι ικανότερα στο να προλαμβάνουν το ξεκίνημα μιας παρατεταμένης λοίμωξης από ιό», αναφέρουν οι συγγραφείς. Άλλες μελέτες έχουν δείξει, πως η αυξημένη δραστηριότητα του γονιδίου HLA-DQA2 στο αίμα σχετίζεται με πιο ήπια πρόοδο της ασθένειας COVID-19.
Το HLA-DQA2 είναι ένα από τα πολλά γονίδια ανθρώπινων αντιγόνων λευκοκυττάρων (human leukocyte antigen – HLA). Τα γονίδια HLA φτιάχνουν τις πρωτεΐνες που εμφανίζονται στην κυτταρική μεμβράνη. Όταν τα παθογόνα προσβάλλουν τα κύτταρα, η πρωτεΐνη HLA στέλνει σήμα στα κύτταρα του ανοσοποιητικού πως έχουν προσβληθεί. Οι συγγραφείς λένε ότι τα δεδομένα τους επιβεβαιώνουν πως η δραστηριότητα των HLA-DQA2 προστατεύει ενάντια στην περαιτέρω παραγωγή ιών SARS-CoV-2 στα μολυσμένα κύτταρα.
ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
ΕΙΧΑΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Μόνο τα άτομα με συμπτωματικό COVID-19 εκδήλωσαν συστηματικές αντιδράσεις ιντερφερόνης. Οι ιντερφερόνες είναι αγγελιοφόροι του ανοσοποιητικού συστήματος που συντελούν στη μείωση ή την επιδείνωση των φλεγμονωδών δραστηριοτήτων. Οι συγγραφείς ξαφνιάστηκαν όταν βρήκαν πως οι ιντερφερόνες στο αίμα είχαν ενεργοποιηθεί πριν από εκείνες στον τόπο της μόλυνσης. Η δραστηριότητά τους στο αίμα κορυφώθηκε την τρίτη μέρα της λοίμωξης. Ωστόσο, η δραστηριότητα των ιντερφερονών στο σημείο της μόλυνσης – τη μύτη – δεν εντοπίστηκε παρά μόνο την πέμπτη μέρα. Στο δελτίο Τύπου, οι συγγραφείς είπαν πως η αργή ανοσολογική αντίδραση στη μύτη πιθανόν να επέτρεψε στη μόλυνση να εγκατασταθεί πιο γρήγορα.
Τα ασυμπτωματικά άτομα δεν εμφάνισαν συστηματικές αντιδράσεις ιντερφερονών και σπάνια είχαν μολυσμένα κύτταρα. Δεν εκπλήσσει το γεγονός, ότι «τα μολυσμένα κύτταρα βρέθηκαν εξ ολοκλήρου» στη ρινική κοιλότητα των συμπτωματικών ατόμων, λένε οι συγγραφείς. Τα κύτταρα του βλεννογόνου της ρινικής κοιλότητας των συμμετεχόντων άρχισαν να παράγουν τον ιό SARS-CoV-2, συμβάλλοντας στο αυξημένο ιϊκό φορτίο.
«Έχουμε πλέον μια πολύ καλύτερη κατανόηση του πλήρους εύρους των ανοσολογικών αντιδράσεων, κάτι το οποίο μπορεί να παρέχει τη βάση για την ανάπτυξη πιθανών θεραπειών και εμβολίων που μιμούνται αυτές τις φυσικές προστατευτικές αντιδράσεις», δήλωσε ο Δρ Νίκολιτς.
[1] https://www.nature.com/articles/s41586-024-07575-x