Ρεκόρ καταγγελιών και επιθεωρήσεων στο Κεμπέκ
Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1 Απριλίου 2024 έως 31 Μαρτίου 2025, το Office québécois de la langue française (OQLF) πραγματοποίησε 9.813 επιθεωρήσεις σε επιχειρήσεις και οργανισμούς εντός της επαρχίας, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ετήσια έκθεση. Αυτό αντιπροσωπεύει αύξηση κατά 47% σε σύγκριση με την περίοδο 2022–2023.
Η αύξηση των επιθεωρήσεων οφείλεται, τόσο στον αριθμό-ρεκόρ των καταγγελιών, όσο και σε πρωτοβουλίες επιτήρησης αυτεπαγγέλτως από την ίδια την υπηρεσία. Κατά την ίδια περίοδο, υποβλήθηκαν 10.371 καταγγελίες στην OQLF – αύξηση περίπου 14% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και σχεδόν 140% σε σχέση με πέντε χρόνια νωρίτερα.
Οι καταγγελίες αφορούσαν στην αδυναμία εξυπηρέτησης στα γαλλικά σε καταστήματα ή υπηρεσίες, καθώς και στη μη χρήση της επίσημης γαλλικής γλώσσας στις επιχειρηματικές ιστοσελίδες και στις πινακίδες. Σε περίπου 94% των υποθέσεων, η καταγγελία οδήγησε σε διορθώσεις από τις επιχειρήσεις, που κρίθηκαν ότι παραβίασαν το νόμο.
Η κατανομή των παραπόνων δείχνει, ότι το ζήτημα της μη χρήσης γαλλικών από το προσωπικό σε καταστήματα ή δημόσιες υπηρεσίες αντιπροσωπεύει σήμερα το 40% όλων των καταγγελιών, ενώ πριν από πέντε χρόνια ήταν περίπου 25%.
Οι δαπάνες της OQLF κατά το τελευταίο έτος ανήλθαν σε 49 εκατομμύρια δολάρια Καναδά, ποσό που υπερδιπλασιάζεται σε σχέση με το 2017-2018 – δηλαδή πριν αναλάβει την εξουσία η κυβέρνηση του François Legault το 2018. Το προηγούμενο έτος οι δαπάνες ήταν 44 εκατομμύρια δολάρια. Μεγάλο μέρος των πόρων διατέθηκε για τη διαχείριση των καταγγελιών, ενώ σημαντικό μέρος αφορούσε στην εξασφάλιση της συμμόρφωσης των επιχειρήσεων με το νέο γλωσσικό νόμο.
ΝΕΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ
ΣΤΟΧΟΙ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ
Ένα από τα κύρια καθήκοντα της OQLF είναι η επιτήρηση – και το 2025 η υπηρεσία ανακοίνωσε ότι θα διεξάγει ευρεία επιχείρηση στην ευρύτερη περιοχή του Μόντρεαλ, με στόχο 1.200 επιθεωρήσεις έως τις 31 Μαρτίου 2026. Η ενίσχυση της δράσης συμπίπτει με νέες απαιτήσεις που τέθηκαν σε ισχύ με τροποποιήσεις του γλωσσικού νόμου. Από την 1η Ιουνίου 2025, επιχειρήσεις με τουλάχιστον 25 υπαλλήλους (αντί 50 προηγουμένως) υποχρεούνται να υιοθετήσουν τα γαλλικά, ως κύρια γλώσσα στο χώρο εργασίας. Επιπλέον, οι πινακίδες καταστημάτων και οι διαφημίσεις πρέπει να παρουσιάζουν τα γαλλικά με οπτική υπεροχή – δηλαδή, η έκταση του γαλλικού κειμένου πρέπει να είναι τουλάχιστον διπλάσια από εκείνη οποιασδήποτε άλλης γλώσσας. Στον τομέα της συσκευασίας προϊόντων, απαιτείται ό,τι γραμμικό κείμενο (όρος προϊόντος, οδηγίες, εγγυήσεις κ.ά.) που εμφανίζεται στην εμπορική σήμανση έχει αντίστοιχη γαλλική εκδοχή.
Τέλος, έως τις 31 Μαρτίου, 14.366 επιχειρήσεις έχουν εγγραφεί στην OQLF ως επιχειρήσεις που έχουν ξεκινήσει τη «γαλλοποίηση» (francisation) του εργατικού δυναμικού, έναντι 11.509 την ίδια στιγμή το προηγούμενο έτος. Οι κυρώσεις για μη συμμόρφωση είναι σοβαρές: για πρώτη παράβαση μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο 3.000 έως 30.000 δολάρια Καναδά την ημέρα και για τρίτη παράβαση έως 90.000 δολάρια την ημέρα.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ
(ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΕΣ, ΚΡΙΤΙΚΗ,
ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ)
Η επιθετική εφαρμογή του γλωσσικού νόμου έχει δεχτεί έντονη κριτική και έχει απασχολήσει το δημόσιο λόγο στο Κεμπέκ. Ένα από τα πιο γνωστά περιστατικά ήταν το λεγόμενο «Pastagate» του 2013: ένας επιθεωρητής της OQLF τόνισε στον εστιατόριο Buonanotte στο Μόντρεαλ, ότι όροι όπως pasta, antipasti και calamari πρέπει να αντικατασταθούν από τα γαλλικά ισοδύναμα – κάτι που προκάλεσε δημόσια κατακραυγή. Το σκάνδαλο οδήγησε στην παραίτηση της προέδρου της OQLF, Louise Marchand, το Μάρτιο 2013.
Βασικές ομάδες της αγγλόφωνης κοινότητας, των μεταναστών και φιλελεύθερων σχολιαστών, έχουν εκφράσει ότι οι πολιτικές αυτές περιορίζουν την ελευθερία της έκφρασης, απομακρύνουν επενδύσεις και ενισχύουν κοινωνικές εντάσεις. Πιο πρόσφατα, έχουν οργανωθεί διαδηλώσεις κατά του Bill 96 (νομοσχέδιο για ενίσχυση των γλωσσικών απαιτήσεων που ενσωματώθηκε στην τροποποίηση της Charte de la langue française / Charter).
Η δημόσια αντίδραση ώθησε επίσης την OQLF να κάνει συμβιβασμούς – για παράδειγμα, η λέξη «go», πολύ συνηθισμένη ως σύνθημα σε αθλητικά γεγονότα, αναγνωρίστηκε πλέον ως μερικώς αποδεκτή, αν και η υπηρεσία εξακολουθεί να προτιμά το γαλλικό «allez».
Ωστόσο, αν και οι αντιδράσεις είναι ορατές, δεν έχουν ως τώρα οδηγήσει σε ανατροπή της πολιτικής. Το ιδεολογικό πλαίσιο της προστασίας της γαλλικής γλώσσας, εν μέρει έχει ισχυρή στήριξη εντός του Κεμπέκ, ειδικά μεταξύ των γαλλόφωνων πολιτών.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ
ΚΑΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΩΝ
Η ριζική ενίσχυση των επιθεωρήσεων και των μέτρων συμμόρφωσης υπογραμμίζει, ότι η κυβέρνηση του Κεμπέκ επιλέγει πιο επιθετική προσέγγιση στην προστασία της γαλλικής γλώσσας. Η αύξηση καταγγελιών και επιθεωρήσεων δείχνει ότι η κοινωνία (ή τουλάχιστον τμήμα αυτής) είναι ευαισθητοποιημένη στο θέμα των γλωσσικών δικαιωμάτων.
Ένα από τα προβλήματα για την εφαρμογή των πολιτικών είναι η διαδικασία παρακολούθησης και επιβολής: αν και οι περισσότερες καταγγελίες επιλύονται με διορθώσεις και όχι με νομικές κυρώσεις, η απειλή σημαντικών προστίμων λειτουργεί ως ισχυρό μέτρο αποτρεπτικότητας.
Η επέκταση των απαιτήσεων προς μικρότερες επιχειρήσεις (από 50 σε 25 υπαλλήλους) πιθανόν θα αυξήσει το κόστος συμμόρφωσης για πολλές επιχειρήσεις, ειδικά μικρότερες επιχειρήσεις με περιορισμένους πόρους. Η οπτική υπεροχή των γαλλικών σε πινακίδες και διαφημίσεις, καθώς και οι απαιτήσεις για γαλλικές μεταφράσεις σε προϊόντα και συσκευασίες, προσθέτουν διοικητικό και οικονομικό βάρος. Από την πλευρά της δημόσιας εικόνας, η OQLF αντιμετωπίζει μια συνεχή πρόκληση: να ισορροπήσει ανάμεσα στη γλωσσική επιτήρηση και στο να μη θεωρείται υπερβολικά αυταρχική. Το «Pastagate» εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως σύμβολο υπερβολικού ελέγχου, ενώ οι διαμαρτυρίες κατά του Bill 96 δείχνουν ότι το θέμα εξακολουθεί να είναι αμφιλεγόμενο.
Καθώς οι επιχειρήσεις και οι πολίτες προσπαθούν να συμμορφωθούν, πολλές φορές ζητούν καθοδήγηση σχετικά με τις ακριβείς απαιτήσεις. Ο νόμος επιτρέπει στη χρήση άλλων γλωσσών συνοδευτικά, εφόσον η γαλλική είναι σαφώς κυρίαρχη οπτικά.




