Η εγκληματικότητα στην Ελλάδα αποτελεί ένα σύνθετο και πολυδιάστατο φαινόμενο, το οποίο επηρεάζεται από κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτισμικούς παράγοντες. Η τελευταία ετήσια έκθεση της Ελληνικής Αστυνομίας για το οργανωμένο έγκλημα, που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2025, προσφέρει μια αποκαλυπτική εικόνα για τις τάσεις και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα στον τομέα της δημόσιας ασφάλειας.
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
Σύμφωνα με την έκθεση, το λεγόμενο «έγκλημα της καθημερινότητας» – δηλαδή οι κλοπές, οι διαρρήξεις, οι μικροαπάτες και οι επιθέσεις κατά της ιδιοκτησίας – παραμένει η πιο συχνή μορφή εγκληματικής δραστηριότητας στην Ελλάδα. Παρά τις προσπάθειες των αρχών για ενίσχυση της αστυνόμευσης και την αξιοποίηση τεχνολογικών μέσων, οι δείκτες παραβατικότητας σε αστικές και ημιαστικές περιοχές παραμένουν υψηλοί.
Η έκθεση καταγράφει σημαντική αύξηση στις κλοπές οχημάτων, καθώς και στις διαρρήξεις κατοικιών και καταστημάτων. Οι δράστες επιδεικνύουν αυξημένη εξειδίκευση, χρησιμοποιώντας τεχνικές παρακολούθησης, ηλεκτρονικά μέσα και οργανωμένα δίκτυα διαφυγής. Η αστυνομία σημειώνει ότι πολλές από αυτές τις ενέργειες δεν είναι μεμονωμένες, αλλά εντάσσονται σε ευρύτερα κυκλώματα οργανωμένου εγκλήματος.
ΠΟΙΟΙ ΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ
ΚΛΟΠΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΡΡΗΞΕΙΣ
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα της έκθεσης αφορά τη σύνθεση των εγκληματικών ομάδων που ευθύνονται για τις περισσότερες κλοπές και διαρρήξεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, πάνω από το 53% αυτών των εγκλημάτων διαπράττονται από συμμορίες Ρομά.
Οι ομάδες αυτές παρουσιάζουν υψηλό βαθμό οργάνωσης, με σαφείς ρόλους, ιεραρχία και γεωγραφική κατανομή δράσης. Οι «τζίροι» που καταγράφονται από τις δραστηριότητές τους ανέρχονται σε εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Αξιοσημείωτο είναι ότι περίπου το 70% των εγχώριων εγκληματικών ομάδων που εξαρθρώθηκαν από τις αρχές περιλαμβάνουν μέλη Ρομά, ενώ το 84% των Ελλήνων πολιτών που εμπλέκονται σε κλοπές και διαρρήξεις, ανήκουν επίσης σε αυτή την πληθυσμιακή ομάδα.
Η συμμετοχή τους στο έγκλημα είναι δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με το ποσοστό τους στο γενικό πληθυσμό, γεγονός που προκαλεί έντονο προβληματισμό στις αρχές και την κοινωνία.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ
Η αυξημένη εμπλοκή των Ρομά σε εγκληματικές δραστηριότητες δεν μπορεί να εξεταστεί αποκομμένα από τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στις κοινότητες τους. Η φτώχεια, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η ελλιπής πρόσβαση στην εκπαίδευση και την εργασία, καθώς και η απουσία ουσιαστικής κρατικής μέριμνας, δημιουργούν ένα περιβάλλον ευάλωτο στην παραβατικότητα. Ωστόσο, η συστηματική εμπλοκή οργανωμένων ομάδων σε εγκληματικές ενέργειες, εγείρει ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα των μηχανισμών πρόληψης και καταστολής.
Η Ελληνική Αστυνομία καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάγκη για ασφάλεια και την προστασία των δικαιωμάτων όλων των πολιτών, αποφεύγοντας τη στοχοποίηση πληθυσμιακών ομάδων.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ
ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Η δημοσιοποίηση της έκθεσης προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στο δημόσιο διάλογο. Πολιτικά πρόσωπα, όπως η ευρωβουλευτής Αφροδίτη Λατινοπούλου, σχολίασαν τα ευρήματα, τονίζοντας την ανάγκη για αυστηρότερη αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των Ρομά. Παράλληλα, οργανώσεις που εκπροσωπούν τις κοινότητες Ρομά εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη γενίκευση και την ενίσχυση στερεοτύπων, ζητώντας πιο δίκαιες και στοχευμένες πολιτικές ένταξης. Η συζήτηση αυτή αναδεικνύει την ανάγκη για μια πιο ολιστική προσέγγιση στο ζήτημα της εγκληματικότητας, η οποία να συνδυάζει την αστυνόμευση με την κοινωνική πολιτική, την εκπαίδευση και την ενδυνάμωση των ευάλωτων ομάδων.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Η έκθεση της ΕΛ.ΑΣ. συνοδεύεται από προτάσεις για την ενίσχυση της πρόληψης και της καταστολής. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:
• Η ενίσχυση των τοπικών αστυνομικών τμημάτων με προσωπικό και τεχνολογικά μέσα.
• Η δημιουργία ειδικών μονάδων για την αντιμετώπιση οργανωμένων συμμοριών.
• Η συνεργασία με κοινωνικούς φορείς για την πρόληψη της παραβατικότητας στις κοινότητες Ρομά.
• Η αξιοποίηση δεδομένων και τεχνητής νοημοσύνης για την πρόβλεψη και ανάλυση εγκληματικών τάσεων.
Παράλληλα, προτείνεται η ενίσχυση των εκπαιδευτικών και επαγγελματικών ευκαιριών για τις ευάλωτες ομάδες, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από παραβατικές δραστηριότητες.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η εγκληματικότητα στην Ελλάδα παραμένει ένα σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, με βαθιές ρίζες και σύνθετες αιτίες. Η τελευταία έκθεση της Ελληνικής Αστυνομίας φωτίζει πτυχές που απαιτούν άμεση και συντονισμένη δράση από την Πολιτεία, την κοινωνία των πολιτών και τους ίδιους τους πληθυσμούς που πλήττονται ή εμπλέκονται.
Η αντιμετώπιση του φαινομένου δεν μπορεί να βασιστεί μόνο στην καταστολή. Απαιτείται μια στρατηγική που να συνδυάζει την ασφάλεια με την κοινωνική δικαιοσύνη, την πρόληψη με την ένταξη και την αυστηρότητα με την κατανόηση. Μόνο έτσι μπορεί να οικοδομηθεί μια κοινωνία όπου η εγκληματικότητα δε θα αποτελεί διέξοδο αλλά παρελθόν.
Αντώνης Μπότσικας




