Η έννοια της Θεολογίας της Επαναστάσεως εν συνδυασμώ με τη Νομική Θεολογία όπως αυτές τελούσες εν αγαστή σύμπνοια συγκρότησαν τη Συνταγματική παράδοση του εθνικώς ανεξάρτητου έθνους-Κράτους, παρά τις όποιες καχεξίες και αβελτηρίες του Κράτους, εις βάρος της Εκκλησίας και της προκρούστειας επίδρασης αυτού καθ’ αυτού προς τον Οικουμενικό της χαρακτήρα, δεδομένου ότι μέχρι σήμερον το πολύπαθον και καθημαγμένο έθνος μας, τελεί εν ομηρία από το κατά περίσταση δοτό ανθελληνικό κράτος μας.
Χαράλαμπος Β. Κατσιβαρδάς*
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ
ΕΛΛΗΝΟΚΑΝΑΔΙΚΑ ΝΕΑ
Εντούτοις όμως, η Συνταγματική μας παράδοση και τα καινοφανή βιούμενα γεγονότα του έπους του 1821, έχουν αποκρυσταλλώσει και βεβαιώσει ότι η αγωνία για την ελευθερία η οποία κατακτιέται με θυσιαστικούς συλλογικούς αγώνες προς προάσπιση των τιμίων αγαθών, όπως είναι η Πίστη και η Πατρίδα, έχει ουσιαστικό αντίκρισμα.
Περαιτέρω, ο αγώνας δια το υπέρτερο αγαθό της Ελευθερίας και η θυσιαστική αυταπάρνηση, καταργεί επί την πράξη το νάρθηκα της ακινητοποιημένης έννοιας της Εκκλησίας, κατακρημνίζει τον οιωνοί φολκλορικό της επιστημονικοφανή ρόλο, διότι ο λόγος του Θεού σαρκώνεται εις τον υπερβατικό στίχο του Διονυσίου Σολωμού, «Σε γνωρίζω από την όψη του Σπαθιού την Τρομερή», το οποίο απηχεί εις τη φιλοσοφία της αυτοθυσίας και την αγωνιστική μάχιμη διάθεση να τη διεκδικήσεις.
Ως εκ τούτου λοιπόν, η ορθόδοξη παράδοση συνιστά δομική σταθερά της εθνικής μας ιδιοπροσωπίας, δίχως να συνιστά ιδεολογία και δίχως η αυτοκέφαλη Εκκλησία να υπόκειται εις την εξάρτηση από το Κράτος, ασφαλώς βεβαίως σέβεται το Σύνταγμα και τους Νόμους και ένεκεν της υφιστάμενης αυτής σχέσης συναλληλίας δέον όπως να υπάρχει αμοιβαίως σεβασμός προς άρση τυχόν αδιεξόδων εις τη μεταξύ τους πορεία, με γνώμονα το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
Ως εκ τούτου λοιπόν, η Ελλαδική Επανάσταση όπως συντελέστηκε, και αντικατοπτρίζεται τη Συνταγματική μας παράδοση, διαστέλλεται από τη Γαλλική και Αμερικανική Επανάσταση λόγω του ιδιαίτερου επαναστατικού και ανατρεπτικού της χαρακτήρα, εδράστηκε εις την Πίστη και την Πατρίδα, δίχως να συνιστά Ιερό Πόλεμο ζηλωτών και δίχως το έθνος, η Εκκλησία να ταυτιστεί κατ’ ανάγκη με το Κράτος.
Η ιδιορρυθμία της Ελλαδικής επαναστάσεως γέννησε την προρρηθείσα Θεολογία της Επαναστάσεως και ύστερον της Νομικής Θεολογίας, καθότι οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας τελούν εν πλήρη ισορροπία, ήτοι εν σχέσει αλληλοπεριχωρήσεως, όπου υφίσταται αμοιβαίως σεβασμός, συνύπαρξη πλην όμως διατηρείται εκατέρωθεν η Αυτοτέλεια και η Αυτοκεφαλία.
Ως εκ τούτου λοιπόν, ο Οικουμενικός χαρακτήρας της Εκκλησίας παραμένει, συνυπάρχοντας υπερβατικά με την έννοια του Ελλαδικού «παγκόσμιου» έθνους, παρά τις όποιες ανωμαλίες δημιουργούνται διοικητικά με το Κράτος.
Εν κατακλείδι, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αλλοτριωθεί εκ των αρχικών ιδρυτικών της διακηρύξεων, έχοντας μετασχηματισθεί εις έναν εσμό γραφειοκρατών, οι οποίοι δρουν με γνώμονα όχι την Ευρώπη των λαών αλλά αμιγώς των οικονομικών συμφερόντων, έχοντας απεμπολήσει πλήρως το όραμα της πολιτικής και αμυντικής ολοκλήρωσης, πρόκειται δια έναν οργανισμό χωρίς ταυτότητα, παρανάλωμα της παγκοσμιοποιήσεως της οικονομίας, των θρησκειών και των λαών, υπό του παν-συμμοριτισμού των λαών με πρόταγμα τον Κομμουνιστικό Καπιταλισμό και εργαλεία τον πολιτισμικό μαρξισμό και το νεοπαγή ολοκληρωτισμό της πολιτικής ορθότητας.
Μία νέα τάξη πραγμάτων αναδύεται με εργαλείο τις εκκλησίες, η προβληματική κατ’ εμέ έγκειται, ή προασπίζουμε της παραδόσεις μας και συν-διαλεγόμαστε με γνώμονα το εθνικό μας συμφέρον ή εξανδραποδιζόμαστε προς μία καινοφανή δουλεία, εις τας χείρας των νέων μορφών αυτοκρατοριών που ξεπροβάλλουν.
Εν κατακλείδι, εις τους χαλεπούς καιρούς τους οποίους βιώνουμε η θεολογία, η πολιτική θεολογία επιβάλλεται να επέμβει ούτως ώστε να διασφαλίσει τις ειρηνικές συνθήκες ή τουλάχιστον να αναδείξει, την πολιτισμική της πρωτοκαθεδρία εν σχέσει προς την επεκτατική πολιτική του εκάστοτε κράτους.
Ως εκ τούτου, το μείζον ζητούμενο ανάγεται εις το γεγονός ότι η Θεολογία θα πρέπει να κατευνάζει τις διεθνείς πολιτικές δυνάμεις και συνάμα η έμπρακτος εφαρμογή αυτής, η οποία καθίσταται η παρέμβαση των επίσημων αυτοκέφαλων Εκκλησιών προς την ειρηνοποιό διαμεσολάβηση και ουχί να συντάσσονται αναφανδόν ή να εργαλειοποιούνται υπέρ ή εις βάρος των πολιτικών συμφερόντων καταργώντας επί τη πράξει τα πιστεύω του ή απεμπολώντας την καταστατική τους αποστολή υπέρ επικράτησης της ειρήνης υπέρ του σύμπαντος κόσμου.