Θα ήταν ποτέ ο Κυριάκος Μητσοτάκης ΝΔ και θα είχε ηγηθεί αυτής, εάν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε επικρατήσει κατά κράτος του Ανδρέα Παπανδρέου στη μάχη της διαδοχής για την Ένωση Κέντρου;
Γράφει ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΟΤΤΆΚΗΣ
[Δημοσιογράφος και Νομικός]
Με ποιο κόμμα θα πολιτευόταν το 1974 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, αν είχε κερδίσει τη μάχη της διαδοχής στην Ένωση Κέντρου προδικτατορικώς; Νομίζω δε χωρεί αμφιβολία. Ο παρεξηγημένος ιστορικός ηγέτης, ο οποίος ήταν μια ζωή φιλελεύθερος βενιζελικός, που στάθηκε στο πλευρό του Νίκου Καζαντζάκη όταν καταδιωκόταν από την Iεραρχία, ο οποίος ήταν άθεος (όπως μου αποκάλυψε μέλος της οικογένειας) αλλά είχε βαθύ σεβασμό στη δύναμη της Εκκλησίας, θα είχε ηγηθεί μεγάλου κεντρώου κόμματος.
Και, κατά πάσα πιθανότητα, αυτός θα είχε διαδεχθεί τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στην πρωθυπουργία το 1981. Δε θα χρειαζόταν να φτάσει σχεδόν 70 ετών για να εκπληρώσει τη φιλοδοξία του. Τα έφερε η ζωή όμως έτσι, ώστε να χρεωθεί τη ρετσινιά της αποστασίας, να πάρει κεφάλι στην Κεντροαριστερά της εποχής ο Ανδρέας Παπανδρέου (ο οποίος, σε αντίθεση με τον πατέρα του, δεν ήταν αντικομμουνιστής), να δει τον ιστορικό του αντίπαλο να ιδρύει μεταπολιτευτικά το ΠΑΣΟΚ των «δημοκρατικών δυνάμεων» (στο οποίο συσπειρώθηκε σταδιακά όλος ο κεντρώος χώρος) και έτσι να χρειάζεται ο ίδιος να αναζητήσει νέο λιμάνι για τις φιλοδοξίες του.
Ο ωμός πολιτικός ρεαλισμός ήταν αυτός, που ανάγκασε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη να ρίξει γέφυρες, την περίοδο της δικτατορίας στο Παρίσι, στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Εργαζόμενος για την επιστροφή του, εργαζόταν στην ουσία για τον εαυτό του. Έστω και αν οι πληροφορίες που κόμιζε στον Εθνάρχη για την κατάσταση στην Ελλάδα δεν ήταν πάντοτε αξιόπιστες, όπως προέκυψε από το περιεχόμενο του φακέλου του στην Ασφάλεια που δημοσίευσε προσφάτως η «Εφημερίδα των Συντακτών», σε επιμέλεια Γιώργου Πετρόπουλου.
Άλλοτε ήταν και άλλοτε όχι. Πάντως, όχι σε βαθμό που να δικαιολογούν μίσος και αντιπάθεια για τον Καραμανλή, επειδή δεν ανταπέδωσε πολιτικά με ένα υπουργείο στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας τα δείπνα της Μαρίκας στην οικία Μητσοτάκη στο Παρίσι την περίοδο της δικτατορίας. Ο Καραμανλής δεν ξέχασε ποτέ ότι ο Μητσοτάκης, ως κορυφαίο στέλεχος της Ενώσεως Κέντρου, ηγήθηκε του «ανένδοτου», αλλά και των παρασκηνιακών διεργασιών για την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο για θέματα της ΔΕΗ.
Κάνω αυτή τη μακρά ιστορική εισαγωγή, για να εξηγήσω με όρους παρελθόντος το παρόν και το μέλλον του πολιτικού μας συστήματος. Η Ιστορία έχει πάντοτε τις απαντήσεις.
Ερώτημα αιρετικό – ελπίζω να ιντριγκάρει και τον ίδιο: θα ήταν ποτέ ο Κυριάκος Μητσοτάκης Ν.Δ. και θα είχε ηγηθεί αυτής, εάν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε επικρατήσει κατά κράτος του Ανδρέα Παπανδρέου στη μάχη της διαδοχής για την Ένωση Κέντρου; Θα ήταν Ν.Δ. αν ο πατέρας του δεν είχε πληγεί τόσο το 1965, ώστε να αναζητήσει μεταπολιτευτικώς νέο όχημα για την εκπλήρωση των φιλοδοξιών του; Η απάντηση είναι «πιθανότατα όχι».
Ούτε ο Κυριάκος θα ήταν Ν.Δ. ούτε η Ντόρα, που καμιά φορά με πείραζε στο παρελθόν με τη φράση «εσείς οι δεξιοί». Εντάχθηκαν όμως στη Ν.Δ., γιατί ο χώρος της Δεξιάς συνολικά είναι αφομοιωτικός. Αφομοιώνει και αφομοιώνεται. Ο πολιτικός λόγος του Κέντρου είναι εξίσου αστικός, φιλικός προς την αγορά, δε διαφέρει και πολύ από το δεξιόστροφο. Οι βασικές διαφορές εντοπίζονται στο πώς προσεγγίζει κανείς τους θεσμούς, τις συμμαχίες και τα συμφέροντα.
Τι κάνει ο Κυριάκος σήμερα, έχοντας λυμένα τα χέρια του από το εκλογικό αποτέλεσμα, καθώς οι δεξιοί ψηφοφόροι, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον, δικαιώνουν όσα υποστήριξε ο επίτιμος στον Αλέξη Παπαχελά, πως είναι «οι πιο πιστοί ψηφοφόροι του κόσμου»; Νομίζω είναι απλό. Σταδιακά μετατρέπει τη Ν.Δ. σε ένα καθαρό κεντρώο κόμμα, με τη δεξιά πτέρυγά του να φθίνει εσωτερικώς και να μεγαλώνει διασπασμένη εξωτερικώς.
Εάν δείτε τα ευρήματα των exit polls, θα διαπιστώσετε ότι οι μισοί οπαδοί του ΠΑΣΟΚ, το 6% της δύναμής του, συμφωνεί με την πολιτική Μητσοτάκη και αποτελεί δυνητικό εκλογικό ακροατήριό του. Δεν είναι απίθανο το σενάριο, λοιπόν, μέσα στην τετραετία η Ν.Δ. να μετατραπεί σταδιακώς, με τις πολιτικές της και με τα πρόσωπα που μετεγγράφει, στη νέα Κεντροαριστερά του τόπου, της οποίας ο βασικός κορμός δυνάμεων θα είναι πλέον κεντρώος και στην εκλογική βάση της οποίας θα παραμείνουν δεμένοι ορισμένοι παλαιοί παραδοσιακοί ψηφοφόροι της, που ψηφίζουν τη Ν.Δ. από κεκτημένη ταχύτητα.
Αυτή η αλλαγή – που βρίσκεται σε εξέλιξη και δεν την καταλαβαίνουμε απολύτως – ότι η Ν.Δ. μετατρέπεται σε βενιζελική Κεντροαριστερά που είναι έτοιμη για μεγάλους συμβιβασμούς στα Ελληνοτουρκικά χάριν της ειρήνης, που νομοθετεί νέα γενιά δικαιωμάτων από την παρενόχληση και την προστασία των ζώων μέχρι το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, που ρυθμίζει την αγορά με όρους Μπλερ και Σρέντερ, που έχει έναν ηγέτη ο οποίος αισθάνεται πιο άνετα να συνεργάζεται με κεντροαριστερούς εκσυγχρονιστές παρά με δεξιούς, θα έχει στο μέλλον δύο καταλυτικές συνέπειες: η πρώτη είναι να ψάχνουν ο Ανδρουλάκης και ο Τσίπρας Κεντροαριστερά για να εκπροσωπήσουν και να μην υπάρχει, γιατί ο Κυριάκος θα την έχει ενσωματώσει στη Ν.Δ. (ή όπως αλλιώς θέλει να τη μετονομάσει σε κάποια στροφή της Ιστορίας).
Διότι, Νέα Δημοκρατία που να ασκεί πολιτικές ξένες προς την ιστορία και την ταυτότητά της δεν μπορεί, άλλωστε, να ονομάζεται για πολύ Νέα Δημοκρατία.
Η δεύτερη συνέπεια της μετατροπής της Ν.Δ. σε καθαρό κεντρώο κόμμα είναι ότι στο εγγύς μέλλον, μετά τις επόμενες εκλογές, θα προκύψει από τα πράγματα η ανάγκη για ένα καθαρά πατριωτικό, δεξιό φιλελεύθερο κόμμα. Όχι για να αντιπολιτευθεί τον Μητσοτάκη αλλά για να συμπληρώνει αυτά που δε λέει ο Μητσοτάκης. Μα και για να διαθέτει εναλλακτική η χώρα.
Οι σκέψεις που κάνω είναι αυθόρμητες, με βάση τις εξελίξεις – μην αναζητήσει κανείς πρόσωπα ή διεργασίες πίσω από αυτές. Παρατηρώ απλώς. Παρατηρώ ότι οι συντηρητικές, πέραν της κεντρώας Ν.Δ., δυνάμεις στις τελευταίες εκλογές, από το 6%-7% του εκλογικού σώματος το 2019, εκτινάχθηκαν στο 15% σε εθνικό επίπεδο. Και μάλιστα σε καιρούς κανονικούς, που λάμπει το αστέρι του κυρίου Μητσοτάκη – 15% η εκτός Ν.Δ. δεξιά, με τον Μητσοτάκη ανοδικό.
Είναι μαθηματικώς βέβαιο, ότι το ποσοστό αυτό έχει όλες τις προϋποθέσεις να σκαρφαλώσει στο 20%, συσπειρώνοντας στο μέλλον εγκλωβισμένες πατριωτικές δυνάμεις στα κόμματα της σημερινής Βουλής. Το μόνο που θα μένει να βρεθεί τότε, το 2027, θα είναι ένας μοντέρνος δεξιός πατριώτης, σαραντάρης, που σήμερα δεν τον ξέρουμε. Αλλά ποιος ήξερε και ποιος υπολόγιζε τον Τσίπρα στα 34 του;
Η Ιστορία, η δύναμη των γεγονότων, είναι αυτή που ορίζει τις εξελίξεις. Η εκτίμηση που κάνω, λοιπόν, με τα σημερινά δεδομένα είναι ότι:
-Η Ν.Δ. του Κυριάκου θα κυριαρχήσει τα επόμενα χρόνια ως φιλελεύθερο κεντρώο κόμμα, χωρίς να συναντήσει ιδιαίτερες αντιστάσεις.
-Η Αριστερά αυτοεξουδετερώθηκε ως επιλογή. Ο Τσίπρας έμεινε έξω για να μη φθαρεί και άλλο – ο πολιτικός χρόνος δε λειτουργεί υπέρ του. Ο κατ’ ουσίαν ομοϊδεάτης του Κυριάκος (στα βασικά) τού «κλέβει» το μαγαζί. Το μέλλον θα τιμωρήσει και το ΚΚΕ, που συνέπραξε για λόγους εσωτερικών συσχετισμών στη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο έγκλειστος συγκέντρωσε από το κελί ποσοστό 5%, ενώ το ΚΚΕ, με πλήρη πρόσβαση στα ΜΜΕ και στην ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, μόλις 7,5%…
-Η καθαρή και ανόθευτη πατριωτική Δεξιά θα αναζητήσει λύσεις για την ενότητα και τη συσπείρωσή της σε έναν ενιαίο χώρο. Όσο και να θέλει ο Κυριάκος να την κρατήσει στο μαντρί με γνωστές μεθόδους, οι υπέρ-φιλελεύθερες πολιτικές του θα την απομακρύνουν…