Ο όρος «κουτόφραγκος» είναι ελληνικός και αφορά τη στάση των «εξυπνάκηδων» μικροελλαδιτών απέναντι στους Ευρωπαίους, τους οποίους θεωρούσαν κουτούς επειδή δεν είχαν την πονηριά τους. Φυσικά αυτή η έννοια έχει ξεπεραστεί από τα πράγματα και από τις εξελίξεις, αφού η ίδια η ιστορία έδειξε ποιος είναι ο έξυπνος και ποιος ο κουτός.
Σάββας Καλεντερίδης*
Στην προκειμένη περίπτωση, οι εξυπνάκηδες μικροέλληνες κατέστησαν την Ελλάδα κυριολεκτικά μια αποικία χρέους στους… κουτόφραγκους, σε βαθμό που αυτοί οι κουτοί Ευρωπαίοι να κρατούν τις τύχες της χώρας και του ελληνικού λαού στα χέρια τους.
Το σύνδρομο του πονηρού επαρχιώτη απέναντι στους Ευρωπαίους διακρίνει τη σύγχρονη Τουρκία, η οποία τους αντιμετωπίζει σχεδόν κατά τον ίδιο τρόπο, συν το ότι οι Τούρκοι διακατέχονται από ένα σύμπλεγμα ανωτερότητας επειδή είναι μουσουλμάνοι!
Και πάνω σ’ αυτήν την άποψη που έχουν για τους Ευρωπαίους έχουν χαράξει τη στρατηγική τους, για να αποφύγουν τις κυρώσεις στη Σύνοδο Κορυφής στις 10-11 Δεκεμβρίου 2020.
Ο κεντρικός στόχος της στρατηγικής της Τουρκίας είναι να παρουσιάσει την Κύπρο και την Ελλάδα ως προβληματικές χώρες, που εκμεταλλεύονται την Ευρωπαϊκή Ένωση και θέλουν να επιβάλουν τις μαξιμαλιστικές τους θέσεις απέναντι στην Τουρκία, που αδικείται από αυτές.
Για να το πετύχει αυτό η Τουρκία, επί τη βάσει σχεδίου, προέβη στα εξής:
OΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Πρώτα επεξέτεινε τη NAVTEX για το «Oruç Reis» μέχρι τις 29 Νοεμβρίου, για να δείξει αφενός ότι έχει δίκιο και αφετέρου ότι είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα «δίκαια και νόμιμα κυριαρχικά της δικαιώματα στην Αν. Μεσόγειο».
Την επόμενη μέρα ο υπουργός Ενέργειας δήλωσε ότι στις 29 Νοεμβρίου το «Oruç Reis» περατώνει τις έρευνές του στην περιοχή, δείχνοντας έτσι καλή θέληση απέναντι στους Ευρωπαίους. Την ίδια μέρα, ο υπουργός Εξωτερικών δήλωσε ότι η Τουρκία είναι έτοιμη για διάλογο άνευ όρων με την Ελλάδα, τον οποίο αρνείται η κυβέρνηση της Αθήνας. Με τον τρόπο αυτό ο Τσαβούσογλου θέλησε να επιρρίψει τις ευθύνες της όποιας έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες στην Ελλάδα, η οποία αρνείται το διάλογο, μέσω του οποίου θα μπορούσαν να λυθούν όλα τα ελληνοτουρκικά προβλήματα.
Ο Ερντογάν μερικές εβδομάδες πριν εξαπέλυε μύδρους εναντίον των Ευρωπαίων, κατηγορώντας τους για ισλαμοφοβία, ενώ αποκαλούσε τους Γερμανούς «ναζί».
Στις 29 Οκτωβρίου δήλωνε: «Η πολιτική της εισβολής στην Ευρώπη, η οποία συνεχίζεται με ύπουλο τρόπο εδώ και αιώνες, εκδηλώθηκε πάντα με τον πιο ασυνείδητο τρόπο στα εδάφη της Τουρκίας. Η Ευρώπη τελικά βρήκε αφορμή για να στείλει το στρατό της για να εισβάλει. Είναι τόσο άσχημες και άθλιες οι αμαρτίες εκείνων που λένε τους Τούρκους τυράννους και αμαρτωλούς και που στήνουν δικαστήρια, που οι απέραντες θάλασσες δε θα μπορέσουν να ξεπλύνουν τους λεκέδες τους. Ορκίζομαι στους αδελφούς μουσουλμάνους εκ μέρους σας. Η υπόθεσή μας είναι αυτή: Δεν εξαντλείται στα δικαιώματα και την ανεξαρτησία της Τουρκίας. Οι Τούρκοι και η Τουρκία δε θα προδώσουν τους προγόνους τους, τις σημαίες τους και τα αιώνια και ιερά δικαιώματα».
Ο ίδιος Ερντογάν τις 21 Νοεμβρίου δήλωνε: «Βλέπουμε τους εαυτούς μας ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της Ευρώπης… Εντούτοις, αυτό δε σημαίνει ότι θα λυγίσουμε σε απροκάλυπτες επιθέσεις εναντίον της χώρας και του έθνους μας, συγκεκαλυμμένες αδικίες και δύο μέτρα και δύο σταθμά. Καλούμε την Ευρώπη να τηρήσει τις υποσχέσεις της προς τη χώρα μας, που περιλαμβάνουν από πλήρη ένταξη μέχρι το μεταναστευτικό, έτσι ώστε να χτίσουμε μια στενότερη και αποτελεσματική συνεργασία».
Για να τονώσει δε το ευρωπαϊκό του προφίλ, ο Ερντογάν φρόντισε, πριν στείλει τον Καλίν στην Ευρώπη για να πείσει τους… κουτόφραγκους, να τον βάλει να συναντηθεί με τους θρησκευτικούς ηγέτες μη μουσουλμανικών κοινοτήτων στην Τουρκία, ό,τι απέμεινε δηλαδή από αυτές, μετά τη Γενοκτονία και την εθνοκάθαρση που διέπραξε εναντίον Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων.
Εκτός των παραπάνω, ο Ερντογάν τις τελευταίες εβδομάδες έκοψε σχεδόν με το μαχαίρι την εισβολή μουσουλμάνων αλλοδαπών από τον Έβρο, για να αφαιρέσει από την Ελλάδα αλλά και από άλλες πληττόμενες χώρες το επιχείρημα, που λέει ότι η Τουρκία οργανώνει τη λαθρομετανάστευση προς την Ευρώπη, για να δημιουργήσει στρατηγικές μουσουλμανικές κοινότητες και να αλώσει τη Γηραιά Ήπειρο με όπλο το Ισλάμ. Αυτά ενδεικτικά όσον αφορά την Ελλάδα.
Χωρίς ερευνητικά πλοία, χωρίς ιδιαίτερες προκλήσεις απέναντι στην Ελλάδα, χωρίς κύματα αλλοδαπών να εισβάλλουν στο ευρωπαϊκό έδαφος υπό την εποπτεία και οργάνωση του τουρκικού κράτους, με ενεργό την πρόταση για διάλογο άνευ όρων με την Ελλάδα και με «θερμό εναγκαλισμό» των θρησκευτικών ηγετών ομήρων της τουρκικής βαρβαρότητας, ο Ερντογάν θεωρεί ότι είναι σε θέση να πείσει τη Γερμανία να στηρίξει για άλλη μια φορά τη φίλη Τουρκία.
OΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ, εκεί τα πράγματα είναι πιο εύκολα για την Τουρκία, γιατί έχει στρατηγικό σύμμαχο την Αγγλία. Εκεί δεν έχει καν την ανάγκη να υποκριθεί, με απόσυρση του «Barbaros» και του «Yavuz» από την υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ της Κύπρου, που σημειωτέων, είναι πλήρες μέλος της ΕΕ.
Τουναντίον, ο Ερντογάν νιώθει τόσο ισχυρός που έχει τη συμπαράσταση του Λονδίνου, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να κάνει μέχρι και πικ-νικ αγκαλιά με το νέο-τουρκο-ναζί Μπαχτσελί στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου. Ούτε έχει κανένα πρόβλημα να διαλαλεί ότι επίκειται η αναγνώριση του ψευδοκράτους από αδελφές μουσουλμανικές χώρες.
Η μαγική συνταγή που απενοχοποιεί τον Ερντογάν στην Κύπρο, είναι η λεγόμενη «Πενταμερής». Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο που η Ειδική Απεσταλμένη του ΟΗΕ επισκέφθηκε τις προηγούμενες ημέρες την Κύπρο.
Στήνοντας το σκηνικό της Πενταμερούς, δεν είναι δυνατόν η Ευρώπη να επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία για τις ενέργειές της εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, γιατί κάτι τέτοιο θα τορπίλιζε την Πενταμερή, η οποία είναι διπλή παγίδα για την Κύπρο.
Αφενός μεν της αφαιρεί επιχειρήματα ενόψει της Συνόδου Κορυφής, αφετέρου την οδηγεί σε «λύση» που δε θα είναι τίποτε άλλο, από μια νεκρανάσταση του καταστροφικού Σχεδίου Ανάν.
Αυτή είναι η στρατηγική της Τουρκίας, και το κακό είναι ότι οι Τούρκοι στους κουτόφραγκους συμπεριλαμβάνουν κι εμάς τους Έλληνες.
*Ο Σάββας Καλεντερίδης (Βέργη Σερρών, 1960) είναι Έλληνας αξιωματικός εν αποστρατεία, πρώην πράκτορας της ΕΥΠ και μετέπειτα συγγραφέας και γεωστρατηγικός αναλυτής