Η Γερμανία απευθύνει προειδοποίηση στον Καναδά, ότι η ευρωπαϊκή ζήτηση για φυσικό αέριο αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς η χώρα προσανατολίζεται σε πράσινες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ιδιαίτερα στο υδρογόνο.
Η Τζένιφερ Λι Μόργκαν (Jennifer Lee Morgan), Γερμανίδα ειδική απεσταλμένη για τη διεθνή δράση για το κλίμα, δήλωσε σε συνέντευξή της ότι η Γερμανία και η Ευρώπη συνολικά θα χρειάζονται λιγότερο φυσικό αέριο στο μέλλον από χώρες όπως ο Καναδάς. Η Μόργκαν, η οποία υπήρξε επικεφαλής της Greenpeace International, τόνισε ότι «όλες οι μελέτες δείχνουν ότι η αγορά θα συρρικνωθεί», υποδεικνύοντας ότι η Γερμανία θα προωθήσει την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, με τη ζήτηση για φυσικό αέριο να μειώνεται σημαντικά.
Η ίδια ανέφερε ότι η Γερμανία έχει θέσει ένα φιλόδοξο στόχο για μηδενικές εκπομπές έως το 2045, πέντε χρόνια νωρίτερα από τον Καναδά, και ότι η εξάρτηση της χώρας από το φυσικό αέριο θα μειωθεί δραματικά στο μέλλον. Σύμφωνα με μελέτες που ανέφερε η Μόργκαν, η Γερμανία αναμένεται να μειώσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου κατά 30% έως το 2030 και κατά 96% έως το 2050. Επίσης, η Ευρώπη συνολικά, προβλέπεται να μειώσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου κατά περίπου 25% μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο αντίκτυπός της στις ενεργειακές αγορές της Ευρώπης, ήταν καθοριστικός παράγοντας για αυτές τις προβλέψεις. Η Ρωσία ήταν κάποτε σημαντικός προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, με πάνω από το 40% του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου να προέρχεται από τη Ρωσία πριν από τον πόλεμο. Ωστόσο, αυτό το ποσοστό έχει μειωθεί σε λιγότερο από 15%, με τη Νορβηγία να αναλαμβάνει το ρόλο του κύριου προμηθευτή, ακολουθούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βόρεια Αφρική.
Όταν ρωτήθηκε, εάν η Γερμανία χρειάζεται καναδικό φυσικό αέριο για να γεμίσει τα αποθέματά της, η Μόργκαν δήλωσε ότι η χώρα της βασίζεται ολοένα και περισσότερο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή αποδοτικότητα. Αν και υπάρχει ανάγκη για εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), τα αποθέματα της Γερμανίας αυτή τη στιγμή είναι πλήρη και η ηλεκτρική της ενέργεια προέρχεται κατά 60% από ανανεώσιμες πηγές.
Παρά τις προβλέψεις αυτές, ο Καναδάς συνεχίζει να εξετάζει τη δυνατότητα εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Η Καναδική κυβέρνηση και η αντιπολίτευση συζητούν έντονα αυτό το ζήτημα. Οι Συντηρητικοί του Καναδά, υπό την ηγεσία του Πιερ Πουαλιέβρ (Pierre Poilievre), τάσσονται υπέρ της επέκτασης της βιομηχανίας LNG, υποστηρίζοντας ότι θα μπορούσε να βοηθήσει την Ευρώπη να μειώσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία και άλλους αμφιλεγόμενους προμηθευτές ενέργειας.
Παράλληλα, η Μόργκαν σημείωσε ότι η Γερμανία εξακολουθεί να ενδιαφέρεται έντονα για τα κρίσιμα ορυκτά και το υδρογόνο από τον Καναδά. Τον Ιούλιο, οι δύο χώρες υπέγραψαν μια συμφωνία ύψους 600 εκατομμυρίων δολαρίων για την εξαγωγή υδρογόνου από τον Ατλαντικό Καναδά στη Γερμανία, επιβεβαιώνοντας την αμοιβαία δέσμευση τους για την ανάπτυξη της βιομηχανίας καθαρής ενέργειας.
Η Συμβολή του Καναδά στη διεθνή αγορά φυσικού αερίου μπορεί να παραμένει σημαντική, ιδιαίτερα στην Ασία, αλλά το μέλλον για την Ευρώπη φαίνεται να κινείται σταθερά προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ο Καναδάς, ως πέμπτος μεγαλύτερος παραγωγός φυσικού αερίου στον κόσμο, πρέπει να εξετάσει τη μακροπρόθεσμη στρατηγική του για τις εξαγωγές ενεργειακών πόρων, εάν θέλει να παραμείνει ανταγωνιστικός και στο μέλλον.
Το υδρογόνο θεωρείται μία από τις πιο καθαρές και αποδοτικές μορφές καυσίμου για το μέλλον. Ως καύσιμο, παράγει μόνο νερό όταν καίγεται, μειώνοντας έτσι δραστικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και άλλων ρυπαντών, που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή. Επιπλέον, μπορεί να παραχθεί από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η ηλιακή και η αιολική, καθιστώντας το μια βιώσιμη λύση για τη μετάβαση σε ένα καθαρό ενεργειακό σύστημα. Το υδρογόνο έχει επίσης μεγάλη ενεργειακή απόδοση, καθιστώντας το ιδανικό για χρήση σε βαριά βιομηχανία και μεταφορές, όπως πλοία και φορτηγά.