Δύο αναισθησιολόγοι του Royal Victoria Hospital στο Μόντρεαλ, αντιμετώπισαν την πειθαρχική επιτροπή του Κολεγίου Ιατρών του Κεμπέκ, λόγω αμφιλεγόμενων πρακτικών, και τέθηκαν υπό αναστολή. Δύο ακόμα μέλη του ίδιου τμήματος αναμένεται να παρουσιαστούν ενώπιον της επιτροπής το επόμενο έτος.
Οι Dr. Thomas Schricker, διευθυντής του τμήματος, και Dr. Ralph Bernd Lattermann, κατηγορούνται για διάφορες παραβάσεις, όπως η χορήγηση συνταγών χωρίς προσωπική επαφή με τον ασθενή, η ανεπαρκής παρακολούθηση και η παράλειψη συμπλήρωσης προαναισθητικών αξιολογήσεων.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΕΣ
Σύμφωνα με την απόφαση της πειθαρχικής επιτροπής, ο Schricker παραδέχθηκε την ενοχή του το Νοέμβριο, για το ότι απέτυχε «να ασκήσει το επάγγελμά του σύμφωνα με τους κανόνες του επαγγέλματος». Ειδικότερα, δεν πραγματοποίησε πλήρη και επαρκή προαναισθητική αξιολόγηση πριν από χειρουργική επέμβαση και υπέγραψε αρκετούς φακέλους ασθενών, χωρίς να τους συναντήσει.
Ο Lattermann αντιμετωπίζει παρόμοιες κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης συνταγής φαιντανύλης σε ασθενή και της εξόδου του από το νοσοκομείο, χωρίς να τον έχει εξετάσει προσωπικά. Επίσης, άφησε κενές τις προαναισθητικές αξιολογήσεις, όπως αναφέρει η έκθεση του Κολεγίου.
Η πειθαρχική επιτροπή υπογράμμισε τη σοβαρότητα αυτών των παραβάσεων, σημειώνοντας ότι «οι συνταγές που χορηγούνται από γιατρό χωρίς εξέταση του ασθενούς αποτελούν σοβαρή παραβίαση, καθώς υπάρχει μεγάλος κίνδυνος κακής χρήσης, θέτοντας σε κίνδυνο την προστασία του κοινού». Ως αποτέλεσμα, ο Schricker τιμωρήθηκε με τρίμηνη αναστολή, ενώ ο Lattermann έλαβε ποινή ενός μήνα.
ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΑΚΡΟΑΣΕΙΣ
Οι Dr. Caroline Goyer και Dr. Thierry Daloze, επίσης μέλη του ίδιου τμήματος, έχουν προγραμματιστεί να παρουσιαστούν ενώπιον της πειθαρχικής επιτροπής το 2025. Τα περιστατικά αυτά αποτελούν μέρος μιας μεγαλύτερης έρευνας, που έχει ως στόχο την αποτροπή παρόμοιων πρακτικών στο μέλλον.
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ MUHC
Το McGill University Health Centre (MUHC), που είναι υπεύθυνο για το Royal Victoria Hospital, εξέδωσε δήλωση στην οποία αναφέρει ότι δεν μπορεί να μοιραστεί λεπτομερείς πληροφορίες για να σεβαστεί την εμπιστευτικότητα.
«Όπως πάντα, το MUHC ακολουθεί τις διαδικασίες που έχει θεσπίσει το MSSS και το Santé Québec για τη διαχείριση παραπόνων», δήλωσε η σύμβουλος επικοινωνίας Annie-Claire Fournier. «Η ομάδα παραμένει αφοσιωμένη στην αποστολή της για παροχή ασφαλούς και υψηλής ποιότητας φροντίδας σε όλους τους ασθενείς».
Το νοσοκομείο επιβεβαίωσε επίσης ότι έχει ξεκινήσει διαδικασίες για την ενίσχυση των ελέγχων και της επιτήρησης στις ιατρικές πρακτικές, ώστε να αποφευχθούν μελλοντικά παρόμοια περιστατικά.
ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
Το περιστατικό αυτό έχει εγείρει ερωτήματα, σχετικά με την ηθική και τις πρακτικές στη σύγχρονη ιατρική. Η χορήγηση φαρμάκων χωρίς την κατάλληλη εξέταση του ασθενούς αποτελεί σοβαρή παραβίαση, που υπονομεύει την εμπιστοσύνη του κοινού προς το ιατρικό επάγγελμα. Παρότι το MUHC τονίζει τη δέσμευσή του για την παροχή υψηλής ποιότητας φροντίδας, τα περιστατικά αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη για αυστηρότερους ελέγχους και μέτρα πρόληψης.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ
Η υπόθεση αυτή υπενθυμίζει, ότι η επαγγελματική ακεραιότητα είναι ζωτικής σημασίας στην ιατρική. Οι αναισθησιολόγοι, όπως όλοι οι ιατροί, έχουν την υποχρέωση να τηρούν αυστηρά πρωτόκολλα που διασφαλίζουν την υγεία και την ασφάλεια των ασθενών. Οι παραβάσεις αυτές, όχι μόνο εκθέτουν τους ασθενείς σε κινδύνους αλλά και πλήττουν την εικόνα του επαγγέλματος.
Η συνέχεια της υπόθεσης, με τις ακροάσεις των Dr. Goyer και Dr. Daloze το 2025, αναμένεται με ενδιαφέρον. Το Κολέγιο Ιατρών πρέπει να διασφαλίσει ότι τέτοια περιστατικά θα αντιμετωπίζονται με τη μέγιστη σοβαρότητα, προκειμένου να προστατευθεί η δημόσια υγεία και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του κοινού. Παράλληλα, το περιστατικό αυτό αποτελεί ευκαιρία για τα νοσοκομεία και τις ιατρικές κοινότητες να επανεξετάσουν τις διαδικασίες τους, ενισχύοντας την επαγγελματική τους ακεραιότητα και διαφάνεια.