60 χρόνια συμπληρώθηκαν από τότε που η αστυνομία της Νοτίου Αφρικής πυροβόλησε εν ψυχρώ κατά μιας διαδήλωσης φοιτητών στην πόλη Σάρπβιλ της Νότιας Αφρικής, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 70 άνθρωποι.
Οι νεαροί διαδηλωτές διαμαρτύρονταν ειρηνικά κατά των νόμων του Απαρτχάιντ, που είχε επιβάλλει το καθεστώς της λευκής μειοψηφίας στη χώρα, εφαρμόζοντας τη θεωρία της ανισότητας ανάμεσα στις φυλές.
Το γεγονός αυτό καθιέρωσε την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού το 1966, σε ανάμνηση του τραγικού συμβάντος που συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη.
Έξι δεκαετίες αργότερα, το φαινόμενο του ρατσισμού είναι εντονότερο από ποτέ, με τους ανθρώπους να εξακολουθούν να θεωρούν πως η φυλή τους είναι ανώτερη από τις υπόλοιπες.
Όταν αναφερόμαστε στο φυλετικό ρατσισμό, η σκέψη μας συνήθως πηγαίνει στις διακρίσεις των λευκών κατά των μαύρων. Ωστόσο, ελάχιστοι γνωρίζουν τις δυσκολίες, τις κακουχίες και τον κοινωνικό ρατσισμό που αντιμετώπισαν οι Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ και τον Καναδά, κατά τη διάρκεια της μαζικής μετανάστευσης την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα.
Σε πολλές περιοχές επιβάλλονταν οι «κανόνες» που εφάρμοζαν οι αρχές για τους «αλλοεθνείς», αφού διαχώριζαν τους δημόσιους χώρους σε σημεία στα οποία επιτρεπόταν να πάνε οι «καθαρόαιμοι» και σε πιο περιορισμένα σημεία οι «μη λευκοί», όπως αποκαλούσαν τους Έλληνες αλλά και άλλους μετανάστες.
Η έννοια «λευκός» δεν αναφερόταν απαραίτητα σε χρώμα δέρματος, αλλά στην κοινωνική τάξη που ανήκαν τα συγκεκριμένα άτομα. Ρατσιστές απέναντι στους Έλληνες ήταν ακόμα και οι Ιρλανδοί, που αποτελούσαν το πρώτο κύμα μεταναστών και αρχικά έχαιραν της ίδιας αντιμετώπισης, αλλά πλέον είχαν αφομοιωθεί από την αμερικανική κοινωνία.
Από την πλευρά τους, οι Έλληνες αρνούνταν να μάθουν αγγλικά και να ενταχθούν στο αγγλοσαξονικό περιβάλλον. Τα φθηνά εργατικά χέρια που πρόσφεραν τους εξασφάλιζαν δουλειά ακόμα και στη Μεγάλη Ύφεση του 1929. Το αποτέλεσμα ήταν, οι ντόπιοι να κατηγορούν τους Έλληνες ότι τους έπαιρναν τις δουλειές, αν και στην πραγματικότητα επρόκειτο για δουλειές που οι ίδιοι αρνούνταν να κάνουν γιατί τις θεωρούσαν υποδεέστερες και ευτελείς.
Στον Έλληνα μετανάστη απέδιδαν τότε οι τοπικές εφημερίδες όλα τα στερεότυπα, ότι οι Έλληνες είναι «βρώμικοι», «υπάνθρωποι», «απολίτιστοι», «άγριοι» και επιρρεπείς στο έγκλημα. Στην ιστορία έχει μείνει το πογκρόμ κατά των Ελλήνων μεταναστών στην πόλη Σάουθ Ομάχα της πολιτείας Νεμπράσκα στις 21 Φεβρουαρίου 1909 με τις βίαιες ανθελληνικές ταραχές. Ας μην ξεχάσουμε και το ρατσιστικό πογκρόμ εναντίον των Ελλήνων μεταναστών τον Αύγουστο του 1918 στο Τορόντο, όπου επί τέσσερις ημέρες 10.000 Καναδοί βετεράνοι πολέμου μαζί με ένα πλήθος 40.000 «πατριωτών» Καναδών εξαπέλυσαν ένα ανελέητο ανθρωποκυνηγητό σε βάρος των Ελλήνων, με αποτέλεσμα το θάνατο δεκάδων μεταναστών καθώς και υλικές ζημιές πάνω από 1.000.000 δολάρια.
Με τα ως άνω αποτρόπαια γεγονότα έχουν ήδη ασχοληθεί τα «Ελληνοκαναδικά Νέα» σε παλαιότερες εκδόσεις. Τα σχετικά άρθρα υπάρχουν στο ηλεκτρονικό αρχείο της εφημερίδας…