Οι Γάλλοι έσπευσαν στις κάλπες για να καταψηφίσουν τον Εμανουέλ Μακρόν και για να εξουδετερώσουν διά παντός το μακρονισμό, που έφερε τη γαλλική κοινωνία στα πρόθυρα της πόλωσης και του κατακερματισμού
Από τη δημοσιογράφο
ΜΑΡΙΑ ΔΕΝΑΞΑ
Η διάλυση της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης προκάλεσε τη μαζική αφύπνιση των Γάλλων που έσπευσαν στις κάλπες για άλλη μια Κυριακή (30 Ιουνίου) για να καταψηφίσουν τον Εμανουέλ Μακρόν και για να εξουδετερώσουν διά παντός το μακρονισμό, που έφερε τη γαλλική κοινωνία στα πρόθυρα της πόλωσης και του κατακερματισμού, ενώ για πρώτη φορά στην ιστορία της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας η Εθνική Συσπείρωση, το κόμμα της ριζοσπαστικής Δεξιάς, αναδείχθηκε πανηγυρικά πρώτη πολιτική δύναμη. Αν μάλιστα, την Κυριακή 7 Ιουλίου, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν καταφέρει την ίδια ή και καλύτερη επίδοση, με σχετική ή απόλυτη πλειοψηφία, θα μπορούσε να λάβει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τα τελικά αποτελέσματα, που ανακοινώθηκαν τη Δευτέρα 1 Ιουλίου, η Εθνική Συσπείρωση και οι σύμμαχοί της κέρδισαν το 33,15% των ψήφων, το Νέο Αριστερό Λαϊκό Μέτωπο 27,99%, ο προεδρικός συνασπισμός 20,83% και οι Ρεπουμπλικάνοι μαζί με τις λοιπές δεξιές δυνάμεις 6,57%.
Το προβάδισμα του κόμματος της Λεπέν στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών δεν αποτελεί πρόκληση μόνο για το γαλλικό πολιτικό κατεστημένο, αλλά και για το ευρωπαϊκό, που φαίνεται να διαφωνεί με την επιλογή των Γάλλων ψηφοφόρων και να συγχορδίζεται. Η επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας, Αναλένα Μπέρμποκ, δήλωσε τη Δευτέρα 1/7, ότι η νίκη του κόμματος της ριζοσπαστικής Δεξιάς δεν μπορεί να αφήσει κανέναν «αδιάφορο».
«Η Γερμανία και η Γαλλία φέρουν μια ιδιαίτερη ευθύνη για την κοινή μας Ευρώπη» τόνισε η Μπέρμποκ σε συνέντευξη Τύπου με το Λετονό ομόλογό της, «και κανείς δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος (…) εάν στον πολύ στενό εταίρο και καλύτερο φίλο μας κατακτά την κορυφή ένα κόμμα που βλέπει την Ευρώπη ως πρόβλημα και όχι ως λύση».
«ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΤΑΣΗ»
Την ενόχλησή του για το αποτέλεσμα της γαλλικής κάλπης εξέφρασε και ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ, πρώην επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ο Τουσκ δήλωσε, πως το εκλογικό αποτέλεσμα του πρώτου γύρου αποτελεί μέρος μιας «επικίνδυνης τάσης» για τη Γαλλία και την Ευρώπη, αναφερόμενος στην άνοδο της ριζοσπαστικής Δεξιάς στην Ευρώπη και στη ρωσική επιρροή εντός των κομμάτων αυτών.
«Αυτό αρχίζει πραγματικά να μοιάζει με μεγάλο κίνδυνο. Όχι μόνο τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των γαλλικών εκλογών, αλλά και οι πληροφορίες σχετικά με τη ρωσική επιρροή και τις ρωσικές υπηρεσίες σε πολλά ριζοσπαστικά δεξιά κόμματα στην Ευρώπη» είπε. Αυτό είναι «ένα σαφές σημάδι για το τι συμβαίνει όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της δυτικής Ευρώπης» πρόσθεσε, χωρίς να διευκρινίσει σε ποιες χώρες αναφερόταν.
Ο πρώην επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μίλησε και για το φόβο στη γηραιά ήπειρο, ότι «η Γαλλία θα μπορούσε σύντομα να γίνει ο άρρωστος της Ευρώπης, καταδικασμένη σε αντιπαράθεση μεταξύ ριζοσπαστικών δυνάμεων». Κατά την άποψή του, «ξένες δυνάμεις και εχθροί της Ευρώπης εμπλέκονται σε αυτή τη διαδικασία, κρύβονται πίσω από αυτού του είδους τα κινήματα. Τους αρέσει ο Πούτιν, το χρήμα και η ανεξέλεγκτη εξουσία. Κυβερνούν ή φιλοδοξούν να κυβερνήσουν στην ανατολική και τη δυτική Ευρώπη. Ενώνουν τις δυνάμεις τους στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» δήλωσε ο Τουσκ στο «Χ», χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.
Αιχμηρή έμμεση απάντηση σε Μπέρμποκ και Τουσκ έδωσε η Τζόρτζια Μελόνι.
«Η δαιμονοποίηση» της Ακροδεξιάς «δε λειτουργεί» πλέον, διαμήνυσε η πρωθυπουργός της Ιταλίας. «Η συνεχής προσπάθεια δαιμονοποίησης των ανθρώπων που δεν ψηφίζουν Αριστερά είναι μια παγίδα, στην οποία πέφτουν όλο και λιγότεροι» δήλωσε στο πρακτορείο Adnkronos η ηγέτιδα του μεταφασιστικού κόμματος Fratelli d’Italia. «Το είδαμε στην Ιταλία, το βλέπουμε όλο και περισσότερο στην Ευρώπη και σε όλη τη Δύση» υπογράμμισε.
ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ
Μπροστά στο ενδεχόμενο της επικράτησης της Εθνικής Συσπείρωσης, στην οποία οι Γάλλοι έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης, αλλά όχι σύμφωνα με τις έως τώρα αναλύσεις την απόλυτη πλειοψηφία, το στρατόπεδο του Εμανουέλ Μακρόν επιχειρεί από το βράδυ της Κυριακής 30/6 να ασκήσει πίεση στην Αριστερά, καλώντας σε «συστράτευση». Όμως οι οπαδοί του Γάλλου προέδρου εμφανίζονται διχασμένοι, εξαιτίας του ακροαριστερού κόμματος της Ανυπότακτης Γαλλίας.
Το δίλημμα είναι πικρό για τους οπαδούς τού υπό κατάρρευση προεδρικού συνασπισμού, καθώς πολλοί μακρονιστές αναρωτιούνται τώρα ποιον υποψήφιο θα πρέπει να απορρίψουν και ποιον να ψηφίσουν στο δεύτερο γύρο. Το προεδρικό στρατόπεδο έχασε την εκπροσώπησή του σε πάρα πολλές εκλογικές περιφέρειες. Οι υποψήφιοί του υπέστησαν ταπεινωτική ήττα μόλις δύο χρόνια μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2022.
Διχασμένα είναι και τα κυβερνητικά στελέχη ως προς τη στάση που θα πρέπει να υιοθετήσουν στο δεύτερο γύρο. Σε έκτακτη συνεδρίαση στο Ελιζέ, o Γάλλος πρόεδρος επανέλαβε την επιθυμία του για μια «ευρεία, σαφώς δημοκρατική συσπείρωση» απέναντι στο κόμμα της Μαρίν Λεπέν.
Ο Γκαμπριέλ Ατάλ επανέλαβε, επίσης, την επιθυμία του να εμποδίσει την Εθνική Συσπείρωση, ωστόσο αρκετοί δεξιοί υπουργοί, μεταξύ των οποίων ο υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ ή η Κατρίν Βοτρέν, τάχθηκαν να μη δοθεί γραμμή ψήφου για κανένα από τα ριζοσπαστικά κόμματα. «Δεν υπάρχει ξεκάθαρη γραμμή» δήλωσε ένας από τους συμμετέχοντες στην εφημερίδα «Le Figaro».
Από την πλευρά της, η Αριστερά ανακοίνωσε ότι οι υποψήφιοί της στις τριγωνικές αναμετρήσεις (αναμέτρηση με τρεις υποψηφίους) του δεύτερου γύρου θα αποσυρθούν, ώστε να δοθεί έτσι η δυνατότητα στον υποψήφιο του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου να επικρατήσει έναντι του κόμματος της Μαρίν Λεπέν.
Πάντως, ο επικεφαλής της Ανυπότακτης Γαλλίας απέρριψε την πρόταση του Ζορντάν Μπαρντελά για τη διεξαγωγή ντιμπέιτ με θέμα τη σύγκριση των προγραμμάτων τους.
Όσο για τα μετεκλογικά σενάρια, στην περίπτωση σχετικής πλειοψηφίας και άρνησης του Ζορντάν Μπαρντελά να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας, ο Μακρόν θα στραφεί προς την Αριστερά, ενώ δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας, στην οποία θα συμμετέχουν και τεχνοκράτες. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η ατμόσφαιρα μέσα στην Εθνοσυνέλευση αναμένεται εκρηκτική, με τους πολιτικούς αναλυτές να θεωρούν πως έως το τέλος του 2025 η Γαλλία θα ξαναμπεί και πάλι σε εκλογικές προεδρικές και βουλευτικές περιπέτειες.
ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ ΕΝ ΟΨΕΙ
Ο εθνικός διχασμός που διαφαίνεται στο γαλλικό ορίζοντα και αναμένεται να κυριαρχήσει στη μελλοντική Εθνοσυνέλευση, ήταν αυτός που υποσχέθηκε να καταπολεμήσει ο Εμανουέλ Μακρόν. Μάλιστα, είχε διεξαγάγει προεκλογικές εκστρατείες με το συμμετρικό φόβο των δύο «άκρων», που ίσως βιαστικά και επιπόλαια απορρίφθηκαν από το δημοκρατικό στρατόπεδο, όχι όμως και από τους Γάλλους.
Όπως διέφυγε στο Γάλλο πρόεδρο, η μαχητική αφύπνιση της Αριστεράς, η οποία πλέον είναι η δεύτερη πολιτική δύναμη της χώρας, δεν μπόρεσε να κατανοήσει και το βάθος της αλλαγής του κόμματος της ριζοσπαστικής Δεξιάς, που αύξησε περισσότερες από 15 μονάδες τα ποσοστά του μέσα σε δύο χρόνια, από το 2022 έως σήμερα.
Η Εθνική Συσπείρωση έχει αλλάξει ριζικά το λογισμικό της. Τόσο γεωγραφικά όσο και κοινωνιολογικά. Για τους Γάλλους του 2024 το κόμμα του Ζορντάν Μπαρντελά δεν είναι πια το κόμμα διοχέτευσης μίας ψήφου θυμού, διαμαρτυρίας ή εκτόνωσης απογοήτευσης. Λεπέν και Μπαρντελά κατάφεραν να μετατρέψουν την Εθνική Συσπείρωση σε κυβερνητικό κόμμα, το οποίο τώρα βρίσκεται στα πρόθυρα ανάληψης των κυβερνητικών ευθυνών.
Ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος πίστευε ότι θα ενσάρκωνε εγγυημένα τη «λογική» ψήφο, έβαλε ένα παράλογο στοίχημα στις 9 Ιουνίου. Το πληρώνει ακριβά τρεις εβδομάδες αργότερα.