spot_img
spot_img
spot_imgspot_img

Top 5 This Week

spot_img

Related Posts

Οι γεωστρατηγικοί στόχοι στην Ουκρανία

Οι γεωστρατηγικοί στόχοι στην Ουκρανία

Η ρωσική εισβολή στις 24-2-2022 στην Ουκρανία προκάλεσε ένα παγκόσμιο σοκ, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και ιδιαίτερα η ελληνική, λόγω εγγύτητας, διχάστηκαν σε φιλονατοϊκούς και φιλορώσους. Η προπαγάνδα και τα fake news οργιάζουν, ιδίως από την πλευρά των Δυτικών και επιχειρούν να επηρεάσουν το συναίσθημα παρά τη λογική των ανθρώπων. Σ’ έναν πόλεμο πρώτη πεθαίνει η αλήθεια! Δημοσιογράφοι και κάθε είδους ειδικοί καθημερινά αναλύουν το θέμα χωρίς, πολλοί, να κατανοούν τι πραγματικά συμβαίνει και γιατί αυτό συμβαίνει.

Γράφει ο
Νίκος Ιγγλέσης*

Ουδείς αγαπάει τον πόλεμο γιατί αφήνει πίσω του νεκρούς, τραυματίες, ακρωτηριασμένους, καταστρέφει τα σπίτια, το βιός των ανθρώπων και τις υποδομές της χώρας, ενώ στους επιζώντες αφήνει ανεξίτηλα ψυχολογικά τραύματα. Ο πόλεμος όμως κυριαρχεί στις ανθρώπινες κοινωνίες από την προϊστορική εποχή. 

«Ο πόλεμος είναι πατέρας των πάντων και ο βασιλεύς των πάντων και μερικούς τους έκανε θεούς, άλλους ανθρώπους, μερικούς τους έκανε δούλους, άλλους ελεύθερους» – Ηράκλειτος.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία εμφανίζεται ως ένας πόλεμος του καλού ενάντια στο κακό, ως σύγκρουση του δίκαιου με το άδικο. Μια μανιχαϊστική αντίληψη επιχειρεί να ερμηνεύσει τα γεγονότα. Είναι όμως έτσι ή τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα; Καταγράφουμε, εν συντομία, μερικά μόνο στοιχεία, για να ερμηνεύσουμε γιατί ξέσπασε αυτός ο πόλεμος και ποιοι είναι οι στόχοι όσων εμπλέκονται σ’ αυτόν.

Η ΡΩΣΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΙΣΒΟΛΗ

ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΔΥΟ ΣΤΟΧΟΥΣ:

1ον. Να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την εν συνεχεία εγκατάσταση σ’ αυτήν επιθετικών – πυραυλικών όπλων της Συμμαχίας, που θα έχουν μέσα στο βεληνεκές τους τα διοικητικά, στρατιωτικά και βιομηχανικά κέντρα της ρωσικής ενδοχώρας. Βέβαια, το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζει και με τις Βαλτικές Χώρες (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία) που όμως έχουν ήδη ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.

2ον. Να ενσωματώσει τους ρωσικούς πληθυσμούς, που μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τη δημιουργία 15 ανεξάρτητων κρατών, βρέθηκαν εκτός των συνόρων της μητέρας πατρίδας (βλέπε διάγγελμα Β. Πούτιν την ημέρα της εισβολής). Για τη Ρωσία η ήττα και η αδικία που υπέστη το 1991 πρέπει, έστω και εν μέρει, να ανατραπούν.

Με βάση τα ανωτέρω, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία μπορεί να χαρακτηριστεί ως προληπτικός και ταυτόχρονα ως εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος.

Η Μόσχα θεωρεί τους Ουκρανούς αδελφό σλαβικό λαό (όχι διαφορετικό έθνος). Εξάλλου, η Ουκρανία ήταν ανέκαθεν τμήμα της Τσαρικής Αυτοκρατορίας και στη συνέχεια της Σοβιετικής Ένωσης. Κάποια τμήματά της, στα βορειοδυτικά, ανήκαν σε παλαιότερους καιρούς στους Πολωνούς, στους Λιθουανούς και στην Αυστροουγγαρία. Ανεξάρτητο κράτος έγινε για πρώτη φορά το 1991 και στη συνέχεια επιχείρησε να δημιουργήσει ενιαία εθνική ουκρανική συνείδηση (π.χ. με απαγόρευση χρήσης της ρωσικής γλώσσας).

Η Ουκρανία είναι η μεγαλύτερη σε έκταση, μετά τη Ρωσία, χώρα της Ευρώπης (603.000 τ.χ.) με περίπου 44 εκατομμύρια κατοίκους. Μεγάλο τμήμα αυτού του πληθυσμού, στα ανατολικά και νότια, είναι Ρώσοι και όχι απλώς Ρωσόφωνοι. Η Ουκρανία αποτελεί σημαντικό γεω-οικονομικό μέγεθος. Διαθέτει τη μεγαλύτερη καλλιεργήσιμη γη στην Ευρώπη. Κατέχει την 1η θέση παγκοσμίως στην εξαγωγή ηλιέλαιου, την 4η θέση στις εξαγωγές καλαμποκιού και κριθαριού, την 8η θέση στην εξαγωγή σιταριού, ενώ είναι ο 4ος μεγαλύτερος παραγωγός πατάτας και ο 5ος μεγαλύτερος παραγωγός σίκαλης στον κόσμο.

Επίσης, η Ουκρανία διαθέτει αξιόλογη βιομηχανία και πλούσια μεταλλεύματα. Κατέχει την 3η θέση παγκοσμίως στις εξαγωγές σιδήρου, την 4η θέση στις εξαγωγές αργίλου και τιτανίου, την 8η θέση στις εξαγωγές μεταλλευμάτων και συμπυκνωμάτων, τη 10η θέση παγκοσμίως στην παραγωγή χάλυβα και την 1η θέση στην Ευρώπη στην παραγωγή αμμωνίας. Διαθέτει ακόμη κοιτάσματα σχιστόλιθου, ικανά να παράγουν σχιστολιθικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο, όπως αυτό που εξάγουν σήμερα οι ΗΠΑ στην Ευρώπη. Τέλος, διαθέτει βιομηχανία για παραγωγή στροβίλων πυρηνικών εργοστασίων (4ος μεγαλύτερος εξαγωγέας), ντιζελοκινητήρων και σημαντική αμυντική βιομηχανία που συνεργάζεται με την αντίστοιχη τουρκική σε διάφορους τομείς.

Ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Ζ. Μπρεζίνσκι, είχε πει: «Η Ρωσία με την Ουκρανία είναι μια αυτοκρατορία, χωρίς την Ουκρανία είναι ένα φυσιολογικό κράτος».

ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΝΑΤΟ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΝ: Να μην ενσωματωθεί η Ουκρανία στη Ρωσία ή να μην περιέλθει στη ρωσική σφαίρα επιρροής. Για το σκοπό αυτό ενθάρρυναν την ένταξή της στο ΝΑΤΟ (σχετική πρόβλεψη υπάρχει στο ουκρανικό Σύνταγμα) και στη συνέχεια στην ΕΕ, όπως έγινε με όλες τις άλλες ανατολικοευρωπαϊκές και βαλτικές χώρες. Ο τωρινός πόλεμος έχει ξεκινήσει από το 2014 όταν ανατράπηκε με πραξικόπημα η τότε φιλορωσική κυβέρνηση στο Κίεβο και σε απάντηση η Ρωσία ενσωμάτωσε την Κριμαία και ενθάρρυνε τις ανατολικές επαρχίες του Ντονέτσκ και του Λουχάντς να αυτοανακηρυχθούν ανεξάρτητες δημοκρατίες.

Η Ρωσία με οχτώ χρόνια καθυστέρηση κάνει σήμερα αυτό που θα έπρεπε να είχε κάνει το 2014, όταν οι συνθήκες ήταν πολύ πιο ευνοϊκές γι’ αυτήν. Ο ουκρανικός στρατός ήταν πολύ πιο αδύναμος και τα φιλορωσικά αισθήματα μεγάλου μέρους του πληθυσμού πιο έντονα. Ο Β. Πούτιν πίστεψε ότι ελέγχοντας την Κριμαία και τις δύο αποσχισθείσες δημοκρατίες, θα ασκούσε πλήρη γεωπολιτικό έλεγχο σ’ όλη την Ουκρανία. Έκανε λάθος.

Μετά τη ρωσική εισβολή και την ορθολογική απόφαση να μην εμπλακούν νατοϊκές δυνάμεις στις πολεμικές επιχειρήσεις, γιατί κάτι τέτοιο θα προκαλούσε σύγκρουση των δύο μεγαλύτερων πυρηνικών δυνάμεων του Πλανήτη, ο στόχος των Δυτικών αναπροσαρμόστηκε. Η Ουκρανία έμεινε μόνη να πολεμήσει τη Ρωσία με όση στρατιωτική βοήθεια μπορούσε να της δοθεί και όση είναι ικανή να αξιοποιήσει. Στόχος να φθείρει για μεγάλο χρονικό διάστημα τη Ρωσία και να της προκαλέσει τις μεγαλύτερες δυνατές απώλειες.

Παράλληλα, πρωτοφανείς πολιτικές και οικονομικές κυρώσεις επιβλήθηκαν στη Ρωσία απ’ όλους τους Δυτικούς (ΗΠΑ, ΕΕ, Καναδάς, Ιαπωνία, Αυστραλία κ.λπ.) με στόχο να γονατίσουν την οικονομία της και να προκαλέσουν εσωτερική κοινωνική αναταραχή. Ένας πόλεμος διεξάγεται σ’ όλα τα επίπεδα. Η Ρωσία είναι στρατιωτική υπερδύναμη αλλά η οικονομία της είναι αδύναμη. Το ρωσικό ΑΕΠ είναι περίπου στο ύψος του ΑΕΠ της Ιταλίας, μιας χώρας που έχει περίπου το 45% του πληθυσμού της Ρωσίας. Η ρωσική οικονομία βασίζεται στη «μονοκαλλιέργεια» της εξόρυξης υδρογονανθράκων, κάποιων πρώτων υλών και στην αμυντική βιομηχανία. Είναι αξιοσημείωτο ότι η υψηλή τεχνολογία που έχει αναπτύξει η ρωσική αμυντική βιομηχανία δε διαχέεται σε άλλους παραγωγικούς κλάδους. Ένα πρόβλημα από τη σοβιετική εποχή.

Οι κυρώσεις θα δημιουργήσουν μεσοπρόθεσμα σημαντικά προβλήματα στη Ρωσία, αλλά, δε θα σταματήσουν τις τωρινές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία πριν επιτευχθούν οι αντικειμενικοί στόχοι. Οι Ρώσοι δεν μπορούν πλέον να κάνουν πίσω γιατί οποιαδήποτε υποχώρηση θα εκληφθεί, απ’ όλους τους διεθνείς παίκτες, ως αδυναμία. Δεν μπορούν ούτε να διχοτομήσουν την Ουκρανία, γιατί αν μείνει το δυτικό κομμάτι εκτός του ελέγχου τους θα αποτελέσει μόνιμη «χαίνουσα πληγή».

Οι Δυτικοί επιδιώκουν να καταστήσουν τη Μόσχα διεθνή παρία και να την αποκλείσουν από το παγκόσμιο πολιτικό, οικονομικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι. Κάτι αρκετά δύσκολο για μια, τόσο μεγάλη και πλούσια σε πρώτες ύλες, χώρα. Η περαιτέρω άνοδος στις τιμές των υδρογονανθράκων, των σιτηρών και των πρώτων υλών δείχνει, ότι οι κυρώσεις θα πλήξουν επίσης και την οικονομική ανάπτυξη της Δύσης, μετά τη μεγάλη ύφεση που σημειώθηκε λόγω της πανδημίας.

Η ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

Η ρωσική εισβολή αναμφισβήτητα παραβιάζει τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και το Διεθνές Δίκαιο. Μόνο που στο σημερινό κρατο-κεντρικό κόσμο, το Διεθνές Δίκαιο εφαρμόζεται a la carte ανάλογα με την ισχύ των εμπλεκομένων. Δεν υπάρχει «διεθνής αστυνομία» που να φροντίζει για την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου, όπως γίνεται στο εσωτερικό ενός κράτους, όπου η Αστυνομία επιβάλει την εφαρμογή των νόμων και συλλαμβάνει τους παραβάτες. Οι Μεγάλες Δυνάμεις και άλλα ισχυρά κράτη επικαλούνται το Διεθνές Δίκαιο, μόνο αν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Όταν δε συμβαίνει αυτό, επικαλούνται διάφορους λόγους για να το παραβιάσουν.

Το ΝΑΤΟ διέλυσε τη Γιουγκοσλαβία, βομβάρδισε τη Σερβία και απέσπασε το Κοσσυφοπέδιο απ’ αυτήν για ανθρωπιστικούς λόγους. Οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους εισέβαλαν στο Αφγανιστάν για να εξαλείψουν την τρομοκρατία, στο Ιράκ γιατί δήθεν διέθετε τα όπλα μαζικής καταστροφής. Επίσης, αναμίχθηκαν στη Συρία και τη Λιβύη για να επιβάλλουν το δυτικό πρότυπο δημοκρατίας. Το 1974 η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο για να προστατεύσει την τουρκοκυπριακή μειονότητα. Σήμερα η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία  για να προστατεύσει τους ομοεθνείς της από νεοναζιστικές οργανώσεις. Θυμίζουμε ότι παλαιότερα, ως Σοβιετική Ένωση, είχε εισβάλλει στην Ουγγαρία και τη Τσεχοσλοβακία, στο όνομα της υπεράσπισης του Σοσιαλισμού. Πίσω απ’ όλα αυτά, πάντα βρίσκονται τα συμφέροντα της ισχυρότερης κρατικής οντότητας που εφαρμόζει το Διεθνές Δίκαιο, ανάλογα με τη στρατιωτική, ναυτική και αεροπορική ισχύ της. Αυτά για τους κάθε είδους αιθεροβάμονες.

Η ελληνική κυβέρνηση καταδίκασε τη ρωσική εισβολή, συντάχθηκε με τους συμμάχους της στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ επιβάλλοντας τις κοινές κυρώσεις και απέστειλε στην Ουκρανία ανθρωπιστική, αλλά και στρατιωτική (συμβολική) βοήθεια. Η τελευταία, παρ’ ότι δε θα προσφέρει τίποτα το ουσιαστικό στους Ουκρανούς, πλήττει μεσοπρόθεσμα τις σχέσεις της χώρας μας με μια Μεγάλη Δύναμη. Κάτι καθόλου σοφό. Η Ελλάδα εμφανιζόμενη ως δεδομένη και πιστή στις επιλογές της Δύσης, δεν πρόκειται να κερδίσει τίποτα. Θα καταγράψει μάλιστα «παράπλευρες απώλειες» αφού τα παλαιότερα ρωσικά οπλικά συστήματα που διαθέτει και χρησιμοποιεί, σε λίγο δε θα έχουν ανταλλακτικά. Η Τουρκία αντίθετα, παρ’ ότι μέλος του ΝΑΤΟ, καταδίκασε μεν τη ρωσική εισβολή, αλλά, δεν επέβαλλε κυρώσεις (όπως είχε κάνει και το 2014) και παρουσιάζεται ως μεσολαβητής μεταξύ των αντιμαχόμενων. Προσώρας αναβαθμίζει το γεωπολιτικό αποτύπωμά της και προς τη Δύση και προς τη Ρωσία.

Η κυβέρνηση και το κυρίαρχο ελληνικό πολιτικό σύστημα εξαρτημένοι και ετερο-προσδιορισμένοι δε διαθέτουν εθνοκεντρική υψηλή στρατηγική. Αλήθεια, υπάρχουν αφελείς που να πιστεύουν, ότι οι Δυτικοί μετά τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία θα ζητήσουν από την Τουρκία να συμμορφωθεί με το Διεθνές Δίκαιο και αν δεν το πράξει θα της επιβάλλουν κυρώσεις; Δεν κατανοούν ότι δεν υπάρχει ευγνωμοσύνη στις διεθνείς σχέσεις, παρά μόνο συμφέροντα;

Αν παρατηρήσει κανείς ποιοι είναι αυτοί που σήμερα από τα μέσα ενημέρωσης κραυγάζουν «Είμαστε όλοι Ουκρανοί» θα διαπιστώσει ότι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, είναι όσοι στήριξαν το «Σχέδιο Ανάν» το 2004, όσοι υποστηρίζουν την κατευναστική πολιτική απέναντι στην Τουρκία, όσοι αποδέχτηκαν τα μνημόνια, όσοι δεν αμφισβήτησαν το ευρώ, όσοι είδαν τη Συμφωνία των Πρεσπών ως πρόσφορη λύση, όσοι βλέπουν μόνο ανθρωπιστικά την πληθυσμιακή αλλοίωση της πατρίδας μας από τους λαθρομετανάστες. Είναι, δηλαδή, οι κάθε είδους εθνομηδενιστές, οπαδοί της παγκοσμιοποίησης.

Ο πόλεμος σήμερα στην Ουκρανία γίνεται για να καθοριστεί σε ποιο μπλοκ δυνάμεων θα υπαχθεί η χώρα. Θα είναι αυτό της παγκοσμιοποίησης, που εκπροσωπεί η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, ή αυτό της εθνοκεντρικής Ρωσίας. Η θερμή σύγκρουση υπερβαίνει τη χώρα, που υφίσταται μόνο τις τραγικές συνέπειες και φέρνει σε αντιπαράθεση δύο διαφορετικές ιδεολογικές – πολιτισμικές θεωρήσεις: Παγκοσμιοποίηση ή έθνος-κράτος. Γι’ αυτό ακριβώς η σύγκρουση είναι σφοδρότατη σε πολιτικό, διπλωματικό, οικονομικό, στρατιωτικό και επικοινωνιακό επίπεδο. Δεν απαιτείται να είμαστε ούτε φιλονατοϊκοί, ούτε φιλορώσοι, αλλά, να αντιλαμβανόμαστε τι συμβαίνει στον κόσμο, πώς ενεργούν διαχρονικά οι Μεγάλες Δυνάμεις και ποιο είναι σε τελική ανάλυση το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας.

*Ο Νίκος Ιγγλέσης είναι δημοσιογράφος, μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1949. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στη Γαλλία και δημοσιογραφία στην Αθήνα. Άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στο Έψιλον, μηνιαίο περιοδικό για θέματα της ΕΟΚ, που εξέδιδε η εφημερίδα Ελευθεροτυπία. Αργότερα εργάστηκε ως οικονομικός συντάκτης στην τηλεόραση της ΕΡΤ, ως υπεύθυνος του οικονομικού ρεπορτάζ και στη συνέχεια ως αρχισυντάκτης του Γραφείου Ρεπορτάζ. Για μια περίοδο διετέλεσε Διευθυντής του Δ’ Προγράμματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας (ΕΡΤ). Επίσης, για ένα διάστημα υπήρξε υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου του Υπουργείου Οικονομικών.

Popular Articles