Το Αρτσάχ, που ονομάστηκε Ναγκόρνο Καραμπάχ από τη σοβιετική εξουσία, ήταν παραδοσιακά τόπος κατοίκησης των Αρμενίων, από χιλιετιών. Με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης ανακήρυξε την ανεξαρτησία του, που δεν αναγνωρίστηκε από καμία χώρα – ούτε από την ίδια την Αρμενία. Και επειδή ήταν ένας θύλακας μέσα στην επικράτεια του Αζερμπαϊτζάν, επωφελούμενο από την κατάσταση διάλυσης που επικρατούσε στο στρατό του Αζερμπαϊτζάν, το Αρτσάχ το 1994 κατέλαβε περιοχές περιμετρικά της αναγνωρισμένης επικράτειάς του, εξασφαλίζοντας έτσι την εδαφική του συνέχεια με το κράτος της Αρμενίας.
Σάββας Καλεντερίδης*
α
Η ενέργεια αυτή οδήγησε τότε εκατοντάδες χιλιάδες Αζέρους (οι οποίοι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες) σε φυγή από τις εστίες τους ως πρόσφυγες στο Μπακού και διάφορες άλλες περιοχές του Αζερμπαϊτζάν.
Όλα αυτά τα χρόνια το Αζερμπαϊτζάν, που δεν έχει να αντιμετωπίσει κανέναν άλλον εχθρό, εκτός από τους Αρμενίους, έκανε αναδιοργάνωση του στρατού και των ενόπλων δυνάμεών του, ενώ ταυτόχρονα προχώρησε και σε προμήθεια σύγχρονων οπλικών συστημάτων, με κύριο προμηθευτή –εκτός από τη Ρωσία– το Ισραήλ.
Όλα αυτά τα χρόνια που το Αζερμπαϊτζάν προετοίμαζε και εξόπλιζε τις ένοπλες δυνάμεις του για τη «μεγάλη στιγμή», η Αρμενία παρέμεινε στάσιμη, το ίδιο και οι ολιγάριθμες ένοπλες δυνάμεις του Αρτσάχ, που ούτως ή άλλως εξαρτώνται από την Αρμενία.
Φέτος το Αζερμπαϊτζάν ένιωσε ότι ήλθε η ώρα και άρχισε τις επιθέσεις εναντίον θέσεων των αρμενικών δυνάμεων του Αρτσάχ. Όσο οι συγκρούσεις και οι επιθέσεις ήταν μικρής κλίμακας, οι δυνάμεις του Αρτσάχ κατάφερναν να τις αποκρούσουν. Όταν όμως ξεκίνησε ένας κανονικός πόλεμος σε όλα τα μέτωπα, από τις ένοπλες δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν, τα πράγματα άλλαξαν.
Ο πόλεμος διήρκεσε 43 ημέρες και κατέληξε σε ήττα των δυνάμεων του Αρτσάχ, που επισφραγίστηκε από μια οδυνηρή συνθηκολόγηση. Τα περισσότερα εδάφη που είχε καταλάβει το 1994 αναγκάστηκε να τα δώσει πίσω στο Αζερμπαϊτζάν, ενώ ένας διάδρομος 5 χλμ., υπό την προστασία ειρηνευτικών δυνάμεων της Ρωσίας, θα του επιτρέπει να επικοινωνεί με την Αρμενία για να επιβιώσει ο πληθυσμός του.
Παρακολούθησα όλες τις ημέρες την εξέλιξη των επιχειρήσεων, από την πρώτη ώρα της έναρξης του πολέμου. Τις πρώτες δέκα μέρες, οι δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν δεν κατάφεραν να προχωρήσουν ούτε ένα μέτρο στα περισσότερα μέτωπα. Ο στρατός του Αρτσάχ αμυνόταν με πείσμα.
Όμως όσο περνούσαν οι μέρες, η κατάσταση άλλαζε. Κι αυτό που έκανε τη διαφορά, ο παράγοντας που άλλαξε το ρου των εξελίξεων, υπέρ του Αζερμπαϊτζάν και εις βάρος των Αρμενίων του Αρτσάχ, ήταν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και τα drone του Αζερμπαϊτζάν, ισραηλινής και τουρκικής κατασκευής.
Αυτά τα νέα οπλικά συστήματα έχουν τη δυνατότητα να πετούν σε μεγάλα ύψη, εκτός βεληνεκούς των αντιαεροπορικών συστημάτων που διέθεταν οι Αρμένιοι, κι από εκεί να στοχοποιούν και να πλήττουν στόχους βαρέων όπλων.
Έτσι, μέρα με τη μέρα, οι Αρμένιοι, παρότι πολεμούσαν σαν λιοντάρια, έχαναν άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα, αντιαεροπορικά συστήματα, πυροβόλα, όλμους, ακόμα και πολυβόλα, από επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Την ίδια στιγμή, δεν είχαν τις τεχνικές δυνατότητες να απαντήσουν με τον ίδιο τρόπο, τουλάχιστον για να εξισορροπήσουν την κατάσταση.
Τα κουμπιά και οι οθόνες των ηλεκτρονικών υπολογιστών νίκησαν τους γενναίους μαχητές του Αρτσάχ.
Μάλιστα, επειδή ο πόλεμος δε διεξάγεται μόνο στο μέτωπο των επιχειρήσεων αλλά και στο μέτωπο των εντυπώσεων, το Αζερμπαϊτζάν μοίραζε στα διεθνή πρακτορεία βίντεο με καταστροφές βαρέων όπλων και οπλικών συστημάτων των Αρμενίων, ενώ έδειχναν τα βίντεο αυτά σε γιγαντοοθόνες που είχαν στήσει στις πόλεις – ακόμα και στους οδικούς άξονες.
Έτσι, παρότι πολέμησαν γενναία επί 43 ημέρες, οι Αρμένιοι υπέστησαν ταπεινωτική ήττα και αναγκάστηκαν στην οδυνηρή συνθηκολόγηση, η οποία αποκαλείται προδοσία από τον ίδιον τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας του Αρτσάχ, που ήταν κάθε μέρα στο μέτωπο, πολεμώντας στην πρώτη γραμμή.
Ασφαλώς ο πόλεμος στο Αρτσάχ έχει και άλλες παραμέτρους, πολιτικές και γεωπολιτικές, ασφαλώς και η Ρωσία και η Τουρκία είχαν η κάθε μια τις δικές τους στοχεύσεις με αυτόν τον πόλεμο. Όμως αυτό δεν είναι αντικείμενο του άρθρου μας. Αυτό που μας ενδιαφέρει, είναι οι ομοιότητες και οι παραλληλισμοί της περίπτωσης Αρμενίας-Αρτσάχ με την περίπτωση Ελλάδας-Κύπρου.
Όλα αυτά τα χρόνια που η Τουρκία εξοπλίζεται, ειδικά με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και drone – και μάλιστα τουρκικής κατασκευής, τα οποία έχει δοκιμάσει στα μέτωπα του Κουρδιστάν, του Ιράκ, της Συρίας, της Λιβύης και της Αρμενίας/Αρτσάχ –, η Ελλάδα και η Κύπρος ακολουθούμε ακριβώς την αντίθετη πρακτική. Αντί να εξοπλιστούμε, αφοπλιζόμαστε.
Η Τουρκία με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη της εντοπίζει και καταγράφει στόχους σε ολόκληρη την ελεύθερη Κύπρο, τα νησιά του Αιγαίου, ακόμα και στη Σκύρο, και ετοιμάζεται για τη δική της «μεγάλη στιγμή».
Η Ελλάδα και η Κύπρος, παρά τις δικές μας εκκλήσεις εδώ και χρόνια, αντί να αναπτύξει τουλάχιστον μια αντιUAV και αντιDRONES στρατηγική, με προμήθεια συστημάτων που εξουδετερώνουν τα συστήματα του εχθρού, ακολουθεί μια πολιτική αυτοκτονίας.
Ας ελπίσουμε τα παθήματα των Αρμενίων να γίνουν μαθήματα για εμάς τους Έλληνες σε Ελλάδα και Κύπρο.
Και καλό είναι να θυμόμαστε ότι τον 21ο αιώνα ο ηρωισμός και η γενναιότητα περνούν μέσα από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τις οθόνες και τα πληκτρολόγια, όπως αποδείχτηκε στο Αρτσάχ.
*Ο Σάββας Καλεντερίδης (Βέργη Σερρών, 1960) είναι Έλληνας αξιωματικός εν αποστρατεία, πρώην πράκτορας της ΕΥΠ και μετέπειτα συγγραφέας και γεωστρατηγικός αναλυτής.