Η καταιγίδα στην Αμερική μπορεί να κόπασε προσωρινά, αλλά όλοι κατανοούν πλέον ότι «το τζίνι έχει βγει από το μπουκάλι»
Ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να «κόπηκε» από το Twitter αλλά δεν πρόκειται να… μονάσει! Θα συνεχίσει να κινεί τα νήματα του τραμπισμού όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, στο οποίο έχει δημιουργήσει γερές προσβάσεις. «Μπαίνουμε σε μια πολύ επικίνδυνη φάση, με περισσότερη βία, περισσότερη αντιπαράθεση» λέει η καθηγήτρια Ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, Ρουθ Μπεν Γκάιατ, μιλώντας στο περιοδικό «Der Spiegel».
Μιχάλης Ψύλος
«Η επίθεση στο Καπιτώλιο είναι το τρομακτικό αποτέλεσμα πολλών χρόνων συστηματικής προσπάθειας του εθνικολαϊκιστή μεγιστάνα για την προώθηση της πόλωσης στην αμερικανική κοινωνία» γράφει η ισπανική «El Pais».
Ο Τραμπ και οι ακροδεξιοί οπαδοί του «έγραψαν μία από τις πιο σκοτεινές σελίδες στην Iστορία των ΗΠΑ» λέει ο Ντάνιελ Ζίμπλατ, καθηγητής Κυβερνητικής στο Χάρβαρντ. «Αλλά δε νομίζω ότι αυτό θα είναι το τέλος. Δεδομένης αυτής της ευρείας υποστήριξης που απολαμβάνει (73.000.000 ψήφους πήρε), σίγουρα δεν έχει τελειώσει ακόμη» προσθέτει ο Αμερικανός καθηγητής. Για να μην υπάρχει αμφιβολία, τους ισχυρισμούς του Τραμπ για νοθεία στις εκλογές συμμερίζονται εκατομμύρια Ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι. Δημοσκόπηση έδειξε ότι οι επτά στους 10 ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους συμφωνούν με την άποψη ότι ο Μπάιντεν δεν είναι ο νόμιμα εκλεγμένος πρόεδρος.
Το αμερικανικό περιοδικό «Nation» στο κύριο άρθρο του προειδοποιεί μάλιστα ότι «καθώς ο Τζο Μπάιντεν αναλαμβάνει τα καθήκοντά του, η επιρροή της Άκρας Δεξιάς πιθανότατα θα αυξηθεί, υποκινώντας μεγαλύτερη βία. Ο δρόμος για την κρατική εξουσία που παρουσίασε η κυβέρνηση Τραμπ έχει κλείσει, οπότε η φασίζουσα Δεξιά θα επιδιώξει τους πολιτικούς του στόχους με άλλα μέσα».
– Και δυστυχώς υπάρχει «καύσιμη ύλη». Όπως εύστοχα σημειώνει η «El Pais», «δεν πρέπει να σκεφτόμαστε μόνο τους ακροδεξιούς που εισέβαλαν στην κοινοβουλευτική αίθουσα, αλλά και τα εκατομμύρια των πολιτών που, χωρίς να φτάσουν σε τέτοια άκρα, έχουν χάσει την πίστη τους στη δημοκρατία, πιστεύοντας τα κραυγαλέα ψεύδη του Τραμπ».
Ο Τραμπ έκανε τους Ρεπουμπλικάνους υποτακτικούς, λέει ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Βόννης, Γιόζεφ Μπραμ, ειδικός σε θέματα αμερικανικής πολιτικής. «Ο απερχόμενος πρόεδρος έκανε το κόμμα υποτακτικό στον εαυτό του και τον ακολούθησε στην άβυσσο που μόλις είδαμε. Πολλοί από τους ρεπουμπλικάνους ηγέτες, λόγω του καιροσκοπισμού τους, δεν τόλμησαν να αντιταχθούν στην τρέλα του, υποστηρίζοντας κιόλας την επίθεση στη δημοκρατία μέσω της εφόδου στο Καπιτώλιο» σημειώνει ο καθηγητής Μπραμ.
Άλλωστε, σύμφωνα με δημοσκόπηση του YouGov, το 45% των ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων είδε θετικά την επίθεση στο Καπιτώλιο. Αλλά και 138 ρεπουμπλικάνοι βουλευτές και οκτώ γερουσιαστές, αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τη νίκη του Μπάιντεν στις εκλογές. Ανάμεσά τους και ο γερουσιαστής του Τέξας Τεντ Κρουζ που, αν και εσωκομματικός αντίπαλος του Τραμπ, δε δίστασε να ταχθεί υπέρ της εφόδου. Ο Κρουζ επιδιώκει να είναι υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την αμερικανική προεδρία σε τέσσερα χρόνια και, φυσικά, προσβλέπει στην υποστήριξη και του ακροδεξιού όχλου που εισέβαλε στο Καπιτώλιο. Για να μην αδικούμε όμως το σύνολο των παραδοσιακών στελεχών των Ρεπουμπλικάνων θα πρέπει να θυμίσουμε ότι «μερικά στελέχη του κόμματος αρνήθηκαν να στηρίξουν τον Τραμπ από την αρχή, συγκροτώντας το κίνημα “Ποτέ Τραμπ”», όπως γράφει το περιοδικό «Time».
«Περισσότεροι από 50 ρεπουμπλικάνοι μέλη του Κογκρέσου έχουν αποσυρθεί από τότε που ανέλαβε ο Τραμπ. Οι περισσότεροι αντικαταστάθηκαν από νεότερα μέλη των τραμπιστών – το… μέλλον του κόμματος» σημειώνει το αμερικανικό περιοδικό.
Και τώρα, μετά την αποχώρηση του Τραμπ από την προεδρία, όλοι περιμένουν να δουν σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, που παραδοσιακά χωρίζεται σε τρεις πτέρυγες:
– Τους μετριοπαθείς συντηρητικούς που υποστηρίζουν την τάξη, τη σταθερότητα και το κράτος δικαίου, την αξιοπρέπεια, τις χριστιανικές αξίες και δίνουν προσοχή στη δημοσιονομική πειθαρχία.
– Η δεύτερη πτέρυγα είναι οι τραμπιστές που χαρακτηρίζονται από ένα μείγμα δημαγωγίας, θράσους, χειραγώγησης και απειλών.
– Η τρίτη ομάδα περιλαμβάνει τους τυχοδιώκτες, που ακολουθούν όποιον ηγέτη εμφανίζεται επιτυχημένος και με προοπτικές. Αναμφίβολα, ο Τραμπ περιφρονούσε ανέκαθεν τους παραδοσιακούς Ρεπουμπλικάνους. «Ήταν το αντίθετο ενός μετριοπαθούς συντηρητικού πολιτικού. Περιφρονούσε την αστική τάξη και η θρησκευτικότητά του αρχίζει και τελειώνει μόνο στη Βίβλο» γράφει η «Die Zeit» και διερωτάται: «Θα καταφέρει ο Τραμπ να διαλύσει και τους Ρεπουμπλικάνους;».
«Ιδιαίτερα ανησυχητικό σημάδι είναι η προθυμία των ρεπουμπλικάνων βουλευτών να ακολουθήσουν το δικτατορικό μονοπάτι του Τραμπ, ο οποίος ζήτησε από τη φασιστική οργάνωση Proud Boys και άλλους ένοπλους λευκούς εθνικιστές κακοποιούς να συμμετάσχουν σε “άγριες διαμαρτυρίες” την ημέρα που το Κογκρέσο θα επικύρωνε τα αποτελέσματα των εκλογών» λέει ο Αμερικανός καθηγητής στο πανεπιστήμιο Μάντισον του Ουισκόνσιν, Άντριου Λέβιν.
Το κρίσιμο ερώτημα για πολλούς Αμερικανούς αναλυτές είναι αν ο Τραμπ θα αποχωρήσει από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ιδρύοντας ένα άλλο υπερσυντηρητικό κίνημα, με το οποίο θα επιχειρήσει να δώσει τη δική του διάσταση στο πολιτικό παιχνίδι.
Μπορεί άλλωστε «οι επαγγελματίες της πολιτικής να αρχίσουν να τρέχουν μακριά από το βυθισμένο πλοίο», όπως λέει ο κορυφαίος ρεπουμπλικάνος εκλογολόγος Φρανκ Λουτζ, αλλά «οι υποστηρικτές του Τραμπ δεν τον έχουν εγκαταλείψει και πραγματικά θέλουν να πολεμήσουν γι’ αυτόν… Έχει γίνει η φωνή του Θεού για δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους και θα τον ακολουθήσουν ως τα άκρα της Γης» προσθέτει.
Θα μπορούσε δηλαδή να γίνει ο «νεκροθάφτης» του «Grand Old Party», όπως ονομάζεται το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα; «Ο Τραμπ σίγουρα θα έχει κατά κάποιον τρόπο πρόσβαση σε αυτά τα 73.000.000 που τον ψήφισαν. Είναι πολύ πιθανό να συνεχίσει το δικό του κίνημα» γράφει ο «Guardian».
«Ποτέ δεν είδε, άλλωστε, τον εαυτό του ως ρεπουμπλικάνο. Πριν από τέσσερα χρόνια, στην εναρκτήρια ομιλία του ως πρόεδρος στο Κογκρέσο, είχε ρίξει ηχηρά «χαστούκια» και στα δύο κόμματα λέγοντας: «Προδώσατε τον αμερικανικό λαό, το κίνημά μου».